Των Φυτων Και Των Υδατων Δημιουργός: ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info
Α’
Ντέφι θρυμματισμένο του ήλιου
πως να χορέψει ο κόσμος με αυτόν
τον κομματιασμένο ρυθμό σου;
Ηχείς παράταιρα
πάνω απ’ τις επάλξεις των χελιδονιών
που υπερασπίζονται ένα τσαρδί από κρύσταλλο.
7.7.2007
Β’
Ζόφε ιερέ που με έχεις
μανιασμένο αεράκι της ψυχής
η θέληση έρχεται νικηφόρα
μες την ζωή επάνω στην ζωή!
Μου υπακούνε όλα: κι ο βυθός
που κατέβηκα σαν ένας άλλος
ουρανός να εξαγνιστώ-
και το άλλο μέρος της ζωής μου
που άναψε ξαφνικά όταν τέλειωσαν όλα-
μάντεψε το αύριο
μετά από την πίκρα που αφήνανε οι μέρες
στις αυλές με τους βασιλικούς και τις μαυροφορεμένες
γερόντισσες, στις πλάκες πάνω
ακούγεται το τόπι του μικρού παιδιού.
Κάποιος νικάει τον θάνατο….
κάποιος το ξέρει ότι η ζωή θα συνεχίζεται-
όπως άπαρτο κάστρο….
Γ’
Μέρες ξανθές οπώρες
Διανοίγοντας ένα Ιούλιο πέρασμα
Ιούνιος Ιούλιος Αύγουστος
Ξαναγραμμένες ομορφιά και ανέμους
Βότσαλα παραλίας ερημικής
Που ασκήτεψαν οι επιθυμίες μας
Νερά πρασινωπά μνήμες
Από την παιδική σου ηλικία
Στην Λέσβο ανάβοντας τα φώτα εξοχής
Ατσάλινες κλωστές της ζέστας
Που ράβουνε το ύφασμα λάβρων μεσημεριών
Χοροί χελιδονιών στα χαμηλά
Μάτια έκπληκτα ανάσες
Λαχανιασμένες πόδια
Κουρασμένα απ’ το τρεχαλητό επάνω στην χαλικωσιά
Κάτω απ’ τις καρυδιές ο ίσκιος παίζει
Με μια δροσιά νερών από μπαρούτι.
Στο περιβόλι με τσαχπίνικα
Ζαρζαβατικά της θεία Σταυρίτσας έγνοια
Ντομάτες κόκκινες σαν υποψίες
Καρπούζια ριγωτά σαν πιο παράξενα άλογα
Και μελιτζάνες-
Φαλλοί ταλαιπωρημένοι.
Ξυλόγλυπτες κονσόλες με καθρέπτη πάνω τους
Φωτογραφίες προγόνων με μουστάκι
Παππούς, προπάππους, τα ασημικά
Που μαραγκιάζουνε στην θλίψη του μετάλλου.
Εκεί οι φίλοι οι παιδικοί σαν τα λιμάνια
Που τα καράβια αγαπούνε να 'ρχονται
Αλητείες στην ηλικία των δώδεκα
Κι όμως αγιότητα όλα
Και τα τετράδια σου με τα ποιήματα
Που τα 'σκισες για ν’ ασκητέψεις
Κι οι θυμωμένες μέρες σου όλα
Να σε διαμορφώνουν σαν παλίμψηστο
Μεριές μεριές να γράφεσαι την μοναξιά
Κι όλες οι ύστερα σιωπές να σου την αναιρούνε….
Κι ο φούρνος στην παλιά αυλή με μια οσμή
Από βωμού θυσία και τσίκνα
Κι οι λιγοστές ελιές όπου τα τσοπανόσκυλα
Προσέχουνε το αμέριμνο κοπάδι.
Όπως οι Παναγιές τις νοιώθεις σαν γειτόνισσες
Και βλέπεις τες ν’ ανεβοκατεβαίνουνε τα καλντερίμια
Τοπία ψυχής παιδιού τα καλοκαίρια ύστερα από το σχολείο
Πρωτόγνωρες χαρές και ζωγραφιές
Του ματιού που μαθαίνει χρώματα.
Και οι κοπέλες ρόδινες σαν αινιγματικά ελάφια
Με χυμό σαν αναμμένα φρούτα, απαλές
Λαβωματιές σκιρτήματα
Πρώτα κι αξεδιάλυτα
Σκοτάδια
Με φουστάνια
Παρδαλής μαγείας
Που κρύβουν από κάτω ένα θαυμαστικό
Με χείλια
Που σου ανάψανε φωτιές που δεν θα σβήσουν….
8.7.2007
Δημοσίευση στο stixoi.info: 30-11-2013 |