δολοφονίες

Δημιουργός: anuya, Diogenees

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[align=center][B][font=sylfaen][color=navy]ποιός να μετρήσει μπορεί των αξίων ανθρώπων τους φόνους
κάθε ενας άξιος ήταν και την οικουμένη ν’ αλλάξει
Kennedy, Gandhi, Paasche, Kostoprav, Aquino, Palme
Lennon, Ιωάννης ο Βαπτιστής, Ζαχαρίας και προφήτες
πλείστοι και ο Άβελ ο δίκαιος των φονευμένων ο πρώτος
και όλων αυτών αρχηγός ο θεάνθρωπος εσταυρωμένος
δέν εχει τελειωμό των δολοφονημένων η λίστα
τόσο πολύ φοβούνται οι αρχόντοιμας αποδεικνύοντας
της αδικίας η κοσμοκρατορία πόσο εύκολα πέφτει
να διορθώσει τον κόσμο αρκετός ειναι και άνθρωπος ένας
πράγμα στην ιστορία των εθνών που συνέβη πλειστάκις
τίθεται τότε σε ενέργεια του κάιν το ακόλαστο χέρι
τρέμει η παγκόσμια κυβέρνηση και έναν άνθρωπο μόνο
να του σταθεί αντικρυστά δεν μπορεί το παγκόσμιο τέρας
απο τη μία αλήθεια τα ατέρμονα ψέματα τρέμουν
η ανθρωπότητα να διορθωθεί είναι το πιό εύκολο πράγμα
δέν θέλει κόπο ούτε τρόπο δέν θέλει ευχές ούτε χρήμα
είναι ό,τι πιό φυσικό και απο μόνοτου θα γινόταν
μόνο απ’ τις δολοφονίες να γλυτώναν οι άνθρωποι οι άξιοι [/align][/B]


(ώς 2012-12-22)
με την ευκαιρία παραθέτω ένα αφιέρωμα στον μεγαλύτερο, και μαρτυρικότερο των Ρωμιών ποιητών, τον Γιώργη Κοστοπράβ, που εκτελέσθηκε απο το σταλινικό καθεστώς στις αρχές του 1938 σε ηλικία 34 ετών.
ГЕОРГИЙ КОСТОПРАВ
Георгий Антонович, ирта ста сена, Γεώργιε Αντώνοβιч, ήρθα στα σένα,
Ас ту монументос ки стыкум харшу-с. εις το ||ΜΟΝΟΥΜΈΝΤΟ||σου και στήκομαι |QΑΡςΙ|σου.
Виглызу апану-с нду фтял алгимену, βιγλίζω επάνω-σου εν τω κεφάλι λυγημένο,
Апесу-м, кардъия-м эм теты ки чуз. απ’έσω-μου, καρδία-μου |hΕΜ| καίεται και чούζει.
Γεώργιε του Αντωνίου, ήρθα σε σένα, στο μνημείοσου, και στέκομαι αντίκρυσου. έχω το βλέμμαμου πάνωσου με το κεφάλιμου σκυμμένο, μέσαμου η καρδιάμου καίγεται, και τσούζει.

Го стыкуми сма-с ки апану-с виглызу, εγώ στήκομαι σιμά-σου και επάνω-σου βιγλίζω,
Тъарис-ки, с та матя-м си феныс зданос... θαρρείς και στα μάτια-μου σύ φαίνεσαι ζωντανός…
Апану-с иреву трагодъ на пширису, επάνω-σου γυρεύω τραγούδι να επιχειρήσω,
Фувуми, то авр на ми нышкит аргос. φοβούμαι το αύριο να μή γινίσκεται αργώς
στέκομαι κοντάσου και έχω το βλέμμαμου επάνωσου, θαρρείς και, στα μάτιαμου εσύ φαίνεσαι ζωντανός… για σένα (με θέμα εσένα) προσπαθώ ένα τραγούδι να αρχίσω, φοβούμαι το αύριο μήν είναι αργά. (=φοβάμαι να το αφήσω για αύριο, γιατί τότε μπορεί να είναι πολύ αργά)

