Νίκος Γούναρης Δημιουργός: daponte, Σταύρος Ο Τσιτσάνης είπε: «Όσο υπάρχει Γούναρης δεν μπορεί το λαϊκό τραγούδι να σηκώσει κεφάλι». Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info * Μια απ’ τις σημαντικότερες προσωπικότητες που αναδείχθηκαν ποτέ στο ελληνικό τραγούδι. Μέγας ερμηνευτής, συνθέτης, στιχουργός και λαμπερός διασκεδαστής με αξεπέραστες καταθέσεις στο ενεργητικό του και εμφανίσεις που άφησαν εποχή. Ο Νίκος Γούναρης είχε το χάρισμα της επικοινωνίας με το κοινό που τον λάτρεψε και τον έχρισε θρύλο. Όπως συμβαίνει με ελάχιστους μονάκριβους και διαλεκτούς. Γεννήθηκε το 1915 στην Αθήνα και μεγάλωσε στο Βοτανικό. Ο πατέρας του εργαζόταν ως τσαγκάρης στα Ανάκτορα αλλά είχε πάθος με τη μουσική, έπαιζε μαντολίνο και τραγουδούσε. Από παιδί ο Νίκος Γούναρης μπολιάστηκε με το μικρόβιο του τραγουδιού και συχνά με την κιθαρίτσα του ντουετάριζε μαζί του. Αν και αυτοδίδακτος γρήγορε εξελίχτηκε σε βιρτουόζο. Είναι επίσης γνωστός από την συμμετοχή του στο Τρίο Μπελκάντο.
** Από το 1936 που έκανε το επίσημο ντεμπούτο στο τραγούδι και την δισκογραφία ο Γούναρης έκλεψε τις εντυπώσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πρόσωπο και την τέχνη του υποκλίθηκαν τόσο οι εκπρόσωποι του ελαφρού όσο και του λαϊκού τραγουδιού και μάλιστα σε μια εποχή που ανάμεσα στα δύο μουσικά στρατόπεδα υπήρχαν σαφείς διαχωρισμοί. Θαυμαστές του υπήρξαν μεταξύ άλλων ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Θόδωρος Δερβενιώτης, ο Βαγγέλης Περπινιάδης, ο Στέλιος Καζαντζίδης κ.ά. Καταργώντας τους διαχωρισμούς και τα στεγανά ο Γούναρης εμφανίστηκε σε κοσμικά μαγαζιά (Σε Λαπέν) αλλά και κλασικά λαϊκά κέντρα (Τζίμης ο Χοντρός) πάντα με ξεχωριστή επιτυχία και υψηλό μεροκάματο, μέρος του οποίου πήγαινε σε φιλανθρωπίες και ειδικές χειρονομίες σε φίλους και αγνώστους που είχαν ανάγκη. Είχε την φήμη του καλόκαρδου, γαλαντόμου και γενναιόδωρου ανθρώπου.
*** Ιστορικές έχουν μείνει επίσης οι ζωντανά ηχογραφημένες παραστάσεις του στο Σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων και οι έκτατες εμφανίσεις του σε κινηματογραφικές ταινίες της δεκαετίας του ΄50. Το 1947 ταξιδεύει στην Αμερική όπου και αποθεώνεται. Δόξες θα γνωρίσει, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης όπου υπάρχει Ελληνισμός, από την Αυστραλία έως και την Αφρική. Παρά τις μακροπρόθεσμες απουσίες του στο εξωτερικό και τις αλλαγές στα μουσικά δρώμενα, με τα μπουζούκια πλέον στην πρωτοκαθεδρία, ο Γούναρης μέχρι και το φινάλε του παρέμεινε εξαιρετικά λαοφιλής.
Τραγούδησε, ομολογουμένως με συγκλονιστικό τρόπο, τραγούδια κορυφαίων συνθετών και στιχουργών. Ξεχωριστή μνεία πρέπει να γίνει για την σύμπραξή του με τον μέγιστο Μιχάλη Σουγιούλ. Μοιραία ο καλύτερος συνεργαζόταν με τους καλύτερους, γι’ αυτό και πολλά από τα τραγούδια που απέδωσε και συνδημιούργησε (ελαφρά, αρχοντορεμπέτικα, λαϊκά – σχεδόν όλα εντέχνως δομημένα και ενορχηστρωμένα) συνεχίζουν να συγκινούν μέχρι και τις μέρες μας.
