Είμαι απλά ένα σκιάχτρο Δημιουργός: G.LEOU, Γιώργος Λ. 1 Σεπτεμβρίου 2013 στις 12:00 μ.μ. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Με έφτιαξαν οι άνθρωποι και με έντυσαν με ρούχα. Μου φόρεσαν ένα ξεθωριασμένο παντελόνι από κάτω και ένα καρό, κόκκινο πουκάμισο από πάνω. Μου έβαλαν και ένα μεγάλο ψάθινο καπέλο στο κεφάλι και με έβαλαν στην μέση του χωραφιού και μου είπαν:
- Θα κάτσεις εδώ να φιλάς το χωράφι. Θα διώχνεις όλα τα πουλιά που θα έρχονται εδώ. Δεν θα αφήνεις κανένα να πλησιάζει. Ακούς; Κανένα.
Έτσι και έγινε. Έμεινα μόνος μου να φυλάω το χωράφι από τα πουλιά. Από αυτά τα επίδοξα αρπαχτικά που σκοπό τους έχουν να κλέψουν τους καρπούς της γης. Το μόχθο του ανθρώπου που με έβαλε εδώ.
Και για πολύ καιρό είχα πάρει τον ρόλο μου σοβαρά. Έδιωχνα τα πουλιά που πλησίαζαν το χωράφι. Που πλησίαζαν εμένα. Τους φώναζα και τους φοβέριζα.
- Φύγετε από εδώ, τους φώναζα. Μ' ακούτε; Φύγετε άλλα σας από αυτό το χωράφι. Είμαι υπεύθυνος για αυτό. Φύγετε! Και αυτά έφευγαν.
Τον πρώτο καιρό ξαναερχόντουσαν μετά από λίγες ώρες, λίγες ημέρες. Θαρρείς ότι ήθελαν να δοκιμάσουν την δύναμη τους ή να δοκιμάσουν την δική μου δύναμη.
Σταδιακά η απόσταση μεταξύ μας μεγάλωνε ώσπου κάποια στιγμή σταμάτησε κάπου εκεί, μακρυά. Στην άκρη του χωραφιού που εγώ φύλαγα. Και ένοιωθα ωραία. Σημαντικός. Έκανα αυτό για το οποίο ήμουν εδώ. Αυτό που μου είχαν πει όταν με τοποθέτησαν εδώ.
Για κάποιο καιρό καθόντουσαν εκεί, μακρυά και με κοιτούσαν Με κοιτούσαν κ με κορόιδευαν. Κάποια στιγμή βαρέθηκαν και σταμάτησαν. Από εκεί και ύστερα δεν μου έδιναν σημασία. Συνέχισαν την ζωή τους σαν να μην υπήρχα. Σαν να μην υπήρξα ποτέ για αυτά.
Και έτσι έμεινα μόνος μου. Στη μέση του χωραφιού, να προστατεύω και να φυλάω ένα χωράφι που κανένα πουλί δεν ήθελε να πλησιάσει.
Και περνούσε ο καιρός. Περνούσαν οι εποχές. Πρώτα ήρθαν τα κρύα και οι αέρηδες. Τόσοι δυνατοί, που μερικές φορές φοβόμουν ότι το καπέλο μου θα φύγει από το κεφάλι μου και θα το χάσω. Ύστερα, ήρθαν και οι βροχές, οι αστραπές και κάπου κάπου και το χαλάζι. Και εγώ εκεί. Στη μέση του χωραφιού. Μόνος μου. Τα ρούχα μου ήταν συνεχώς βρεγμένα. Νωπά. Κρύα. Οι νύχτες ήταν τόσο σκοτεινές και άγριες. Ευχόσουν να περάσουν γρήγορα και να έρθει πάλι το φως του ήλιου για να σε ζεστάνει κάπως και για να σου δώσει ξανά την σιγουριά και την υποτυπώδες ασφάλεια που παρέχει.
Και ήρθε η άνοιξη. Τα πάντα γύρω μου ζωντάνευαν. Χρώματα και αρώματα παντού γύρω μου. Οι βροχές λιγόστεψαν. Οι αστραπές και το χαλάζι έφυγαν για τα καλά. Οι νύχτες έγιναν πιο γλυκές μα, και πάλι έρημες και τρομακτικές. Το καλό με αυτές είναι ότι έχει λιγότερα σύννεφα και περισσότερα αστέρια που κάνουν την διάρκεια τους πιο φωτεινή και υποφερτή.
