Γεφύρια Δημιουργός: kantadoros, Ο Ντέλης που δε μιλά ποτέ Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Γεφύρια
Μου σπέρνουν μάγια στην καρδιά
τα λίθινα γεφύρια
τα τόξα ο χρόνος πολεμά
τ’ Αιόλου παραθύρια.
Κάθε τους βράχος μια ψυχή
τραχιά της μοίρας θέση
κι όσο θ’ αντέχει το κλειδί
το τόξο δε θα πέσει.
Άλλοτε ‘ρείπια να ζητούν
τ’ αδέλφια τους που φύγαν
μα τα ποτάμια κι ας βογκούν
να μην τους λεν που πήγαν.
Να τα στοιχειώνουν τις αυγές
οι εργάτες, τα μουλάρια
τ’ αρχιτεχνίτη οι προσταγές
οι χτύποι, τα λοστάρια.
Κι εκεί στα βάθρα τα βαριά
σκαμμέν’ απ’ τους βοριάδες
αίμα κι ιδρώτας να κυλά
που χύσαν ασβεστάδες.
Σαν τα διαβαίνεις βιαστικός
]υχές χιμούν και βγαίνουν
μες στα θεμέλια λίγο φως
π’ αιώνες περιμένουν.
Μ’ αν θα σταθείς με προσευχή
κι έχεις ψυχή καθάρια
αγγίζει ο ουρανός τη γη
ανθίζουν τ’ αγκωνάρια.
Ένα γεφύρι αναζητώ
πα’ σε νερό π’ αφρίζει
σε μαγεμένο ποταμό
τον κόσμο που χωρίζει.
Π’ όποιος μπορέσει να διαβεί
κι αντίκρυ να περάσει
βρίσκει στην όχθη μια ψυχή
για πάντα ν’ αγκαλιάσει.
Ζ. Κ. Δημοσίευση στο stixoi.info: 14-02-2015 |