Εικόνες με λέξεις

Δημιουργός: melitaadam@yahoo.gr, Μελίτα Αδάμ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info







HMOYN TYXEΡΗ


Ναι, τελικά φαίνεται ήμουν τυχερή. Πρώτα με πήγαν στις φυλακές Αβέρωφ, το θυμάμαι πολύ καλά, γιατί εγώ νόμιζα πως Αβέρωφ ήταν καράβι.

Έμεινα δύο βράδια. Ύστερα με μετέφεραν, με μία κλούβα χωρίς παράθυρα, κάπου, που το κελί ήταν γωνιακό. 'Εβλεπα ένα κομμάτι από τον ουρανό και την κορυφή ενός δέντρου.
Αγωνιούσα, με ποίες γυναίκες θα με βάλουν.
Εκεί στου Αβέρωφ, με φόβισαν οι άλλες φυλακισμένες. Φώναζαν, έβριζαν, με κορόιδευαν, δεν πίστευαν πως είμαι δώδεκα χρονών. “… καλέ άκου δώδεκα χρονώνε. Σε μας τα λες; Εσύ είσαι γυναίκα με τα μπαλκόνια και με τα ούλα σου …
χα! χα! χα! ” και όλο και με τσιμπάγανε.

Ναι, ήμουν τυχερή. Το νέο μου κελί είχε πέντε κρεβάτια. Τέσσερις γυναίκες και εγώ. Πολιτικές κρατούμενες όλες.
Από την πρώτη στιγμή μου φέρθηκαν πολύ καλά. Τόσο ώστε οι μέρες να περνούν, οι εβδομάδες να φεύγουν και οι μήνες να εναλλάσσονται ήρεμα.
Η κυρά Σοφία, ήταν Γυμνασιάρχης. Η Καίτη, φοιτήτρια της Ιατρικής. Η Λιλίκα, ζωγράφος και η καλή μου Μαρία ήταν ένα μικρό τίποτα, όπως συνήθιζε να λέει. Μία απλή νοικοκυρούλα με ένα καλοσυνάτο χαμόγελο.
Την έπιασαν λόγω. . .αδελφού.
Αυτή η θεόσταλτη για μένα γυναίκα είχε αναλάβει για χρόνια τις κοτσίδες μου . Ο κόρφος της όπου συχνά λημέριαζα, μύριζε πράσινο σαπούνι και αγάπη και ήταν, και τις πιό κρύες νύχτες του χειμώνα ζεστός.
Η Μαρία μαζί με την Καίτη νοικοκύρευαν το κελί μας.
Η ζωγράφος είχε δώσει ένα χρώμα στους τοίχους με τα σκίτσα που έφτιαχνε. Ήταν περίεργη κοπέλα. Κλεισμένη στον εαυτό της, πότε ζωγράφιζε σαν τρελή, πότε έμενε ξαπλωμένη με τις ώρες σαν να κοιμάται, χωρίς να μας μιλάει. Πολλά βράδια την ακούγαμε να κλαίει.
Ήταν άγραφος νόμος να μην κάνουμε κριτική των στιγμών της αδυναμίας μας.
Εκείνο το Πάσχα κάποιος έστειλε στην Λιλίκα ένα μεγάλο κουτί με μολύβια χρωματιστά και το περίεργο είναι ότι της το παρέδωσαν, μαζί με ένα πολύ μεγάλο μπλοκ ζωγραφικής.
Δύο μερόνυχτα πέρασαν χωρίς να μιλήσει σε καμία μας. Είχε κουβαριασθεί πάνω στο κρεβάτι της, κρατώντας αγκαλιά το μπλοκ και τα μολύβια. Την τρίτη μέρα μας μάζεψε, καθίσαμε κάτω και μας οργάνωσε, έτσι ώστε να δουλέψουμε όλες μαζί για να φτιάξουμε ευχητήριες κάρτες. Το αποτέλεσμα σχεδόν τέλειο.
Η καλή μας Μαρία έκοβε σε μέγεθος καρτ ποστάλ τα φύλλα από τα μπλοκ, η Λιλίκα με την κυρία Σοφία ζωγράφιζαν τις "κάρτες"και η Καίτη είχε την επιμέλεια και τη σύνταξη καταλόγου των παραληπτών. Επειδή έγραφα όμορφα καλλιγραφικά γράμματα, μου ανέθεσαν να σχεδιάζω πάνω στις κάρτες τις ευχές, που ήταν " Καλή Ανάσταση" έτσι όμως γραμμένο που να διαβάζεται " Καλή Αντίσταση".
Παίζαμε με τις λέξεις. Φοβόμουν.
``Αυτοί", ευτυχώς, δεν κατάλαβαν τίποτα.
Το θράσος μας δεν είχε όρια, την πρώτη κάρτα τη στείλαμε στον Διευθυντή των φυλακών. Ακόμα ζωγραφίζαμε δέντρα που τα κλαδιά τους ήσαν χέρια που ζήταγαν βοήθεια ή κάτι έδειχναν ή μούντζωναν.
Η γυμνασιάρχης, η κυρία Σοφία, μου έκανε μάθημα κάθε μέρα τέσσερις ώρες το πρωί και δύο ώρες το απόγευμα.
Τα βράδια διάβασμα, παιχνίδια λεκτικά, τελίτσες, μακριά γαϊδούρα, σπαζοκεφαλιές, ακροστιχίδες και τέτοια.
Άλλοτε πάλι μας έκανε η Καίτη σεμινάριο ιατρικής ή η καλή μας η Μαρία μας γέμιζε το μυαλό με συνταγές μαγειρικής, με αποτέλεσμα να τρέχουνε τα σάλια μας από τις επιθυμίες.
Αυτό το σεμινάριο κατάληγε πάντα σε μαξιλαροπόλεμο.
Έτσι πέρασαν τα χρόνια.