# Έφυγε απ’ την ζωή, στα καλύτερά του, το Μάη 1965, εξαιτίας ενός παλιού τραύματος που τον είχε αναγκάσει να φέρει ξύλινο πόδι, και εξελίχθηκε σε καρκίνο. Την ίδια μέρα ο άρχων της Columbia , Τάκης Λαμπρόπουλος , έδωσε εντολή, στην βιτρίνα του καταστήματος Αφοι Λαμπρόπουλοι στην Σταδίου, να αναρτηθεί το πορτραίτο του καλλιτέχνη ως φόρος τιμής στην προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι. Μπροστά από την κάδρο του στην άδεια βιτρίνα με τις υποβλητικές κουρτίνες για φόντο στήθηκε λαϊκό προσκύνημα που αποθανάτισε ο φακός του μετρ της καλλιτεχνικής φωτογραφίας, Τάκη Πανανίδη. Όπως συμβαίνει ακόμη μερικές φορές στον Παράδεισο Αμαρουσίου εκεί που φιλοξενείται η προτομή του.
@@ Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του Μίμη Πλέσσα μέσα από την αυτοβιογραφία του (εκδόσεις Κάκτος) όπου περιγράφει ανάγλυφα στιγμές απ’ την συναυλία που δόθηκε το 1953 στο Καλλιμάρμαρο για τους σεισμόπληκτους του Βόλου:
«Το ΕΙΡ είχε δώσει τη συμφωνική του ορχήστρα και τη μεικτή χορωδία του, η Λυρική μας Σκηνή τους σολίστες και τους μαέστρους της, κι εμείς είχαμε βάλει τα καλά μας, είχαμε ενορχηστρώσει τα τραγούδια μας για τη μεγάλη ορχήστρα και διευθύναμε τους τραγουδιστές μας. Άστραφταν τα χάλκινα, δάσος ανεβοκατέβαιναν τα δοξάρια στα έγχορδα, έντονα ηχούσαν τα κρουστά, κι εμείς, ο ένας μετά τον άλλον, ανεβαίναμε στο πόντιουμ και δώσ’ του υπόκλιση, δώσ’ του ρεβεράντζα. Το Στάδιο γεμάτο και ο κόσμος ευγενικός μ’ ένα χειροκρότημα συγκρατημένο. Στο διάλειμμά αναγγέλθηκε ένας τραγουδιστής που έλειπε χρόνια στην Αμερική. Στην άδεια, μεγάλη εξέδρα κρατώντας την κιθάρα του προχώρησε με ιδιόρρυθμο βήμα (κουτσαίνοντας) και χωρίς συνοδεία τραγούδησε: Ένα βράδυ που ‘βρεχε… ταραραράμ (η κιθάρα του), που ‘βρεχε μονότονα… ταραραράμ – επέμεινε…
Δεν προλάβαμε να σκεφτούμε ότι θα πάει άπατος, χωρίς τα δικά μας «μεγαλεία», γιατί στο μεταξύ είχε φτάσει στο ρεφρέν. Και τότε 60.000 στόματα ακούστηκαν με μια φωνή: Αχ, αυτός ο άτιμος ήθελε μαχαίρωμα…!
Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα τι σημαίνει λαϊκός τραγουδιστής και αγαπημένο τραγούδι. Και πριν από το τέλος είχα γνωρίσει τον αξέχαστο τροβαδούρο, τον τραγουδιστή Νίκο Γούναρη!»
^^^ Μερικά από τα δημοφιλέστερα τραγούδια του:
##Για μας κελαηδούν τα πουλιά
##Για τις γυναίκες ζούμε
##Για την απονιά σου
##Γλυκά μου μάτια αγαπημένα
-##Αυτός ο άλλος
-##Ένα βράδυ που ΄βρεχε
-##Ο μήνας έχει εννιά
##Να το πάρεις το κορίτσι
[I][B] Δημοσίευση στο stixoi.info: 05-05-2014 | |