love

Δημιουργός: Tabasco

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Καθησε σε ενα πεζουλι ανημπορος να παει παραπερα.
Ενιωσε τις δυναμεις του να τον εγκαταλειπουν.
Θολωσε το μυαλο του.Η απογνωση εφτανε μεχρι το μεδουλι.
Ετρεμε κι ας ειχε 30 βαθμους εξω.Ειχε πετρωσει και
εμοιαζε με αγαλμα.Η μοναξια που βιωνε τον
οδηγουσε στην πιο αγρια ερημωση.Κλεισμενος στο δωματιο του
μπορουσε να την κουλαντρισει.Οχι εδω.Οχι εξω στο πληθος.
Ηθελε να τρεξει να κρυφτει ομως τα ποδια του δεν τον
υπακουαν.Ο εγκεφαλος εδινε και ξαναεδινε την εντολη
αλλα δεν εβρισκε ανταποκριση.Ανταρσια προδοσια σαμποταζ.
Δεν ειχε καμμια δουλεια να βγει απ'το λαγουμι του.
Ο κινδυνος παραμονευε σε καθε του βημα.
Μπορουσε να βρεθει παγιδευμενος και παγιδευτηκε.
Μπορουσε να βρεθει εξω απο αυτον τον κοσμο και βρεθηκε.
Δεν ηξερε τον τροπο να γυρισει πισω.
Ο εγωισμος το τελευταιο οχυρο του ειχε πεσει.
Ενιωθε να τον ρουφαει το ολο.
Ειχε μαζι του την ταυτοτητα την αδεια οδηγησης
την καρτα τραπεζης το βιβλιαριο υγειας και ενα συμβολαιο
θανατου με την υπογραφη του.Το μονο που ελειπε ηταν η
ημερομηνια.Γιατι οχι σημερα;Σκεφτηκε.Να περιμενει τι
και γιατι;Οι εκπληξεις μονο δυσαρεστες μπορει να ειναι.
Απλα συνηθιζεις υπομενεις αποκτηνωνεσαι.Κοιταξε τους
ανθρωπους που περνουσαν απο κοντα του.Ειχαν ψηλα το κεφαλι
και βιαστικο βημα.Δεν ειχαν δευτερες και τριτες σκεψεις
δεν ειχαν υπαρξιακα.Ηξεραν που πανε και τι ζητανε.Ηταν καλοκουρδισμενες
μηχανες.Δεν σκουριαζαν δεν χαλαγαν δεν παραδεχονταν τα λαθη τους.
Ξαναγυρισε στον εαυτο του.Το παρελθον του ηταν καταστροφικο
το παρον ανυποφορο το μελλον του δυσοιωνο.Στην απελπισια του
επανω σκεφτηκε τον θεο.Ειχε αναγκη να πιστεψει σε κατι
σε οτιδηποτε.Καριολακο δωσε μου κατι.Τωρα εδω σκεφτηκε.
Βαλθηκε να στριψει τσιγαρο.Οταν σηκωσε το κεφαλι μια γυναικα με
κοντη φουστα περνουσε απο διπλα του.Ξαφνικα φυσηξε αερας.
Η φουστα της σηκωθηκε ψηλα.Φανηκε το κιλοτακι της.Το κιλοτακι
της εγραφε love.Εκεινη τον λοξοκοιταξε αμηχανα και επιασε με τα
χερια της την φουστα για να μην ξανασηκωθει.Δεν χρειαστηκε ομως
γιατι ο αερας μυστηριωδως σταματησε.Αυτος της χαμογελασε.Ειχε
ξαναβρει το κεφι του.Σηκωθηκε απο το πεζουλι.Εβαλε τα γυαλια ηλιου του
Περπατησε προς το μετρο.
Πηρε τα διαφημιστικα φυλλαδια που του εδωσαν και ακουσε για τις προσφορες.
Ακυρωσε το εισιτηριο του.Περιμενε υπομονετικα τον συρμο.
Σκεφτηκε οτι καλο θα ηταν να σταματαγε στο σουπερ μαρκετ
να αγοραζε μια σαλτσα και λιγο κεφαλοτυρι.
Ειχε βαρεθει να τρωει σκετα τα μακαρονια του.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 15-06-2014