Πολιτεία

Δημιουργός: Γιώργος_Κ, Γιώργος Σ. Κόκκινος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[I][B][align=center]ΠΟΛΙΤΕΙΑ


Κοιτώ τα μάτια, που με πήραν απ’ το χέρι
και με πετάξαν, σ’ έναν άγνωστο ουρανό
δε θα γυρίσω μάνα, τ’ άλλο μεσημέρι
θα μείνω εκεί, για να κοιτώ το βλέμμα αυτό

θα μείνω εκεί, ώσπου να σβήσει η φωνή μου
κι ώσπου να πάψει η καρδιά μου, να χτυπά
τι νόημα έχει μια αγάπη πικραμένη
σα βρίσκει ο έρωτας, κατάρτια στη στεριά;

κι έτσι θα πλέω, μες στου σύγνεφου το κύμα
ούτε η βροχή κι ούτε η μπόρα, να με νοιάζει
αρκεί να βλέπω από ψηλά, όλο το κρίμα
που την καρδιά κάθε γυναίκας, θυσιάζει

ήπια δροσιά, κουτάλες μέλι απ’ τα χείλη της
ένιωσα αγάπης τα φιλιά, στο πέταγμά της
ψυχή, δε βρήκα, μια γουλιά απ’ το ποτήρι της
μέθυσα μόνο, απ’ την απέραντη ομορφιά της

κι είναι γλυκό πιοτό ο έρωτας, μητέρα
σε ταξιδεύει, σε μιαν άγνωστη πλατεία
εκεί που παίζουν τα παιδιά, παιχνίδια αέρινα
στην πιο απόμακρη της πλάσης, πολιτεία

κάποια φορά, θα νοσταλγήσω το καΐκι μου
μ’ εκείνο που ’καμα, ταξίδια στα πελάγη
την πρώτη αγάπη μου, σ’ εκείνο πρωτοφίλησα
στα γαλανά βαθιά νερά και στο λιμάνι

τώρα μου μένει ν’ απορώ, πώς μόνος γύρισα
χωρίς μια βάρκα, ένα φιλί, μιας ερωμένης
και ζαλισμένος, πως τα μάτια της δεν κοίταξα
από ντροπή ή απ’ το φόβο της οικουμένης

είναι παράξενο, πως άλλαξε έτσι ο βιος
τη μια φεγγάρι, την άλλη ήλιος και καπνός
τη μια βροχή, την άλλη καύτρα και μαγεία
στην πιο απόμακρη της πλάσης, πολιτεία.


γιώργος_κ[/align][/B][/I]

Δημοσίευση στο stixoi.info: 11-06-2006