Tον είδα

Δημιουργός: Αλντεμπαράν

quo vadis domine... quo vadis...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Τον είδα που διάβαινε μέσα απ’τον ελαιώνα
με τον λευκό χιτώνα του και αγκάθινο στεφάνι
έσκυψε και άγγιξε χαμαί μια ταπεινή ανεμώνα
στοχαστικός και αλλόκοτος στου κόσμου το ροδάνι.

Είδα το βλέμμα του υγρό , τα χέρια του να στάζουν
δάκρυα και άλλα δάκρυα και ιδρώτα αδερφικό
τα μάτια του αβασίλευτοι ήλιοι και με κοιτάζουν
σαν μία κούπα αγίασμα και χάδι πατρικό.

Στ’αλήθεια δεν εγνώριζα αν ήμουν γητεμένος
γιά ένας θυμός παράξενος μ’έτρωγε σαν φωτιά
την ηδονή της αύρας του ρούφαγα μαγεμένος
με μία θλίψη απέραντη και ανείπωτη χαρά.

Μου λέει : «Βλέπω από ψηλά αίμα και αδικία
φουσκώνουν και ματώνουνε οι πέντε μου πληγές
κοίτα τον κόσμο κυβερνά το μίσος και η κακία
πλαστών θεών ανάθεμα και οχιές φαρμακερές.

Κατέβηκα απ’το θρόνο μου και από την ερημιά μου
και ψάχνω πάλι γολγοθά να ξανακαρφωθώ
η πείνα και το διάφορο έφαγαν τα παιδιά μου
οι φαρισαίοι έπλεψαν και πού να αναστηθώ;

Ο δαίμονας κυρίεψε το σύμπαν και αφεντεύει
πέντε χορτάτοι μοναχά και χίλιοι νηστικοί
το αίμα άγρια πλήθεψε και o Άδης διαφεντεύει
άρματα βαβυλώνια οργώνουνε την γη.

Και τώρα αυτούς που έπλασα σκέφτομαι να δικάσω
σε ένα καμίνι άσβεστο και τρόμο οδυνηρό
με λένε όμως μακρόθυμο και πώς να το ξεχάσω
και αντί ρομφαία ζεύομαι ξανά βαρύ σταυρό ».

Έκλαψα ευθύς τον κόσμο μου και όλη τη γενιά μου
πλάνταξα και απέμεινα νεκρός κατάχαμα στη γη
ήρθε , γλυκό μου έδωσε στα χείλια μου φιλί
και με βαρύ περπάτημα χάθηκε από μπροστά μου.

2009

Δημοσίευση στο stixoi.info: 06-05-2017