Η κυρία Σοφία μία αστείρευτη πηγή, εγώ ένα διψασμένο σφουγγάρι.
Σαν συμπληρώθηκε ο χρόνος της ποινής μου, ήμουν πια κοπέλα 19 χρονών.
Όμως στο ίδιο ύψος που είχα όταν μπήκα μέσα, δεν ψήλωσα ούτε ένα πόντο.
Είχα κάτασπρο δέρμα, μαύρα μαλλιά με διάχυτε λεπτές ασημένιες τουφίτσες.
Τα μάτια μου από το πολύ διάβασμα με το λίγο φως, απέκτησαν μια εξοφθαλμία όχι πολύ αποκρουστική. Είχα όμως ένα τεράστιο πόθο, να γίνω γιατρός.Πρώτα όμως έπρεπε να πάρω το δίπλωμα του Γυμνασίου. ΄Ηταν τότε οκτατάξιο. Μου είχε πει η κυρία Σοφία πως, για όσους δεν παρακολουθούσαν κανονικά το σχολείο, γινόντουσαν εξετάσεις σε ειδικές επιτροπές του Υπουργείου. Πήγα.
Έμειναν όλοι έκπληκτοι. Δεν βρήκαν ούτε ένα λάθος ούτε στα προφορικά, ούτε στα γραπτά μου σε κανένα μάθημα. Ήσαν καλοί άνθρωποι μου έβαλαν παντού 20 και με πρότειναν για υποτροφία.
Ανοιγόταν ο δρόμος του ονείρου, του δικού μου και της Καίτης, ακόμα η δικαίωση των κόπων της κυρίας Σοφίας που με υπομονή όλα αυτά τα χρόνια μεταλαμπάδευσε τις γνώσεις και τις ιδέες της με τόσο θαυμαστό τρόπο.
Πήρα με πολύ καλό βαθμό και το Lower και το Groum st......


Τώρα θα έβλεπε ο κόσμος τι δουλειά μπορεί να γίνει στη φυλακή.
Πώς, πολύ απλά και εύκολα, μπορούν οι φυλακές από εκτροφεία ανταρτών, απατεώνων, ναρκομανών και κακοποιών στοιχείων να αναταχθούν έτσι ώστε να μπορούν, όσοι τουλάχιστον θέλουν και είναι πολλοί αυτοί, πιστέψτε με, να γίνουν άξια άτομα ικανά να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο.
Η λύση απλή. Πρέπει να δημιουργηθούν ομάδες, πυρήνες. Στα κελιά να είναι λίγα άτομα επιμελώς διαχωρισμένα με απαραίτητη την παροχή υλικού για : εργασιοθεραπεία, εργοτεχνία, μουσική, καλλιτεχνία, άθληση κ.κλπ.


Δεν μου επέτρεψαν να δώσω εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο, γιατί δεν είχα πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Απαραίτητη προϋπόθεση κατά το Νόμο.
Δεν μου έδωσαν υποτροφία ούτε διαβατήριο για να πάω να σπουδάσω έξω.
Ούτε καμία ιδιωτική Σχολή με δέχθηκε., να φοιτήσω.
Πάλεψα τέσσερα χρόνια. Κουράσθηκα. Τα παράτησα.
Προσπάθησα να δουλέψω. Να κάνω μεταφράσεις. Τίποτα.
Πάνε όλα χαμένα!
Moυ έκλεψαν τα καλύτερα παιδικά μου χρόνια κατά το χειρότερο τρόπο.


Κάποιος γνωστός, γνωστού με προσέλαβε πωλήτρια σε κατάστημα που πούλαγε κάλτσες. Εννέα ώρες την ημέρα ορθοστασία.
Πόσο δύσκολα και σκληρά είναι τα χρόνια έξω από τα κάγκελα . . .


Μας διηγείται η Τέρψη

Δημοσίευση στο stixoi.info: 01-08-2014