Όταν κλαίω Δημιουργός: Γιώργος Παν
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Θυμάμαι τους αποχαιρετισμούς, μετά τα καλοκαίρια, μετά τους μεγάλους έρωτες και τις μεγάλες φιλίες. Όλα τέλειωναν με κλάματα. Και το χειρότερο δεν είναι το κλάμα. Είναι ό,τι πάντα κλαίω μόνος. Δε βρίσκεται κανείς δίπλα μου όταν κλαίω. Θυμάμαι μια φορά τον αγαπημένο μου σκύλο να κλαίω και να με γλύφει, δε θα τη ξεχάσω ποτέ αυτήν τη στιγμή. Θυμάμαι και την αγκαλιά που μου έδωσε η καλύτερή μου φίλη ένα βράδυ που έκλαιγα μεθυσμένος. Θυμάμαι κι εσένα, λίγα λεπτά πριν πούμε αντίο να με πνίγουν τα δάκρυα και να σε αγκαλιάζω σφιχτά. Και να νιώθω όλο μου το σώμα να θέλει να ενωθεί με το δικό σου και το στόμα μου να έχει κολλήσει, και το μυαλό μου να έχει γεμίσει λόγια, λόγια.. και να μη μπορώ να αρθρώσω λέξη. Και μετά από ώρα σου είπα, έχω τόσα να σου πω αλλά δ εμπορώ να μιλήσω κι εσύ με αγκάλιασες πιο σφιχτά. Και τι να σου πω ρε συ.. Πραγματικά δε μπορώ να εκφράσω τίποτα με λέξεις. Μέσα μου χορεύουν τόσο έντονα που όταν τα βγάζω με σύμφωνα και φωνήεντα μου ακούγονται γελοία. Μόνο να μπορούσα να σε βάλω εκεί μέσα να τα ακούσεις μόνη σου. Μια ήσυχη βραδιά. Κι ύστερα να με κοιτάξεις χαμογελαστή και να μου πεις "γι' αυτό σκας ρε Γιωργάκη?" Αλλά αυτό δε θα γίνει ποτέ. Τα αγνά συναισθήματά μας πάντα καλύπτονται απ' τις αρρωστημένες προσδοκίες μας. Και σα να μην έφτανε αυτό, είμαστε ψεύτες. Μεγάλοι ψεύτες. Προσποιούμαστε την κάθε στιγμή. Και δεχόμαστε την προσποίηση του άλλου σαν κάτι δεδομένο, σαν ένδειξη ευγένειας. Τόση σαπίλα μας τάισαν που πλέον τη ζητάμε. Όπως ο ναρκομανής την πρέζα του. Αν έχω ένα πράμα να σου πω σήμερα είναι πως δεν αντέχω άλλο. Αυτή η ζωή με έχει κουράσει τόσο που ο θάνατος δε με φοβίζει καθόλου. Συχνά το γυρεύω. Κι αν φοβάμαι κάτι είναι η ζωή που δεν έζησα, μη μου χτυπήσει τελευταία στιγμή την πόρτα και μου πει, εσύ που ήσουνα? είχαμε μαζευτεί όλοι και σε περιμέναμε. Αλλά εγώ πέρασα έξω απ' την πόρτα και σα να ντράπηκα να χτυπήσω. Αυτό φοβάμαι μην έρθει ένας άγγελος στο σταυρό πριν ξεψυχήσω και μου πει είσαι μαλάκας, είσαι ψεύτης. Φοβάμαι μην τη στιγμή που γράφω εσύ με σκέφτεσαι. Φοβάμαι μη σε πληγώσω, και φοβάμαι όλους αυτούς που ακούγοντάς με οδηγούνται ακόμη ένα βήμα προς το βούρκο. Γιατί τα βράδια πριν κοιμηθώ τα βάζω κάτω και δε μπορώ να νιώσω περήφανος για τίποτα. Δε μπορώ να νιώσω κάτι να με κρατά στον κόσμο. Δε μπορώ να νιώσω έρωτα, φιλία και συγγένεια. Όσο κι αν προσπαθώ, όσο καθαρό κι αν βλέπω στα βιβλία μου τον κόσμο που αγάπησα και πόθησα. Σήμερα δε μπορώ να βρω καμία ελπίδα. Κανένα φωτεινό φάρο. Κανένα εφηβικό πάρτυ. Κανέναν για τίποτα. Κι εμένα αυτή η ζωή με αφήνει παγερά αδιάφορο. Δημοσίευση στο stixoi.info: 23-07-2016 |