Η πρωτάρα μαγείρισσα, η ψαροτηγανιά, και , η Δημιουργός: ferelpis, αρτέμης αξαρλής Για όλους με μια φιλική μου καλημέρα. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Μικρές παραμυθοφανείς ιστορίες
Μια φορά κι’ ένα καιρό, στην γειτονιά της χαλαρής προσέγγισης, μια μητέρα είπε στην τσαχπίνα, έφηβη κόρη της.
Γλυκό μου κοριτσάκι τι λες σήμερα που, πρέπει να βρίσκομαι στο νοσοκομείο για την εγχείρηση της γιαγιάς, θα καταφέρεις να μαγειρέψεις εσύ?
Θέλει και ρώτημα καλέ μαμά? Ασφαλώς , θα μαγειρέψω. Πήγαινε στις υποχρεώσεις σου και, για το μαγείρεμα, μην ανησυχείς καθόλου, άστο πάνω μου.
Ανησυχώ γιατί, είναι η πρώτη σου φορά και θέλω, να είμαι σίγουρη ότι, δε, θα κολλήσεις πάλι με το κινητό.
Μη μείνει νηστικός και ο πατέρας σου που, θα έρθει κατάκοπος από τη δουλειά αργά το απόγευμα.
Σώπα καλέ μαμά ούτε να το σκέφτεσαι εγώ, κολλάω στο κινητό? Όσο για το πρώτη μου φορά, είναι τόσες οι φορές που σε βλέπω να μαγειρεύεις που ειλικρινά , τα έχω μάθει από έξω κι’ ανακατωτά!
Μπράβο παιδί μου τώρα, κάπως ησύχασα.
Και, τι φαγητό, θα πρέπει να μαγειρέψω μαμά?
Τίποτε ιδιαίτερο. Τα ψαράκια στα έχω καθαρισμένα, πλυμένα και, αλατισμένα. Λίγο αλεύρωμα και μετά, τα αραδιάζεις στο τηγάνι που το έχεις βάλει από πριν στο ρεύμα ώστε, να κάψει το λάδι. Έπειτα τα αφήνεις για σχεδόν έξη - επτά λεπτά γυρίζοντας τα για να μην αρπάξουν.
Καλέ , σιγά το μαγείρεμα αυτό ήταν όλο , απάντησε η νεαρή δεσποινίδα.
Αυτό, είδες πόσο απλό είναι?
Εντάξει μαμά κατάλαβα. Θα σου φτιάξω εγώ κάτι ψάρια σπέσιαλ, θα τα τρως και, θα γλύφεις και τα δάχτυλα σου!
Το ελπίζω και το εύχομαι είπε η μαμά και αφού την φίλησε, αναχώρησε εσπευσμένα.
Οι ώρες κύλησαν και κάπου κοντά στη δύση του ήλιου η έφηβη νοικοκυρά έστρωσε το τραπέζι, το στόλισε με λουλούδια, έκοψε ψωμί και μια αγγουροντομάτα και την στιγμή που κατάκοποι έφτασαν ο μπαμπάς και η μαμά όλοι μαζί, κάθισαν για να φάνε…
Ανάμεσα στην ανταλλαγή φιλιών, τα σχόλια για την υγεία της γιαγιάς, και την καθημερινότητα , ρώτησε ο μπαμπάς .
Γυναίκα! Τι φαγητό έχουμε σήμερα?
Τους μπακαλιάρους άντρα μου που αγόρασες προχτές και τους οποίους σε πληροφορώ, θα τους φάμε καλοτηγανισμένους από τα χεράκια της κόρης μας!
Μπράβο μωρό μου! Φώναξε εκείνος χαρούμενα κοιτώντας όλο λατρεία την κόρη του που στριφογύριζε νευρικά στη καρέκλα της .
Άντε παιδί μου κάνε το καλό και σερβίρισε μας κιόλας, είπε η ταλαιπωρημένη μαμά.
Ξέρεις μαμά τα ψάρια…
Μη μου πεις ότι σου κάηκαν? Αποκρίθηκε εκείνη συγκαταβατικά.
Όχι, όχι δεν μου κάηκαν αλλά να…
Τι δεν καλοψήθηκαν? Ξαναρώτησε, πιο ανήσυχη.
Καλέ όχι, ούτε αυτό.
Ε’ τότε, σερβίρισε τα που, πεινάμε.
Πως να τα σερβίρω μαμά αφού, τα έφαγε η παρδαλή γάτα της γειτόνισσας η μπούμπη!
Τι? …Ακούστηκε έκπληκτη η μαμά ενώ ο μπαμπάς, απόμεινε με το πιρούνι
στο χέρι να αιωρείται…
Καλά βρε παιδί μου τηγάνιζες τα ψάρια και δεν τα πρόσεχες ώστε, να μη συμβεί αυτό?
Μα η μπούμπη, τα έφαγε όταν αυτά τηγανίζονταν και μέχρι να την πάρω χαμπάρι, έγλυφε τα μουστάκια της!
Καλά τι μας λες τώρα, άρπαξε η γάτα τα ψάρια από τη φωτιά?
Ποια φωτιά ? Ρώτησε αναστατωμένη η …μικρονοικοκυρά.
Η φωτιά που τα τηγάνιζες .
Μα … δεν τα είχα στη φωτιά…
Και, πως τηγάνιζες τα ψάρια δίχως φωτιά?…
Ναι μωρό μου, δώσε μας να καταλάβουμε τι έκανες? Ακούστηκε απορημένος κι’ ο μπαμπάς.
Άνοιξα τα πορτοπαράθυρα και, τα …άφησα!
Που παιδί μου τ’ άφησες ?
Στο ρεύμα, όπως μου είχε πει η μαμά μόνο που, τα …γύρισα!
Οι δυο τους αλληλοκοιτάχτηκαν με εύγλωττη σιωπή προτού η μαμά, ανασκουμπωθεί…
Αχ’ μοντέρνα γενιά… Μωρέ, έχει να πέσει αυγό τηγανιτό που δεν λέγεται, μουρμούρισε ρίχνοντας, μερικά αυγά στο τηγάνι.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 08-11-2012 | |