Μου απλωνε το γέρικο χερι

Δημιουργός: ΑΜΑΡΥΛΙΣ

Στη μνήμη ενός καλού ανθρώπου καλού και αγαπημένου

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Στο τοιxo,ήσυχο βουβό
Είν το ρολόι το παλιό
Κληρονομιά είναι του μπαμπά
Γέρασε,πια δε χτυπά

Είναι χάρισμα,ενθύμιο
Κληρονομίας
Και αδυναμίας

Αυτή που μου είχε ο μπαμπάς
Όταν στο σπίτι, μπήκα νύφη
Μ αγαπαγε,μου είπε
Παρτο σπίτι

Τον γνώρισα όταν ήταν γεράκος
Γλυκός,πράος, καλοσυνατος
Στα μάτια του ζωγραφισμένη
Ζωή μεγάλη,πικραμένη

Μου απλωνε το γέρικο χέρι
Γωγουλα,κι ήταν αγιοκερι
Πηγαινα στο πατρικό το σπίτι
Μια χαρά,μια λύπη

Χαρά,για τη δικη του τη ματιά
Λύπη,που του λειπε ή χαρά
Μ αγάπησε απ το πρώτο λεπτακι
Ήμουν δικό του πατριωτακι

Τριάντα χρόνων,αποκτησα μπαμπά
Τη λέξη αυτή πρώτη φορά
Την είπα στο παππού το Γιάννη

Ήταν του άντρα μου ο μπαμπάς
Ταξίδεψε μονάχος βράδυ
Ρολόι, στο τειχο και σημάδι
Τον θυμάμαι με συμπόνια
Χρόνια...όλα μου τα χρόνια

Κι ας μη χτυπάει το ρολόι
Μιλάει,λέει,δεν είσαι μόνη
Σ άφησα πίσω μου το Τάκη
Νύχτωσε,θαρθει το βραδακι

Δημοσίευση στο stixoi.info: 26-08-2015