Αποδόμηση

Δημιουργός: Sui generis

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Εσύ θυμόσουν μια υπόσχεση που ξεβράστηκε σαν όνειρο, σαν σκιά ή σαν αναστεναγμός.
Θα νικήσουμε. Ο εαυτός και η μιζέρια ήταν κι έτσι η νίκη έγινε μέρος τους.
Το ξέραμε καλά μα δεν το ψελλίσαμε ούτε στιγμή. Εκτός από όταν ερωτευόμασταν.
Τακτικά ερωτευόμασταν γιατί τακτικά φτάναμε στο χείλος της κατάρρευσης.
Ψάχναμε, δηλαδή, κάτι άλλο να πενθήσουμε. Πιο ελαφρύ, πιο δεδομένο, πιο απλό.

Εγώ έγραφα βιβλία και τα μοίραζα όπου μπορούσα. Εσύ τα γεννούσες.
Θα νικούσα. Μα νικητής δεν θα σ'άντεχα.
Το ξέραμε καλά μα δεν το ψελλίσαμε ούτε στιγμή. Το θέλαμε σκοτεινό και άγριο.
Θέλαμε να μας μοιάζει για να το δοξάζουμε όπως κάνουν εκείνοι που σιχαινόμαστε.
Τους μοιάσαμε. Μοιάσαμε στους μαλάκες κι όλα γίναν πιο ελαφρά, πιο δεδομένα, πιο απλά.

Ύστερα πήγες ξωπίσω από όνειρα κι εγώ περπάτησα τον κόσμο.
Ο κόσμος και τα όνειρα ποτέ δεν στέρεψαν. Εμείς τελειώνουμε.
Το μάθαμε καλά μα δεν το ψελλίσαμε ούτε στιγμή. Έμοιαζε πως ήταν καλύτερο το ψέμα.
Τώρα η αλήθεια δεν φτάνει. Όπως και να χει γυρίσαμε.

Λίγο πιο κοντά στην αλήθεια και το ψέμα χαμογελά ακόμα καρτερικά.
Χαμογελώ κι εγώ. Κι εσύ χαμογελάς. Τι άλλο να κάνεις όταν είναι πια αργά;
Χαμογελώ γιατί θυμάμαι την νίκη που μας έσμιξε. Αυτό ήταν η νίκη!
Παρελθόν όμως πια, παίζουμε, αγκαλιαζόμαστε, ηδονιζόμαστε και τα σχετικά.
Άσχημα δεν είναι αλλά τους μοιάσαμε.
Τους μοιάσαμε και ντρέπομαι να κοιτάζω τους πιτσιρικάδες. Εσύ;

Δημοσίευση στο stixoi.info: 10-11-2016