Το μπαλόνι Δημιουργός: CHЯISTOS P, soɯıpǝʇuǝd soʇsıɹɥɔ νέος κύκλος, πεζός Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Η επεισοδιακή έκρηξη ενός μπαλονιού !.
Κάποτε, το ‘εξηντατόσο, -πρέπει να ήμουνα τελευταίες τάξεις του Δημοτικού ή Πρώτη με Δευτέρα Γυμνασίου-, και πρέπει σίγουρα, να είχαμε κάνει εκείνη τη μέρα μάθημα χημείας. Εκεί ο δάσκαλος ή ο καθηγητής μας είχε μιλήσει πως υπάρχουν και αέρια που είναι ελαφρύτερα από τον αέρα, δηλαδή, είπε, πως αν φουσκώναμε ένα μπαλόνι με ελαφρύτερο αέριο, αυτό θα ανέβαινε ψηλά στον ουρανό. Αυτό με τη συνεπήρε εμένα και τελειώνοντας το σχολείο το μεσημέρι, πέρασα από το μαγαζί του πατέρα μου το σιδηρουργείο, όπου ήξερα ότι είχε και φιάλες αερίων για τις οξυγονοκολλήσεις. Πήγα απέναντι στα σφαιριστήρια του Παπαστέργιου και αγόρασα το μεγαλύτερο μπαλόνι που είχε. Επέστρεψα στο μαγαζί και πήγα στις φιάλες της οξυγονοκόλλησης. Θα γέμισμα το μπαλόνι, όχι με οξυγόνο, αλλά με το άλλο αέριο που νόμιζα πως ήταν ελαφρύτερο από τον αέρα , και εἰχα την εντύπωση πως ήταν υδρογόνο. Όμως, εκεί είχα μπερδευτεί, γιατί το αέριο δεν ήταν το ελαφρύτερο υδρογόνο αλλά η βαριά ασετυλίνη ! Προσάρμοσα το χείλος του μπαλονιού στο μπεκ και άνοιξα την στρόφιγγα της ασετιλίνης.
Καθώς γέμιζε, ήλθε ο υπάλληλος του πατέρα μου ο Κώστας Χ. και μου λέει
«--Τι κάνεις εκεί;»
«--Να γεμίσω το μπαλόνι με ασετιλίνη», του λέω
«--Όχι όχι» μου λέει. «Αυτό είναι το οξυγόνο !» και κλείνοντας τη μία στρόφιγγα ανοίγει την άλλη.
Φούσκωσε το μπαλόνι, βγήκα κι εγώ έξω να το δώ να ανεβαίνει στον ουρανό.. Αμ, δε...
Τέλος πάντων, αφού το έπαιξε για λίγο, το βαρέθηκα. Με την ιδέα πως μέσα στο μπαλόνι υπήρχε ασετιλίνη, αναρωτήθηκα τι θα γινόταν αν το έβαζα φωτιά. Φαντάστηκα πως θα έβγαζε μια ωραία φλόγα. Βρήκα ένα κομματάκι από χόρτοσχοινο αυτό που δένουνε τα κλήματα, και το έδεσα στο στόμιο του μπαλονιού, για να είναι σαν φυτίλι. Μαζί με τον άλλον υπάλληλο τον Γιώργο Τ., σκεφτήκαμε να το βάλουμε φωτιά μέσα στο μαγαζί. Καθώς το επιχειρούσαμε, ο Χ. που ήταν μεγαλύτερος από μας, μας ρώτησε :
«--Τι κάνετε εδώ ;»
«--Να,» λέμε, «θέλουμε να το βάλουμε φωτιά».
Ο πατέρας μου έλειπε στα Τρίκαλα. Το πεδίο ήταν ελεύθερο. Με έναν αναπτήρα βάλαμε φωτιά το χορτόσχοινο. Καθώς αυτό Καιγόταν σιγά σιγά, εγώ και ο Γιώργος σαν να το φοβηθήκαμε -φωτιά είναι αυτή- και βγήκαμε έξω από το μαγαζί. Περιμέναμε αλλά δεν γινόταν τίποτα.
«--Κώστα !», φωνάζουμε τον Χ., «Για δες, μήπως έσβησε ;».
Σκύβει ο Κώστας στο μπαλόνι να δει τι γίνεται, και εκεί επιτελείται η συντέλεια του κόσμου !!!...
