κάθονταν οι γριές παλιά

Δημιουργός: ΕΛΕΑΝΝΑ, Λένα Κατσιμαντού

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

κάθονταν οι γριές παλιά με μαύρα ρούχα στα πεζούλια
ούτε γελούσαν ούτε και κλαίγαν εύκολα απ'τα λόγια
μικρά παιδιά πετούσαμε τα εικοσπεντάρια τα καψούλια
κι ούτε που συγκινούνταν απ'τον κρότο κι απ τη φλόγα

Ο κάθε μαχαλάς είχε θρηνήσει αδέρφια ,αντρες και παιδιά
μες τους πολέμους που θυσίαζαν τα κορμιά τους οι ψυχές
κι οι ιστοριες που ακούγονταν μες της πλατείας την καρδιά
άφηνε μυρωδιά θανάτου με το θρόισμα απ 'τις φυλλωσιές

Λέγαμε ρόιτερ κι η αναμετάδοση ήταν άμεση και έγκυρη
τηγάνια που δεν πλένονταν από τις νύφες κι απ'τις κόρες
φωτογραφίες που αλοίωναν με τα κοστούμια οι βέβηλοι
τ' άντάρτικο για να σβηστεί και το μπαρούτι απ'τις εικόνες

Ως τη στιγμή που άρχιζε η χορωδία απ'τις κατάρες
τα γόνατά μας ήταν με τα δέρματα στη θέση τους
ύστερα τρέχαν με το γιε'μ και τα οινοπνεύματα οι μουλαρες
κρατώντας επιδεικτικά κουτσαίνοντας τη μέση τους

Στις τραγωδίες όλοι λεν πως έχουν δίκιο κι ειναι αλήθεια
όμως χαίρι στη ζωή δεν είδαμε κανείς και τύχη να χαμογελάει
και κουβαλάμε και μια άμαξα φωνές του κάτω κόσμου πλύθια
που κολυμπάει τ' άλογατά της στη καρδιά να μην τολμάει..

Δημοσίευση στο stixoi.info: 24-02-2014