Μεταβίωση

Δημιουργός: ΑΝΤΗΣ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

ανεβήκαμε στα λαξεμένα μονοπάτια
ανάμεσα σε μυρσίνια και μυρτιές
όπου κι αν γυρνούσαμε τα μάτια
το βουνό κολυμπούσε σε πράσινες φυλλωσιές
το χώμα ήταν γεμάτο θρύψαλα απο πέτρες κοφτερές
κάποτε ήσυχα μας έκαιγε ο ήλιος κάποτε σκιά μας δρόσιζε πολλή
ξάφνου μας φάνηκε πως ακούσαμε φωνές
-εεϊ εσείς εκεί πάνω,εσείς που ακόμα νείρεστε οι αβροί-
κοιτούσαμε όλοι γύρω μας κι ο ένας τον άλλονε κατάπληχτοι βουβοί
-εσείς ναι εσείς που μας ξεχάσατε σε τούτα εδώ τα ματωμένα μέρη-
έμεινα ν'αφουγκράζομαι γνώριμη ξεχώρισα την πιο βαριά φωνή
ήταν εκείνος ναι εκείνος κι ήταν ιούλης καλοκαίρι
-Αντρέα ,Αντρέα σώστε μας και πάρτε μας μαζί σας
απ'τα σκοτάδια των ανόμων και τους αφρούς της λύσσας-

Λόγος πικρός λόγος βαρύς λόγος στο χέρι μου μαχαίρι
το κράτησα γερά και τόμπηξα στη γή τη χάραξα την ξέσκισα την έσκαψα
στο νού μου φώς στο διάβα μου λαγούμια στα μάτια μου αστέρι
το χώμα έσταζε,χοχλάκιζε μα να χτυπώ στιγμή δεν έπαψα
φίδια κι αράχνες βγαίνανε έξω βιαστικά κι αμέτρητοι κόκκινοι σκορπιοί
είχαν φαρμάκι περισσό κι ανεβασμένα τα κεντριά
και μας φοβέριζαν και γυάλιζεν η όψη τους φριχτή
μα δεν είχανε ψυχή ούτε καρδιά σταλιά.
Κι έβγαινες απο την άλλη μ'όλη τη νιότη σου εσύ
ψηλός σαν του βουνού παιδί και σαν των πεύκων αδερφός
κι ήσουν καθώς έστεκες κολώνα κάποια μέρα μακρυνή
και κοίταζες το θάνατο κατάματα αντρειωμένος σταυραετός



«πλησίασα και σε μιά άκρη σιγοκάθησα
ταράχτηκα που κοίταζα συνεχώς μα το δάκρυ μου κράτησα
πρώτη φορά μου έτυχε να επισκεφτώ ομαδική ταφή
πριν απο χρόνια το παλληκάρι που γυρεύανε είχε εκτελεστεί
το σκάψιμο με την αξίνα προχωρούσε
το τάφο ανοίγανε σιγά σιγά και το θέαμα πονούσε
τα κόκαλα άρχισαν να ξεφυτώνουν ένα ένα
ήταν κατακίτρινα με χώματα πάνω τους κολλημένα
ντυμένοι στα μαύρα οι συγγενείς γονατιστοί
τ'αραδιάζανε ευλαβικά και τα πλένανε με κόκκινο κρασί
μπηγμένο στο χώμα σιγόκαιε ένα κερί και θυμίαμα στο θυμιατό
λέξη δεν έλεγαν και το κλάμα τους ήταν βουβό
ευώδιαζε όλος ο τόπος τότε κι εγώ γονάτισα σπαραχτικά
-βρέθηκε το κρανίο- άκουσα τον αδερφό του να λέει βραχνά
-αυτή η τρύπα πάνω στο μέτωπο ήταν η χαριστική βολή-
έγινα ένα με το χώμα κι ένιωθα σα νάνοιγε η γή»

Δημοσίευση στο stixoi.info: 22-10-2014