Αράχνη

Δημιουργός: Ιχνηλάτης, Δημήτρης Κωνσταντινίδης

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ντύθηκε τα γεράματα και φόρεσε ρυτίδες.
Τους ώμους έγειρε στην γή. Άσπρισε τα μαλλιά.
Μέσ` στον τορβά της έκρυψε, την ζήλια και τις φήμες.
Στην σκέψη, όλα των Θεών, κακά κουτσομπολιά.

Για της θνητής πριγκίπισσας, τα θεϊκά τα χέρια
τόσα και τόσα ακούστηκαν, από θεούς κι ανθρώπους.
Τα κοραλλένια δάχτυλα, που κένταγαν τ` αστέρια
και ύφαιναν και έπλεκαν όλης της γής τους τόπους.

Πως τόλμησε η νεαρή, τον τίτλο να της πάρει;
Πότε ακούστηκε θνητή, Θεά να ταπεινώσει;
Να πεί πως είν` ανώτερη, να αρχίσει να σνομπάρει
τα εργόχειρα της Αθηνάς, που κέντησε με γνώση!

Κουβέντα έπιασ` η "γριά" Παλάδα, με την νέα.
Παινέματα για τα υφαντά της, έκανε και μνείες.
Και η Αράχνη άρχισε να αισθάνεται ωραία.
Η υπεροψία άνθισε! Κι αρχίνισε νέες αερολογίες!

Τις πάχνης ίνες μάζεψε, χρυσόσκονη απ` τ` αστέρια,
μίσχους και άνθη λουλουδιών, χρώμα απ` το γεράνι,
τον ήλιο τον χιλιάκτινο, της θάλασσας τα γέλια.
Βελόνια πήρε. Κι άρχισε η γλώσσα της...ροδάνι!

"Ποτέ καμμιά δεν μπόρεσε στην τέχνη να με φτάσει!
Ούτε αρχόντισσα ποτέ, ούτε του Ρήγα η κόρη".
"Κι αυτή ακόμη η Αθηνά, πήγε να με περάσει,
μα άφησε τα εργόχειρα κι έπιασε το δόρυ".

Τότε η γριά, που ήτανε θεά μασκαρεμένη
το κέντημα της ξέσκισε, απο θυμό κι οργή.
Στο μέτωπο την άγγιξε κι αμέσως μαγεμένη
έγινε έντομο φριχτό και άφησε την γή.

Και απο τότε η κοπελιά, υφαίνει τον ιστό της
κρεμάμενη απο ψηλά, χωρίς ν` αρθρώνει λέξη.
Χωρίς βελόνια και κλωστές, χωρίς τον αργαλειό της.
Και πρίν προλάβει, να χαρεί όλο το εργόχειρό της
πάντοτε κάποιος θα βρεθεί, να τις το καταστρέψει!

Δημοσίευση στο stixoi.info: 06-02-2015