ψευδοκόσμημα του Θαρν Δημιουργός: ριχάρδος λεπίδας Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Κεφάλαιο πρώτο
Σε μια μεζονέτα στο Πανόραμα Βούλας το τηλέφωνο χτύπησε.
Ο άντρας που διάβαζε ακίνητος σε μια κουνιστή πολυθρόνα,
σηκώθηκε νωχελικά να απαντήσει.
Το αθλητικό του παράστημα, το ηλιοκαμένο του δέρμα, και
τα σκληρά χαρακτηριστικά του προσώπου του, που δήλωναν
άνθρωπο της δράσης, έρχονταν σε έντονη αντίθεση με την
εκλεπτυσμένη επίπλωση του διαμερίσματος- τέλεια κάλυψη
για έναν πράκτορα της Ε.Υ.Π., αφοσιωμένο στα συμφέροντα
της χώρας του.
Από την άλλη άκρη του σύρματος, ακούστηκε η γνώριμη φωνή
του κύριου Κέιτο, του Ιάπωνα σαμουράι-επιστήμονα: ιδιοφυία
παγκόσμιου βεληνεκούς, στα αφηρημένα μαθηματικά και την
τεχνητή νοημοσύνη.
-Είσαι καλά Ριχάρδε; ρώτησε ο κύριος Κ.
- Μάλιστα κύριε, διαβάζω το ‘’Ταξίδι στα βάθη της νύχτας’’, του
Σελίν.
Ο Λεπίδας ήταν βέβαιος πως ο επιστήμονας δεν γνώριζε ούτε
το βιβλίο, ούτε το συγγραφέα.
Ο κύριος Κέιτο ήταν πάντα πολύ απορροφημένος από τις έρευνές
του και την εξάσκηση στην τέχνη του σπαθιστή.
Όλη του η ζωή είχε κυλήσει ανάμεσα στο εργαστήριο και τη σχολή
Κέντο.
-Χαίρομαι που έχεις όρεξη για χασομέρι αγόρι μου, είσαι έτοιμος για
ένα πραγματικό ταξίδι;
-Όπως πάντα κύριε, απάντησε ο Ριχάρδος Λεπίδας, γνωρίζοντας πως
ο γιγάντιος υπολογιστής του κύριου Κ. περίμενε για μια ακόμη φορά
στα έγκατα του Πύργου της Αθήνας
να τον στείλει στο άγνωστο της Διάστασης Χ- του πιο απόρρητου
σχεδίου της Ελλάδας.
Το ταξί που τον μετέφερε το άλλο πρωί στον ουρανοξύστη , είχε
ξεφύγει σίγουρα από το ρεύμα ανακαίνισης των Ολυμπιακών Αγώνων
του 2004. Το παλιό αμάξωμα έτριζε φρικτά καθώς ανέπτυσσε ταχύτητα στη
Βουλιαγμένης, και τα τακάκια σφύριζαν στο παραμικρό φρενάρισμα.
Όμως, τίποτε από τα δύο δεν ενοχλούσε τον Ριχάρδο Λεπίδα.
Το μυαλό του βρισκόταν στο χτεσινό βράδυ, και στην αγαπημένη του Ζωή:
Καθισμένοι στην βεράντα, με θέα τον σκοτεινό Σαρωνικό,
έφαγαν κοτόπουλο με μπάμιες, και ήπιαν λευκό κρασί Αγράμπελη.
Έπειτα κατέβηκαν στον κήπο, για μια βουτιά στην πισίνα. Καθώς τα
γυμνά τους σώματα στέγνωναν στις σεζ-λόνγκ, η Ζωή ξάπλωσε πάνω του,
βρεγμένη ακόμα, και έκαναν παθιασμένα έρωτα.
Ωστόσο, και παρά τις υψηλές του επιδόσεις, ο Ριχάρδος Λεπίδας, ένιωθε
πως η Ζωή είχε αρχίσει να κουράζεται, από τις πολύμηνες εξαφανίσεις του
και τη μυστηριώδη δουλειά του, που τη φύση της δεν μπορούσε να της
αποκαλύψει.
Κάτω από το παντελόνι του, χάιδεψε το κιλοτάκι που έσφιγγε τον ανδρισμό
του. Πριν από κάθε ταξίδι στη Διάσταση Χ της το έπαιρνε για γούρι. Αναστέναξε.
Φορούσε πάλι κόκκινο.
Κόκκινο, όπως το φανάρι που άλλαξε σε πράσινο. Είχαν περάσει την Αμερικάνικη
πρεσβεία. Από το ραδιόφωνο ακουγόταν ένα αφιέρωμα στον ποιητή Γιάννη Ρίτσο.
-Όταν ήμουν στο στρατό, έγραφα κι εγώ ποιήματα, είπε ο ταξιτζής.
-Αλήθεια; Που υπηρέτησες; Ρώτησε αδιάφορα ο Λεπίδας.
Δεν πρόλαβε ή δεν ενδιαφέρθηκε να ακούσει την απάντηση.
Στο μεταξύ είχαν σταματήσει έξω από τον Πύργο. Πλήρωσε το κόμιστρο
και κατέβηκε βιαστικά.
‘’Ο μπάσταρδος μ έκλεψε’’, είπε Ριχάρδος Λεπίδας, ‘’έπρεπε να έρθουμε
από τον Περιφερειακό’’.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 09-11-2015 | |