Οι Λωτοί Δημιουργός: Epinefelos, Δημήτρης Βραχιολάς Από την πρώτη μου ποιητική συλλογή. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Οι λωτοί
Μας βάλανε στα κτήματα από μικρά να μάθουμε τη γη.
Να της μιλούμε, μας είπανε, να τη δουλεύουμε,
να την ποτίζουμε να ξεδιψάσει,
για να μας δώσει ύστερα τα πιο καλά της δώρα.
Τα πιο γλυκά, τα πιο μεγάλα, τα πιο νόστιμα.
Έτσι το μάθαμε κι έτσι το κάναμε.
Και μεγαλώσαμε δουλεύοντας τη γή και δεν πεινάσαμε
γιατί μας φρόντιζε κι εκείνη όπως φροντίζαμε κι εμείς.
Μα ήρθε καιρός που κουραστήκαμε.
Να μην πεινούμε ήταν καλό, μα με τι κάματο!
Κι ο χρόνος να κυλά με το δικό του πρόγραμμα.
Μέρα τη μέρα, μήνα το μήνα, τα ίδια πράγματα.
Κι η γη να δίνει συνέχεια τα ίδια.
Και τότε ήρθαν και μας είπαν για λωτούς.
Χρυσούς λωτούς, γλυκούς σα μέλι που θα γλυκαίναν τη ζωή,
και θα γεμίζαν την ψυχή μας.
Κι εμείς χαρήκαμε και βάλαμε λωτούς.
Και τους προσέχαμε και τους μιλούσαμε και τους ποτίζαμε.
Και περιμέναμε όλο λαχτάρα το νέο καρπό.
Και ξεχαστήκαμε.
Γινήκαν οι ροδακινιές, γινήκαν τα βερίκοκα και πέσανε.
Και τα δαμάσκηνα τα χάσαμε και τα αχλάδια και τα μήλα.
Και τα σταφύλια χάλασαν πάνω στα κλίματα και τις ελιές δεν τις μαζέψαμε.
Εμείς περιμέναμε να γίνουν οι λωτοί!
Να δούμε το πράσινο να γίνεται ασημί
και το ασημί, το ροδαλό του λυκαυγούς να πάρει
κι ύστερα πορτοκαλί κι ύστερα κόκκινο.
Να μας φωνάξει η γη να τους μαζέψουμε.
Κι όλο και κόβαμε καρπούς να δοκιμάσουμε.
Μα ήταν στυφοί κι γλώσσα στέγνωνε.
Και περιμέναμε.
Ώσπου ήρθε η μέρα. Μέρα χαράς, μέρα ζωής.
Πεινάσαμε μέχρι να γίνουν οι λωτοί μα δε μας ένοιαζε.
Κοφίνια αδράξαμε, τσουβάλια και νερό και φύγαμε να πάμε για τα κτήματα.
Μα όταν φτάσαμε, λωτούς δεν είχε.
Πολλοί φαγώθηκαν απ’τα πουλιά, άλλους τους κλέψανε
κι άλλους τους έλιωσε ο βοριάς πάνω στη γη.
Είχαμε χάσει τους λωτούς.
Τα άδεια κοφίνια που κρατούσαμε σφιχτά έμοιαζαν τώρα στόματα ανοιγμένα,
που μας θυμίσανε πως ήταν μέρες τώρα που πεινούσαμε.
Μα η γη δεν είχε τίποτα να φάμε.
Δημήτρης Βραχιολάς
(c) 2012 Δημοσίευση στο stixoi.info: 11-08-2013 | |