Ένα τρομερό και φοβερό παταγώδες ««ΜΠΑΜ»», που μας έσπασε τα τύμπανα. Ένας κρότος που ακούστηκε σε όλη την πόλη. Σείστηκαν τα πάντα. Κάποια τζάμια του μαγαζιού έσπασαν, και η σκόνη δεκαετιών που βρισκόταν μέσα στο μαγαζί εκτινάχτηκε σαν σύννεφο μέχρι το απέναντι πεζοδρόμιο. Πέρασαν αρκετές στιγμές μέχρι να αποφασίσουμε να μπούμε μέσα στο μαγαζί. Προφανώς κάποιοι άλλοι μας πρόλαβαν και μπήκαν πρώτοι, αφού εμείς τα είχαμε «κλάσει» κανονικά, αφού βέβαια περίμεναν να καταλαγιάσουν οι σκόνες. Ο Χ. ήταν γραπατσωμένος σε ένα μηχάνημα, κατασκονισμένος και έντρομος. Έξω από το μαγαζί ήταν ο Χρήστος ο Τσ. με το ταξί του. Προσπαθούσε να καταλάβει τι συνέβηκε. Από το πρακτορείο του ΚΤΕΛ, που ήταν στην πλατεία, διακόσια μέτρα από το μαγαζί, άρχισε να καταφθάνει κόσμος για να δει τί είχε συμβεί. Μια τέτοια έκρηξη ήταν αδύνατο να μην είχε και θύματα. Όταν καταλάγιασε η σκόνη καταλάγιασε και η αγωνία όλων μας. Όμως υπήρχε το ερώτημα τι συνέβηκε. Η θεία μου που μένει πάνω από το μαγαζί, κατέβηκε έντρομη αφού ολόκληρη η πλάκα της οικοδομής τραντάχτηκε. Η ξαδέρφη μου η Τασούλα που δούλευε δακτυλογράφος στο συμβολαιογραφείο του Νώντα, μισό χιλιόμετρο μακριά, αναρωτήθηκε τί κρότος ήταν αυτός και βγήκε έξω. Ο Μήτσος ο Π. από το παραδίπλα μαγαζί , που είναι ηλεκτρονικός και έμπειρος πολυτεχνίτης σε διάφορα τεχνικά ζητήματα, έδειξε ενδιαφέρον και ήθελε να εξιχνιάσει τί συνέβηκε. Μα η κασκαρίκα που είχα και η τρομάρα, δεν μου επέτρεπε να του πω την αλήθεια. Ο ίδιος αναζητούσε στις φιάλες της οξυγονοκόλλησης στο πρόβλημα.
Τον πατέρα μου κάποιοι καλοθελητές ήδη τον έπιασαν στην είσοδο της πόλης καθώς επέστρεφε από τα Τρίκαλα.
«--Τι έγινε στο μαγαζί σου, τι έγινε στο μαγαζί σου !...».
Τον άνθρωπο τον λαχτάρησαν. Εγώ βέβαια είχα φροντίσει να εξαφανιστώ. Πήγε έντρομος στο μαγαζί αλλά αφού είδε πως δεν υπήρχε καμιά μεγάλη ζημιά, καθησύχασε. Το μπερντάχι βέβαια εγώ δεν το γλίτωσα, έτσι για ένα μπαλόνι που έλεγα πως έσκασε...
Το νερό αποτελείται από δύο μέρη υδρογόνου και ένα μέρος οξυγόνου. Όταν αυτά τα δύο στοιχεία είναι σε αέρια μορφή αποτελούν το λεγόμενο "κροτούν αέριο". επειδή κάνει τρομερό κρότο όταν υπάρξει σπινθήρας.
Τα δικά μου αέρια ήταν οξυγόνο και ασετυλίνη. Παρ' ότι η αναλογία του μίγματος ήταν τυχαία μπορώ να πω πως ήταν ένα μικρό "κροτούν αέριο".
Πολλές φορές σκέφτηκα να το ξανακάνω αυτό, λαθραία, σε ανοικτό χώρο, έτσι για επίδειξη και εντυπωσιασμό, για να ξαναβάλω τον κόσμο να αναρωτιέται, ποιος άλλωστε θα φανταζότανε πως ένα απλό μπαλόνι έκανε τέτοια φασαρία !..
Ώσπου φέτος, μετά από μισόν αιώνα άκουσα στην τηλεόραση τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών να απαγορεύει τα …μπαλόνια στις δημόσιες συγκεντρώσεις του !...
(Ο μόνος που ...με πίστεψε, φαντάζομαι !!!..)
(C.P. 3/2017) Δημοσίευση στο stixoi.info: 16-03-2017 | |