Πίπη μου, έχεις γράμμα...αφιερωμένο

Δημιουργός: ΑΜΑΡΥΛΙΣ

Ετούτο εδώ απόψε, είναι δεκάδες χρόνια που ήθελα να το γράψω, να το αφιερώσω στον λατρεμένο μου αδερφό Σπύρο, εκει στο χωριό στη Μεσσήνη Μεσσηνίας, μ` ένα δάκρυ θα του πω...ποτέ δεν ξέχασα, μου λείπεις, θα σ` αγαπάω πάντα. Ευχαριστώ καλοί μου φίλοι

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Με μια σφεντόνα ολημερίς, εγύριζε στα χώματα
και στο σχολειό κορόιδευαν, στα ρούχα τα μπαλώματα
Δεν του δώσε το δίκιο του, ο δάσκαλος, το ξέρει
κι έβγαλε απ` τη τσέπη του, σουγιαδάκι..για μαχαίρι
Να σφάξει..τη κοινωνία ήθελε, που τόσο τον ματώνει
που του δώσε για να φορά, τρύπιο το παντελόνι
Έγκλημα..θα έκανε βαρύ, κείνο το φτωχαδάκι
και στα χωράφια κρύφτηκε, μικρό..το αγριμάκι
Το ψάχνανε, γύρω στα βουνά, γύρω εις τα χωράφια
κάνα δυο μέρες..άκουσα, με τη ψυχή στ` αγκάθια
Η μάνα ήτανε καλή....μα ο δάσκαλος ήταν η αρχή
σε μια μουριά τον έδεσε...ήταν μια άγρια εποχή!!!
Το θυμάμαι, ως τώρα δα, μια λουρίδα χτυπούσε
εκείνο το μικρό κορμί, που δίκιο του ζητούσε
Θα ήμουν κοντά πέντε χρονών και πόνεσε η ψυχή μου
εμένα η μάνα έδερνε, πονούσε το κορμί μου
Δεν έδερνε!!! η μάνα ποτέ, μα αυτό ήταν έγκλημα μεγάλο!!
να σφάξεις! και το δάσκαλο!! μήτε..ρούχο..να` χεις άλλο!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Πέρασαν χρόνια πολλά, αυτά που κρατούν τα σημάδια
κάνουν τις ψυχές παιδιών, να κλαιν μες στα σκοτάδια
Κι έγινε άντρας το παιδί, που το είχανε ματώσει
όλο ένα δίκιο ζήταγε, η ζήση να του δώσει
Έμαθε και τα γράμματα, πήρε και παντελόνι!!
όταν του βρίζαν τα ιερά...έδερνε...να γλυτώνει!!
Όποιος του έλεγε, γαμώ τη μάνα σου, έτρωγε ένα μπερντάχι!!!
δέκα να ήτανε μαζί!!! μωρ δεν φοβόταν μάχη
Η κοινωνία, ως γνωστόν, έχει μεγάλη αδικία
τον Πίπη τον μαζεύαμε...στ αυτόφωρα για βία
Όταν μεθούσε έκλαιγε, έκλαιγε σα μικράκι
κίνησε κι αυτός με ένα σουγιά, για να` βρει μια Ιθάκη!!!!
Σαν του` κανες δώρο σταυρό, τρέχαν δάκρυα ποτάμι
τον Πίπη που η φτώχεια μας, αγρίμι είχε κάμει!!
Στα πανηγύρια...βάραγε κι ας ήτανε τρακόσσιοι
για αδερφή..του λέγανε..όρμαγε να τους λιώσει!!!
Περάσανε πολλές γενιές κι είπα θα σταματήσει
αφού μου έφυγε η ψυχή!!! αυτή που είχαν πατήσει!
Ο Πίπης μου είναι πια μεγάλος κι έχει γνώση
με τα χέρια του σκαφτιά, το ρούχο...έχει μπαλώσει!
Με νοιάστηκε και μου γελά, περίσσια με λατρεύει
την Αθήνα,, μούτζωσε, που τ` άδικο περσεύει
Σκάβει τώρα τ` αμπέλια του, τα χωράφια του αγαπάει
ήρθε μπαλώθηκε η πληγή, απ` το σχολειό περνάει
Μόνο εγώ δεν ξέχασα! γιατί καλή μου μάνα?
δεν έλεγες Ανάσταση!!! για να χτυπά η καμπάνα!
Όλοι να λένε στο χωριό...ο Πίπης μας δε φταίει
να τον χαράζουν λουριδιές>> για κοινωνίας χρέη!!
Να κοιτούν τα κούτσικα,,,πνιγμένα μες το κλάμα
δάσκαλε....στοίχειωσαν λουριά!!!Πίπη μου, έχεις γράμμα
6.7.2017 Γεωργία.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 06-07-2017