Ма пух го тян пяку ки пух тян пширису, μα πούθε εγώ και άν πιάκω και πούθε και άν επιχειρήσω,
Нду дъакру н пиима-м тьа вген тараго... εν τω δάκρυο την ποίημα-μου θα βγαίνει ταραγό…
От исны палкар-с, ан кардъия ту ису, οτι ήσουνε παλληκάρης, εν καρδία το ίσο,
X зданыс, препна, симур, тэк ксеру-ту го. εκ ζωντανοίς, πρέπει να, σήμερο, |ΤΕΚ| ξέρω-το εγώ.
μα απο όπου και άν πιάσω και απο όπου και άν αρχίσω, με το δάκρυ το ποίημα θα βγεί ανακατεμένο… που ήσουνα γενναίος, με καρδιά δίκαιη: απο τους ζωντανούς, πρέπει σήμερα μόνο να το ξέρω εγώ. (=απο όσους ζούν σήμερα, φαίνεται πως μόνο εγώ ξέρω πόσο ήσουν γενναίος και με πόσο δίκαιη καρδιά).

Пула дъина эвалыс, тиксирис ипну, πολλά δύνα έβαλες, κί ήξερες ύπνο,
Си иревис т глосса румеку на зи. σύ γύρευες τη γλώσσα Ρωμαίικο να ζεί.
Пулэмзис нда тыц си, тыс итуны итмус, πολέμιζες εν τα εκείνους συ, τίς ήτονε έτοιμος,
Румеку т глоссия на вгал ан т арзи. Ρωμαίικο τη γλωσσεία να βγάλει εν τω ριζί.
πολλές δυνάμεις έβαλες, δέν ήξερες ύπνο, εσύ αγωνιζόσουν η γλώσσα η Ρωμαίικη να ζεί.
πολεμούσες με εκείνους εσύ, καθέναν που ήτανε πρόθυμος τη Ρωμαίικη τη γλώσσα να την βγάλει με τη ρίζα (=να την ξερριζώσει).

Тымизка го тьелу на лэгу та иса, |ΤΕΜίΖ|ικα εγώ θέλω να λέγω τα ίσα,
Та тен куфа лоя, то ксер катъа ис, αυτά κί ένι κούφια λόγια, αυτό ξέρει κάθε είς,
Си исны с румейс ки атора-па иси, σύ ήσουνε εις Ρωμαίοις και ετώρα-πα είσαι
Ах ол-с ахилдарс, акирвос пиитыс!.. εκ όλους |ΑQΙΛΔΑΡ|ης, ακριβός ποιητής!... (aqıldar= μυαλωμένος)
καθαρά εγώ θέλω να λέω τα δίκαια, αυτά δέν είναι κούφια λόγια, αυτό το ξέρει ο καθένας: εσύ ήσουν στους Ρωμιούς, και τώρα ακόμη είσαι, απο όλους ο πιό μυαλωμένος, ο πιό πολύτιμος ποιητής!

Прату го пес т хора-с ки ан т тъагмасия, περπατώ εγώ απ’έσω τη χώρα και εν τη θαυμασεία
Прату ки виглызу т Харахла тукос... περπατώ και βιγλίζω τη Χαράχλα το δικό-σου… (Χαράχλα μάλλον απο τουρκικό |QΑΡΑ-QΟΥΛΕ|= μαύρος πύργος)
Ати пу инытъис, пу иферис ия, εκεί όπου εγεννήθης, όπου έφερες υγεία,
Пу тата-с ки мана-с тот дъокан-се фос. όπου τάτα-σου και μάνα-σου τότε δώκαν-σε φώς.
περπατώ μές το χωριό-σου και με θαυμασμό, περπατώ και κοιτάζω τη Χαράχλα, το δικόσου χωριό… εκεί όπου γεννήθηκες, όπου απόκτησες υγεία, όπου ο πατέραςσου και η μάνασου τότε σου δώσανε φώς.

