Χρώματα

Δημιουργός: Ανδρέας Ανδρέου

Ένα μάτσο παιδικές αναμνήσεις, συντριβές, προσδοκίες, σκιρτήματα, λαχτάρες, αναζητήσεις, μικρές απάτες που από καρδιάς τις μοιράζομαι μαζί σας για να τους δώσω εύρος και υπόσταση. Αφιερωμένο σε όποιον θυμάται με νοσταλγία τα χρόνια που τον διάπλασαν...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ο αστράγαλος μου πονάει και καίγεται στο πάτωμα
τα κουδούνια κτύπησαν δυο φορές και σταμάτησαν
κάποιος τα τροφοδοτεί με μπαρούτι
κι όταν ανοίγω την πόρτα δεν είναι κανείς.
Επειδή δεν υπήρχε επειδή στο κατάμεστο γιατί μου,
επειδή μια νύκτα θρασιά φλερτάρισε με το αγόρι της,
επειδή τα επειδή μου έγιναν με ειδικές ανάγκες.
Πριν καταγγείλεις την αλήθεια κατάματα
να δεις πως εκείνο το πρωινό έγινε διαδοχή
να ψαχουλέψεις την πυρίπνοη αντοχή του,
μια κραυγή που υπήρξε παραπονεμένη και τόση,
ως τον ουρανό και τ' αστέρια του, τόοοσο ψηλά!
Γιατί μπαμπά ο θείος Μαρίνος δεν ξυπνάει πια;
Θυμάσαι μπαμπά που μου χάϊδευε τα μαλλιά τα καλοκαίρια;
Γιατί πέθανε μπαμπά ο θείος Μαρίνος, τον πήρε ο Θεός;
Πώς έγινε ο χρόνος ιστορία πριν προλάβω να νυστάξω;
Πώς τα γιατί μου δολοφονήθηκαν βίαια κάτω από ένα άρρωστο δέντρο;
Πώς τόσα χρόνια κοιτώ τον ήλιο κι αυτός αρνείται να μ' ακούσει;
Πόσες ιστορίες θα γραφτούν ακόμα για θείους Μαρίνους και καλοκαίρια;
Ευτυχώς που υπάρχει ακόμα η παλιά άμαξα και το κάρο στην αυλή
ο παππούς που μας έσφιγγε στην αγκαλιά του μέχρι να κλάψουμε
η γιαγιά που μας έλεγε πως το πόδι της πονάει και γέλαγε.
Μια Κυριακή θα 'ναι αλλιώτικο το καφεδάκι μας στον κήπο
θα 'ρθουν όλοι ξανά ένας ένας να μας δουν και να μιλήσουμε,
΄΄ονειροφαντασίες και ουράνια σχέδια΄΄ θα πει η αδερφή μου ξανά.
Τα μάτια μου θα 'ναι το ίδιο μολυβιά όπως και τώρα και αύριο,
στη τσέπη μου θα κρατάω δυο γλυκά για τη Χαρά και την Κατερίνα,
η παλιά μοτοσυκλέτα είναι από καιρό σακατεμένη χωρίς αέρα,
το φορτηγό χωρίς πινακίδες και τιμόνι καλό, ε μπαμπά;
Τα κραγιόνια μου θα 'ναι όλα ξυσμένα και θα ζωγραφίζουν αγάπες
άλλες ψηλές και πράσινες άλλες με μεγάλο καπέλο.
Ο δάσκαλος θα μου πει μπράβο ξανά κι εσύ θα καμαρώνεις μπαμπά.
Κι όταν μεγαλώσω θα γίνω ακόμα πιο μικρός,
για να πω σε ένα ξάδερφο μου όχι και σε ένα φίλο μου ναι
για να παίξω σε μια αλάνα μπάλα ή πόλεμο και να γίνω όλος σκόνη
να με φυσήξει ο συνεργάτης των ονείρων μου άνεμος,
να φτάσω ουρανομήκης σ' εκείνες τις Κυριακές με καφέ,
που θα έρχονται όλοι ξανά να μας βλέπουν και να γελάμε.
Κι αν δεν έρθουν αυτοί θα πάμε εμείς να τους βρούμε, ε μπαμπά;
Μη μου πεις πως δεν κάνει να πάνε παιδιά εκεί, θα πάω...

23Φεβρουαρίου2006


Αστυάνακτας.


Δημοσίευση στο stixoi.info: 09-03-2006