Αυτ' η σιγή, μια αναβολή και μία λύτρωση

Δημιουργός: Philologus 89, Ορέστης-Ίωνας

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Κάποιες φορές είναι σιγή.
Άλλες πάλι θλίψη.
Μη μου ζητάς να δώσω ορισμό σε καθετί που νιώθω.
Δύσκολο να ορίζεις το αόριστο.
Το μυαλό; Αυτό πολύ πιο δύσκολο.

Κι όσα θες καμιά φορά να πεις,
κι όσο κι αν επαναστατείς,
κι όσο κι αν θέλεις να φωνάξεις, να κραυγάσεις, ν’ ακουστείς,
ξέρεις;
Ειν’ η σιγή καμιά φορά η πιο αφόρητη κραυγή.

Γι’ αυτό αγαπάω τους ανθρώπους που γελάνε δυνατά.

[…]

Και τις απροσδόκητες αυτές στιγμές.
Που ακούω τη μουσική σου. Σε διαβάζω.
Σε βλέπω μπροστά μου. Σε μυρίζω.
Είσαι μίλια μακριά, κι όμως σε νιώθω.

Μιλάμε, δεν τ’ ακούς;
Κι είν’ η φωνή μου αυτή.
Δεν είν’ σιγή.

Πάντα με κατηγορούσες
γι’ αυτήν την αιώνια, τη μακρόσυρτη σιγή μου.
Ποτέ δεν μπόρεσες να δεις πως ήμουν έτοιμος.
Έτοιμος, για να φωνάξω.
Δυνατά, και ν’ ακουστώ παντού.

[…]

Μακριά, μακριά απ’ την ψυχή μου τώρα πέταξε η μορφή σου.
Έπαψα γι’ αυτό να σκέφτομαι το μάταιο ενδεχόμενο.
Εκείνο της κραυγής.
Δεν είν’ το «ναι» μου που φουντώνει
ούτ’ είν’ το «όχι» που σιωπά.

Είν’ το ερώτημα που μεγαλώνει μέσα μου.
Αποκτά φωνές, χίλιες κραυγές. Που τώρα κραυγάζει δυνατά.
Μα, όπως σου είπα, δεν ξέρω να δίνω στις λέξεις ορισμούς.
Ξέρω όμως ότι, αν λείπεις εσύ, λείπει και το νόημα.
Πώς να μιλάω δυνατά, να γελάω δυνατά, να αγαπάω δυνατά;

Λείπεις εσύ, τότε γιατί; Πες μου, γιατί;
Τότε, γυρίζω στη σιωπή.
Κι είναι, ας πούμε, αυτ’ η σιγή μια αναβολή και μία λύτρωση.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 13-01-2014