Το λιοντάρι Δημιουργός: Γεδεών, Γιάννης Μαυρόγιαννος Χαιρετώ όλη την όμορφη παρέα Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info
Το Λιοντάρι
Ήρθ’ ο παππούς μου απ’ το πρωί ξύνοντας το κεφάλι
σκεπτόμενος για να μου πει μια ιστορία άλλη.
Και άρχισε να μου λαλεί κι’ άρχισε να μου λέει
και τότε συγκινήθηκε και άρχισε να κλαίει.
Θυμήθηκε σαν ήτανε μικρό παιδί στην κούνια
Τον πείρε ένας αετός ψηλά στα κορφοβούνια
Τον πείρε και τον έβαλε στην αετοφωλιά του
Και ο παππούς επείνασε και έφαγε τ’ αυγά του.
Ο αετός εθύμωσε – τον άρπαξε σαν κούκλα
τον πέταξε από ψηλά και έπεσε στη ζούκλα.
Σαν έπεφτε από ψηλά τον είδ’ ένα λιοντάρι
Και αποφάσισε με μιας κοντά του να τον πάρει.
Τον πείρε και τον κράτησε μαζί του στην αγέλη
Μέχρι που εμεγάλωσε και έγινε κοπέλι
Και ο παππούς καμάρωνε στη ζούγκλα με το βόα
Μαζί με τους ελέφαντες και τ’ άγρια τα ζώα.
Μετά κάποιοι τον είδανε σαν έκαναν σαφάρι
Και τον προσφέραν στη γιαγιά και γίνανε ζευγάρι.
Και κάθε μέρα ο παππούς κουνάει το κεφάλι
Και σκέφτεται για να μου πει μια ιστορία άλλη.
Γιάννης Μαυρόγιαννος
Από την Ποιητική μου Συλλογή
Δημοσίευση στο stixoi.info: 04-04-2017 |