Ο παντογνώστης

Δημιουργός: pennastregata, Αγάπη Μουνδριανάκη.

τυρβάζω P (μόνο στο ενεστ. θ.) : μόνο στην έκφραση μεριμνά και τυρβάζει περί πολλά, για κπ. που ασχολείται με πολλά συγχρόνως και παραμελεί το κύριο έργο του. < αρχ. τυρβάζω (η φρ. από την Κ.Δ.: Mάρθα, Mάρθα, μεριμνᾷς καί τυρβάζη περί πολλά

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Λερώθηκαν τα χέρια μου
απ' της εφημερίδας τις ειδήσεις
και το μυαλό μου μούδιασε
απ' όσα η γλώσσα ντράπηκε να πει.
Κι εσένα, παντογνώστη μου,
που αφειδώς προτείνεις χίλιες λύσεις,
τσαλάκωσα και πέταξα
στον κάδο που χωρά μόνο ντροπή.

Το μόνο που μετάνιωσα
-κι ακόμη με πονεί και με ρημάζει-
είναι που δεν επρόλαβα
να σε ζυγίσω στο βαθύ κενό...
Στο ίδιο κενό που μ' έριξες,
για να μπορεί η αφεντιά σου να τυρβάζει
περί πολλά και ανούσια,
δίχως μια στάλα ανθρωπιάς για χορηγό.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 22-09-2014