Απαγκιστρωση

Δημιουργός: kostas maris, Κώστας Μιχαήλ Μαρής (Kosmima)

καλημέρα παιδιά, ευχαριστώ, χθες δεν μπήκα γιατί μου έτυχε ένα φιλαράκι σπίτι κι αυτοσχεδιάζοντας, εγώ στο στίχο, εκείνος στη μελωδία - κιθάρα, φτιάξαμε την "απαγκίστρωση"...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

ΑΠΑΓΚΙΣΤΡΩΣΗ

Έσπασε νύχτα τα δεσμά της φυλακής
σε τεντωμένο σύρμα επάνω ακροβατώντας
έγινε θάλασσα, φωτιά, αέρας, χώμα
Χριστός, αλήτης και σταυρός στη Βαβυλώνα
Ρομπέν και Νέρωνας, του Νόστου εκμαυλιστής
πετάει το νάρκισσο, τα ρούχα αλλιώς φορώντας

Ξέσκισε νύχτα τα ιμάτια της οργής
σε μουσκεμένη, σάπια τάβλα περπατώντας
ήπιε το Βόσπορο, του Αχέροντα το σώμα
σαν Τειρεσίας τυφλός, σαν Μίδας στον αγώνα
σαν ναύτης ξέμπαρκος κι αλλόκοτος μπεκρής
ζήση ζητά να βρει, τη ζήση του ξεχνώντας

Νύχτα ταξίδεψε για μπάρκο αλαργινό
σειρήνες γλείφανε τ’ αυτιά του τραγουδώντας
κερί δεν βρήκε, ούτε δεθεί είχε στην κολώνα
περνούσε ο Υάκινθος και πίσω μια γοργόνα
φιλί του πρόσφερε εκ μακρόθεν, κοντινό
μ’ αυτήν πορεύτηκε τον προορισμό αγνοώντας

Τα χέρια σταύρωσε μια νύχτα ευλαβικά
μεταλαμβάνοντας το φως, σκιά ακουμπώντας
το μήλο γεύτηκε, το σκώληκα όμως φτύνει
φιλάει τ’ ανέγγιχτο, ζητά ελεημοσύνη
στη λιτανεία του σαν λύκος αλυχτά
κι απαγκιστρώνεται απ’ το εγώ του, ηρεμώντας

Γέμισε νύχτα τα κενά της μοναξιάς
με φάλτσες νότες, σ’ ήπιους στίχους περπατώντας
στη μακαρία, στη λήθη όρθωσε ανδριάντα
τίμησε δεόντως το «ποτέ», τ’ αβέβαιο «πάντα»
σαν πάζλ κολλώντας τα κομμάτια της καρδιάς
από το «εγώ» στο «εμείς» και τούμπαλιν γυρνώντας





Δημοσίευση στο stixoi.info: 13-12-2014