Κύπρος

Δημιουργός: Όλγα Ρακιτιάνσκαγια

Τραγούδι ξενιτεμένου Κυπρίου

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Σε βλέπω, Κύπρος, να περνάς στα όρη νυχτωμένα,
Σε προβοδούν ενός πουλιού τραγούδια πικραμένα,
Τα μαύρα ρούχα του καϋμού φοράγεις στο κορμί σου
Και έσκυψες λυπητερά την κεφαλή στο στήθος.
ʼχαρο είν' το βλέμμα σου, το πρόσωπο θλιμμένο,
Τ' αγκαθοπληγωμένα σου πόδια σταλάζουν αίμα,
Κι όπου κι αν πας, κι όπου στραφείς, η νύχτα σε πλακώνει,
Και ο αγέρας ο σκληρός σε πνίγει και παγώνει.
Δε θέλει ο ήλιος ν' ανεβεί στων ουρανών το θόλο,
Για να σκορπίσει τα δεινά και να τα διώξει όλα...
Και μόνο μια παρηγοριά σου φέγγει στο σκοτάδι·
Της άσβεστης ελπίδας σου ζωοποιό πηγάδι.

Ω ανθισμένο μου νησί και μοσχοβολημένο!
Ω καταπληγωμένο μου και πολυπαθημένο!
Πώς σ' αγαπώ και πώς πονώ, ματώνει η καρδιά μου!
Κλαίω τις δυστυχίες σου, στερεύουν τα δάκρυά μου!
Οι ξένοι σ' όλους τους καιρούς σ' έσχιζαν σε κομμάτια·
Αιώνια τον ντουνιά κοιτάς με βουρκωμένα μάτια.
Καμιά βοήθεια από παντού, Ανατολή και Δύση...
Ποιανού ψυχή να κρατηθεί, καρδιά να μη ραγίσει;

Στά χώματά σου, Κύπρος μου, το πνεύμα μου γυρίζει,
Τα λόγια της παρηγοριάς τα σιγοψιθυρίζει:
«Μη χάνεις την ελπίδα σου και κάμε το σταυρό σου!
Μη σταματάς, πήγαινε εμπρός, έλπιζε στο Θεό σου!
Πιστεύω, θα 'ρθει ο καιρός να γιάνει η πληγή σου
Και μες στη Νύχτα των Παθών θα βρεις τη χαραυγή σου!»

Δημοσίευση στο stixoi.info: 10-06-2004