Φιρντούσι

Δημιουργός: kotsani, Γιώργος Σοϊλεμεζίδης

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ο Φιρντούσι γεννήθηκε κάπου στο 932/940 (μετά Χριστού). Το επικό του ποίημα «Σαχ-Ναμε» αποτελείται από 60.000 στίχους και περιγράφει τις ιστορικομυθικές παραδόσεις του Ιράν από τις απαρχές του έως την αραβική κατάκτηση (7ος αιώνας).
Το απόσπασμα αναφέρεται στην εποχή του ζωροαστρισμού, την αρχαία θρησκεία των Περσών και δίνει εντύπωση μαγικού; Εξωγήινου; Επέκεινου κόσμου;


Απόσπασμα από το «Σαχ Ναμέ»
(Βιβλίο των βασιλέων)

Είμαι εδώ και δεν είμαι εδώ, είμαι παντού και πουθενά,
Σκιά είμαι στου ερέβους τα σκοτεινά.
Στην μαυρίλα την νυχτερινή, πυκνή σαν λάδι,
Είμαι μπροστά σου μες στο μαγικό σκοτάδι.
Αθέατο το σώμα μου, αόρατο το πνεύμα,
Με τη μορφή μου να γίνεις τέλειο πλέγμα.
Θα μπει στην καρδιά σου μελωδικό τραγούδι
Και θα ανθίζει σαν φανταστικό λουλούδι.
Το φως σου δίνει, φέρνει τα συνηθισμένα,
Η νύχτα η κατάμαυρη είναι ελκυστική παρθένα.
Η αγάπη της είναι ολόλευκο φως,
Να δεχθείς το κάτι άλλο χαρωπός.
Αλλά θα ρωτήσεις: «Ποια είμαι εγώ;»
«Είμαι εκείνη που δεν είμαι τώρα και εδώ,
Από το σκότος ήρθα και στο σκότος αποχωρώ
Να βρω την πιο βαθιά σπηλιά, αφού την σκιά κυοφορώ.»
Και τότε θα μου πεις: «Η απόκριση σου είναι μισή,
Θέλω απάντηση απλή: Ποια εις’ εσύ;»
Το απάντημα θα έρθει βαθμηδόν.
«Απρόσιτη αυτή η γνώση προς το παρών.
Τα πάντα θα γνωρίζεις μόνος: το ζόφος ασκεί
Όταν ως σκιά θα πετάς εδώ κι εκεί.»
Τώρα παρακαλώ! την αόρατη μορφή μου να δεχθείς,
Και τις επιθυμίες τις καρδιάς σου να μην απωθείς.
Τα μυστικά του σκότους θα αποκαλύπτουν:
Μυθεύματα, επίνοιες και φόβοι θα εξαφανιστούν.
Και των ονείρων το μυστήριο θα γίνει κατανοητό,
Των σκιών του σύμπαντος, το κρυφό, θα γίνει νοητό.
Από του φως τα βάσανα με κρύψε, σε παρακαλώ!
Κι αλήθειες θα γνωρίζεις, που δεν χωράει το μυαλό.
Γιατί ήρθα σ’ εσένα; Θα ρωτήσεις ξανά,
Και τι σου έφερα: καλοτυχία ή δεινά;
Θα πω περήφανα: «Ήρθα από τη μαύρη λησμονιά,
Για να ανοίξω στην καρδιά σου την ωραία σκοτεινιά»
Θα απομακρυνθείς φωνάζοντας: «Να φύγεις, είσαι τρελή!
Ανατριχιάζω απ’ τη μορφή σου, κι απ’ το σκότος πιο πολύ!»
Θα σε εγκαταλείψω στου μυαλού σου το σκοτάδι,
«Δεν πρόκειται να πίνεις απ’ αυτό το καθαρό πηγάδι.»
Αλίμονο! Άτολμο το ανθρώπινο κοπάδι.
Κι αυτό αποτελεί ένα μοιραίο ψεγάδι.»
Το φως συντροφεύει με του θορύβου την ταραχή,
Ενώ ο σκότος έχει της σιωπηλής γαλήνης την ευχή.
Είναι των ελεύθερων από τις προλήψεις η φιλοσοφία,
Από την ερημιά του αντλεί τις ικανότητες του η ιδιοφυΐα.
Δεν ζουν εκεί οι έννοιες: καλό – κακό,
Δεν έχουν νόημα οι λέξεις: ανήθικο και ηθικό.
Που και που ο άνθρωπος τα μάτια του στον ουρανό σηκώνει.
Τι νύχτα, που είναι του Θεού η σκιά, να αποθεώνει.
Σ’ αυτόν τον κόσμο ζει μόνο το απόλυτο κενό
Μαζί με το στραβό και βουβό σκοτεινό,
Εκεί που δεν γεννιέται τίποτα κακό και ούτε καλό.
Εκεί που πεθαίνει το πραγματικό κι απατηλό.
Τι κρίμα! Που δεν θέλεις να φύγουμε μαζί
Στον κόσμο που υψώνεται η μαύρη αυγή.
Ενώ εγώ θα φύγω στον κόσμο των αμίλητων σκιών,
Όπου διαλύεται το παρών μες στο απών,
Όπου ο νους μου αναπνέει, ενώ το σώμα σιωπεί,
Όπου το πνεύμα μου πικρογελώντας, μες στο σκοτάδι θα χαθεί.
[I]

Δημοσίευση στο stixoi.info: 11-09-2014