X тукос т мисарея го дъава лон т страта, εκ το δικό-σου τη μεσαρέα εγώ διάβα ελαύνων τη στράτα,
Ки вретъа сма с спит-сас, с тукос харалды. και ευρέθα σιμά εις σπίτι-σας, εις το δικό-σου |QΑΡΑΛΔΙ|.
Го дранса апану, го дранса акату, εγώ ανατράνησα επάνω, εγώ ανατράνησα κάτω,
Ма лоу-па копии адъо хасхаты... μα λόγο-πα εκόπη εδώ |QΑΣ-QΑΤΙ|… (qasqatı= εντελώς σκληρό)
απο τον δικόσου τον κεντρικό δρόμο πήρα τη στράτα και βρέθηκα κοντά στο σπίτισας, μπροστά απο το δικόσου το κατώφλι. Κοίταξα πάνω, κοίταξα κάτω, μα η μιλιά μου κόπηκε εδώ κατάσκληρα (=τελείως).

Ти феныт нэ тата-с, ти феныт нэ мана-с, κί φαίνεται |ΝΕ| τάτα-σου, κί φαίνεται |ΝΕ| μάνα-σου,
Ти феныс ки си-па дъо эмбру ст авлыс... κί φαίνεσαι και σύ-πα εδώ έμπρο στη αυλή-σου…
Юмотьин кардъия-м ачёв эм ки гана, γεμώθη καρδία-μου |ΑΞΟΥβ| |hΕΜ| και γάνα,
От ишис вахтцизку графи и инытъис... οτι είχες |ΒΑhΤΣΙΖ|ικο γραφή εκ γενετής…
δέν φαίνεται ούτε ο πατέραςσου, δέν φαίνεται ούτε η μάνασου, δέν φαίνεσαι ούτε και σύ εδώ μπροστά στην αυλήσου… γέμισε η καρδιάμου οργή μαζί και καημό, γιατί είχες άτυχο γραφτό (=μοίρα) απο τότε που γεννήθηκες…
[σημείωση: γάνα σημαίνει κατ' αρχήν σημάδι στο σώμα απο κάψιμο, έγκαυμα, έπειτα "πόνος απο κάψιμο", όπως εδώ]

...Вай, хроня, вай, хроня пула перазмена, βάι χρόνια, βάι χρόνια πολλά περασμένα,
А чалка угдъуинда пуру на нысту... hα |ΞΑΛ|ικα ογδοήντα μπορώ να γινιστώ…
Ст Харахла го ирта на пу ола сена στη Χαράχλα εγώ ήρθα να πώ όλα σένα
Ки стэра сту петъус лафра на тмасту... και ύστερα στο πένθος ελαφρά να ετοιμαστώ…
άχ χρόνια, άχ χρόνια πολλά περασμένα, νά, σε λίγο ογδόντα χρονών μπορώ να γίνω… στη Χαράχλα εγώ ήρθα να τα πώ όλα σε σένα και ύστερα για τον θάνατο ξαλαφρωμένος να ετοιμαστώ…

Георгий Антонович, мена, си схора, Γεώργιε Αντώνοβιч, μένα σύ συγχώρα,
От ирта на хасу тун ипнус ватьи... οτι ήρθα να χάσω τον ύπνο-σου βαθύ…
Ки тэкас исенка ол тьмунны пес т хора, και |ΤΕΚ-ΑΣ| |ΕΣΕΝ|ικα όλοι κοιμούνται απ’ έσω τη χώρα,
Мис симур нду здыш тъа перасум т врадъи. ημείς σήμερο εν τω συντύχι θα περάσουμε το βραδύ.
Γεώργιε Αντώνοβιч, εμένα εσύ συγχώρα που ήρθα να χαλάσω τον ύπνοσου το βαθύ… και παρόλο που γαλήνια όλοι κοιμούνται μές το χωριό, εμείς σήμερα με την κουβέντα θα περάσουμε τη βραδιά (=όλη τη νύχτα).
хора Сартана +.04.1975 (γραμμένο απο τον Λεόντιο Κυριάκοβ, στο χωριό Σαρτανά).

Δημοσίευση στο stixoi.info: 22-12-2012