Ο θανατος μας πλησιαζει

Δημιουργός: ΖΟΡΜΠΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ, ΖΟΡΜΠΑΣ Φ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Όταν κατέβηκε ήταν άνοιξη θαρρώ
Μαύρη σκιά φαινότανε πριν ο ήλιος να πλαντάξει
Οι κυνηγοί ρωτούσανε πώς πείνασε αυτός
Τέτοια εποχή έπρεπε στα κρύα να λουφάξει
Μα πεινασμένος έρχονταν με ζάλη στο μυαλό
Με πείνα λες και ήθελε σαν τέρας να αρπάξει .

Δίναν θυσία στο βωμό όλοι τους τις παρθένες
Μήπως κάποιος Θεός μπορεί παλιός να βοηθήσει
Μα οι Θεοί φαγώθηκαν πριν απ’το πρωινό του
Και μείνανε ξανά και αυτοί με ένα σταυρό στο χέρι
Τότε ήταν που ξύπνησαν τα αδέρφια του Μιχάλη
Πήραν σπαθιά , δόρυ , άτια και έτσι μπήκαν στη φωτιά του .

Πέρασαν μέρες τρεις και επτά και δεκαπέντε
Και έτσι μαζί του φτάσανε ‘ως την γενέτειρά του
Άσπρο το χιόνι σαν πανί και ο ήλιος σκεπασμένος
Άπ’το άγριο ξημέρωμα που ‘χε η στέπα φτιάξει
Λιχτίζαν τα σκυλιά , τα ‘λογα αναστενάζαν
Και έτσι σταμάτησαν να δουν πως θα το’νε σκοτώσουν .

Έπιασε ο ένας το σχοινί μαζί με το μολύβι
Ο άλλος έπιασε με τα δυό χέρια το μετάξι
Και ο τρίτος έπιασε το μέταλλο να γυαλίσει
Γιατί τέτοια τιμή σ’ αυτόν του άξιζε να πάρει
Τότε ήταν που δάκρυσε σαν γόνα να ‘χει σπάσει
Και σαν πικρία να έδινε πλησίασε και ‘θάφτει .

Δέκα φορές τον τύλιξαν με τετραπλό μετάξι
Και με σχοινί τον δέσανε μήπως τους αγριέψει
Μια μολυβιά του δώσανε μήπως και να τρομάξει
Και τότε είδανε τον λύκο να μην εσαλεύει
Με το σπαθί ανοίξανε τον λάκκο που ‘χε λάχει
Κοντάρι δίμετρο βαρύ να τονε σημαδέψει .

Τι σου ‘έλαχε λύκε από χιόνι μέρα να ΄ρθεις
Σε τούτα εδώ τα χώματα που δέντρο δεν φυτρώνει
Παρά μονάχα άγκαθα και ένα τσουβάλι κέδρα
Σε μια μεριά που ο Θάνατος ακόμα μας μυρίζει
Πένθος και εμείς σου κάνουμε σόι να είχες κάνει

Μήπως το λάθος που έκανες ακριβά έχεις πληρώσει .

Δημοσίευση στο stixoi.info: 01-11-2015