Ξέμπαρκη χαρά Δημιουργός: Jorlin Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Είναι κείνη τη νύχτα που όλα τα όμορφα μοιάζουν ν’ αγαπιούνται μεταξύ τους
Που όλα τα όμορφα μοιάζουν ν’ αγαπούν κι εμάς
Αγαπά ο αγέρας-πλανόδιος μουσικός τα σκόρπια δέντρα στην απόμερη παραλία
Που ντύνουν με τρυφερά μουρμουρητά την άναρχη μελωδία του
Αγαπά ο ουρανός τη γη και της χαρίζει σωρούς αστραφτερά διαμαντικά – τα πεφταστέρια του
Αγαπά το καλοκαίρι τη θάλασσα
Κι η θάλασσα τ’ αμέτρητα όνειρα
Που παραφυλάνε πίσω από έναν κόκκο άμμου το καθένα τους
τρεμίζοντας σαν πυγολαμπιδάκια νεογέννητα
Και τα όνειρα αγαπούν τον έρωτα
Που αγωνίζεται να βρει τη θέση του μες στα φλεγόμενα κορμιά μας αγχωμένος
Ο έρωτας ιδίως μας αγαπά – δεν το πιστεύεις;
Κι έτσι κι εγώ το θέλω και, ναι, το ονειρεύομαι
Πως αγαπώ εσένα
Εσένα
Που κρυφά αγαπάς τον πόνο σου
Τι γυρεύεις, τι γυρεύεις μες στην ομορφιά ετούτη την απέραντη;
Τι ψάχνεις μέσα στης ζωής τα πιο αγνά, θεσπέσια λημέρια;
Αν θες στοργή, άφθονη θα βρεις
Πάθος - κι αυτό σε τρανταχτές ποσότητες υπάρχει
Εδώ ζει η αφρόκρεμα των πιο γλυκών αισθημάτων και συγκινήσεων
Σ’ ετούτη την ακτή των άσπιλων ελπίδων και της χειροπιαστής ευτυχίας
Μα εσύ, εσύ
Στρέφεις το βλέμμα μ’ απελπισία σε κάτι σύννεφα μουχλιασμένα
Που σκεπάζουν απ’ άκρη σ’ άκρη τον γκρίζο ουρανό του παρελθόντος
Και ζητιανεύεις τη χλωμή αχτίδα ενός περίλαμπρου ήλιου
που στα βάθη τους πιστεύεις πως παραμονεύει πεισμωμένος
με τις γιρλάντες τις ευτυχίας μπερδεμένες στις σφιχτές γροθιές του
Κρίμα, πόσο κρίμα!
Στην ακρογιαλιά της χαράς να σεργιανίζουμε λειψοί εγώ κι εσύ
Μόνοι - και κατά έναν τρόπο αντίστροφα μαζί
Εγώ που αρνούμαι να σκεφτώ
Κι εσύ που αρνείσαι να νιώσεις
Όχι, δε χόρτασες ακόμα πόνο
Ούτε θες σύντροφο στο φαγοπότι της χαράς
- Αργά τ’ ομολογείς –
Συνδαιτυμόνα στο άθλιο γεύμα του πόνου σου ζητάς
Να μοιραστείς τα πικρά φαγητά και τα εμφιαλωμένα δηλητήρια
Τι θρασύ λάθος!
Να σύρεις στην παγίδα σου την ομορφιά με ψεύτικη υπόσχεση ευτυχίας!
Όχι, όχι
Θα φύγει... ναι, θα φύγω νηστική
Άλλα δείπνα μού έταξες
Κι εγώ την πείνα μου δε θα χορτάσω με θλίψη που δεν είναι καν δική μου
Όσο κι αν λιμοκτονώ
Γιατί, αν θες να ξερεις
Τόσο πολύ φαρμάκι καταβρόχθισα άλλοτε
Που με διαπότισε ως το μεδούλι της ψυχής μου
Τόσο που τον παλιό μου εαυτό τον πέταξα για να γλιτώσω
Απ’ τη συσσωρευμένη, τη βαθιά απορροφημένη την πικρία
Και το καινούριο, άθικτο Είναι που σκαρφίστηκα
Ακόμα πασχίζω να τ’ ανακαλύψω, να το καταλάβω
Κι ένα μόνο στα σίγουρα γνωρίζω ήδη:
Πως ούτε είμαι
Ούτε θέλω πια να ξαναγίνω πόνος
Φεύγω λοιπόν
Αφού τον πόνο σου εσύ με τόση φλόγα κι αφοσίωση αγαπάς
Εγώ ποθώ αγάπη, μα δεν είμαι πόνος
Είμαι χαρά
Ανθεκτική, επίμονη χαρά
Που ακούραστα κι αέναα αναζητά την πλήρωσή της
...
Δημοσίευση στο stixoi.info: 08-03-2014 | |