Την ημέρα παρατηρώ ψιλά στον ουρανό σμήνη πουλιών να πηγαίνουν ... κάπου! Πάντως έφυγαν από κάπου και πηγαίνουν κάπου αλλού. Όπου και να είναι αυτό το κάπου, είναι τόσα πολλά που θα πρέπει να είναι ωραία εκεί.
Τα θαυμάζω και τα ζηλεύω συγχρόνως. Γιατί μπορούν και πετάνε ψιλά στον ουρανό. Πιο κοντά στον ήλιο και στα αστέρια από εμένα. Γιατί πηγαίνοντας σε αυτό το “κάπου” βλέπουν και άλλα μέρη. Άλλα τοπία. Εγώ από την στιγμή που με έβαλαν εδώ δεν έχω δει τίποτε άλλο. Γιατί είναι μαζί με άλλα ενώ εγώ είμαι μόνος μου από την πρώτη στιγμή.
Ήρθε και το καλοκαίρι. Οι βροχές σταμάτησαν. Ο ήλιος κάθε μέρα γίνεται και πιο ζεστός και οι νύχτες όλο και πιο μικρές, ζεστές και ήρεμες.
Τα πουλιά εδώ όμως ακόμα δεν με πλησιάζουν. Ίσως τώρα να φοβούνται τα ρούχα μου. Είναι πλέον γεμάτα τρύπες και σκισίματα. Ξεθωριασμένα και θαρρείς έτοιμα να πέσουν. Όσο για το καπέλο μου, έτοιμο να φύγει από το κεφάλι μου με τον πρώτο μεγάλο και δυνατό αέρα. Ίσως αυτό να είναι πιο τυχερό από εμένα. Ίσως δει νέα μέρη. Γνωρίσει και κάνει φίλους. Μπορεί και να γίνει φωλιά για κάποια πουλιά. Ίσως. Που ξέρεις. Πάντως θα είναι πιο τυχερό από εμένα.
Πλέον η μόνη μου συντροφιά και παρηγοριά αν θέλετε είναι τα αστέρια. Αυτά μου κρατάνε συντροφιά και κάθονται και με ακούνε. Κάπου κάπου, όταν βλέπω κάποιο αστέρι να πέφτει κάνω μια ευχή. Δεν ξέρω γιατί κάνουμε ευχή όταν πέφτει ένα αστέρι από τον ουρανό. Έτσι άκουσα να λένε πριν καιρό κάποια πουλιά.
Όταν συμβαίνει αυτό, εύχομαι να γινόμουν και εγώ σαν εκείνα τα πουλιά που πάνε παρέα με πολλά άλλα σε αυτό το “Κάπου”. Να φύγω από αυτήν τη γη. Να φύγω από την μοναξιά. Να κάνω φίλους. Να δω νέα μέρη και να βρεθώ πιο κοντά στον ήλιο και στα αστέρια.
Μα τι λέω όμως. Είμαι απλά ένα σκιάχτρο. Δεν είμαι πουλί. Ούτε θα γίνω ποτέ μου.
Ίσως πρέπει να αλλάξω την ευχή μου. Ναι αυτό πρέπει. Να ευχηθώ να έρθουν οι άνθρωποι και να με πάρουν. Να μου αλλάξουν αυτά τα σκισμένα και φθαρμένα ρούχα και να με βάλουν αλλού. Σε άλλο μέρος. Σε άλλο χωράφι.
Και όταν συμβεί αυτό, ΑΝ συμβεί αυτό, δεν θα τρομάξω τα πουλιά. Θα τα καλέσω κοντά μου. Να κάθονται στα χέρια μου κ να μου κάνουν παρέα. Να μου λένε ιστορίες. Να νοιώθουν ασφάλεια κοντά μου.
Ναι αυτό θα κάνω. Θα φωνάξω δυνατά για να με ακούσουν τα πουλιά. Και θα τους πω: “Έι, εσείς πουλιά. Εσείς εκεί. Μη με φοβάστε. Δεν θα σας κάνω κακό. Ούτε θα σας τρομάξω για να φύγετε. Ελάτε αν θέλετε και εδώ, πάνω στα χέρια μου να κάτσετε. Δεν είμαι κακός. Δεν είμαι άνθρωπος. Είμαι απλά ένα σκιάχτρο. Δημοσίευση στο stixoi.info: 22-09-2013 | |