Περι πολέμων Δημιουργός: kin, Γιωργος Το ξέρω ότι στο τέλος θα υπάρχουν αντιδράσεις, αλλά...(Νικόλα, τα στοιχεία μου είναι στην διάθεση σου ανα πάσα στιγμή σου ζητηθούν απο τις αρχές...) Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Ηταν απογευμα κι ο ηλιος ειχε παρει να γερνει.
Μα ηταν καλοκαιρακι κι ειχε ακομη χρονο μεχρι το λιογεμα.
Εκεινη, μολις ειχε κατεβει απο το λεωφορειο και πηρε να
χαζευει ενα γυρω τα βουνα και τα φαραγγια της Ηπειρου.
Μα πως της ηρθε τωρα στα γεραματα να κανει τοσο δρομο να
ανεβει εδω πανω;
Εξηνταπεντε χρονια το σκεφτοταν και ποτε δεν το τολμησε το ταξιδι.
Και τωρα, στο παρα πεντε...Τελως παντων, τι ψαχνεις να βρεις...
Αφησε πισω τις σκεψεις τουτες και κινησε να βρει ενα μερος να
καθησει.
Τελικα εκατσε στην απεναντι μερια του δρομου, ακριβως πανω απο
τον γκρεμο και με το φαραγγι να απλωνεται απο κατω με ολη του
την μεγαλοπρεπεια.
Για αυτο το φαραγγι κουβαληθηκε εδω.
Σ΄αυτο το φαραγγι ηταν που χαθηκε ο αδερφος της πριν απο
εξηνταπεντε χρονια.
Η σωρος του δεν βρεθηκε ποτε, αταφος εχει παει ο ερμος.
Κοιτα ομως κατι πραγματα...
Πανε εξηνταπεντε χρονια και φτανει η σκεψη του και μονο για να
φερει το χαμογελο στα χειλη της.
Τον θυμαται, σαν να 'ταν τωρα.
Εκεινη πενταχρονη παιδουλα και εκεινος παλικαρι εικοσι χρονων
Δεν θυμαται και πολλα, τωρα επειτα απο τοσα χρονια.
Μονο για ενα ηταν σιγουρη, εκεινος τοτε ηταν ο Θεος της.
Αυτο το θυμαται πολυ καλα.
Ηταν ψηλος, μεγαλος, ομορφος, με ενα χαμογελο τεραστιο και μια
αγκαλια που χωραγε ολακερο τον κοσμο.
Τον θυμαται την στιγμη που εφευγε, να παει στο μετωπο.
Με την στολη, το δικωχο και τον σακο με τα μπαγκαζια.
Σιγουρα καπως ετσι θα ηταν οι θεοι...
Κι υστερα, καποια μερα, ηρθε το γραμμα.
Κι επειτα το ουρλιαχτο της μανας.
Κι ο πατερας να στεκει στην γωνια.
Ανημπορος, ανισχυρος, και με δυο δακρυα να αυλακωνουν αργα
το μαγουλο του.
Εκεινη προσπαθουσε να καταλαβει.
Αλλα ματαια...
Πως να καταλαβει οτι χαθηκε ο Θεος;
Δεν χανονται οι θεοι.
Τι ειναι για να χαθουν;
Κι υστερα περασε ο καιρος κι ηρθε ο χειμωνας.
Ο φοβερος και τρομερος χειμωνας του 41-42
Ο φοβεροτερος λιμος του αιωνα, οπως τον ειχαν πει
Τον θυμαται τοσο ζωντανα εκεινον τον χειμωνα, που ειναι σαν να
ξαναβλεπει να περνουν διπλα της, τα καρα με στιβαγμενους
μεσα τους, τους νεκρους της νυχτας.
Καθε πρωι, εβγαιναν τα καρα και μαζευαν οσους δεν αντεξαν την
πεινα και την παγωνια της νυχτας.
Κι εκεινοι οι ερμοι που σαν ζωα εσερναν τα καρα...
Για ενα κομματι ψωμι στην κυριολεξια.
Ποιος ξερει αραγε ποσα παιδακια να καταφεραν να επιβιωσουν,
επειδη ο μπαμπας τους εσερνε σαν βοδι, καρα ξεχειλα απο πτωματα.
Κι υστερα περασε ο καιρος και καποια στιγμη, ειδε τους Γερμανους να φευγουν
Και μετα τους ανταρτες να μπαινουν μεσα στην πολη και ξαφνικα...
Ηρθε μια θυελα απο χαμογελα και πλυμηρισε την πολη...
Κι ο κοσμος να τραγουδαει και να χορευει μες τους δρομους.
Και να αγκαλιαζονται και να φιλιονται και τα ματια να λαμπουν...
Κι υστερα πριν περασει ο καιρος, ηρθε νεος πολεμος νεος σπαραγμος.
Ξεσπασε εμφυλιος αναμεσα σ' Ελληνες κι Αγγλους.
Κι εκεινη, μεσα στο καταφυγιο ξανα, χωμενη μες την αγκαλια του
πατερα, να λεει..."κουραγιο θα ξαναρθει παλι εκεινη η σαν ανοιξη ημερα"
Κι απεξω, οβιδες Εγγλεζικες, να σκανε και να σκοτωνουν τους πατριωτες.
Κι απο πανω, τα πολυβολα των πατριωτων, να γαυγιζουν μονοτονα
την ιδια λεξη που γαυγιζαν τα τελευταια πεντε χρονια...
"Ελευθερια"
Κι υστερα περασε ο καιρος κι ορισαν δικαιο τον νικητη...
Μα δεν ηρθε η ανοιξη...
Και περασαν χρονια κι αλλα, κι ειδε τον χαρο να ξαναχτυπα.
Να παιρνει την αδερφη της την μικρη.
Καρκινος λεει, ειναι θελημα Θεου.
Μα ειναι καποιες αληθειες που δεν αντεχουν στο κρυφτο.
Τωρα ξερει..Δεν ηταν θελημα θεου.
Ηταν ανθρωπου χερι.
Πανω απο εκατο οι ατομικες βομβες που εχουν πεσει στον πλανητη.
Πανω απο πενταπλασια η ποσοτητα των τοξικων που τρωμε.
Πανω απο τα πτωματα μας παιζοντουσαν και παιζονται παιγνιδια.
Κι υστερις, ζωντανεψε στα ματια της εκεινη η μερα, που πεντε
απροσωποι αστυνομικοι, με αυτοματα και ντυμενοι στα χακι,
σαν φανταροι, συνελαβαν το μονακριβο της.
Η κατηγορια ηταν η " συμετοχη σε τρομοκρατικη οργανωση"...
Ακομα ηχουν στα αυτια της τα λογια που ουρλιαζε οταν τον επαιρναν...
"Θυμησου τον αδερφο σου ρε μανα, τον μπαρμπα μου.
Στον ιδιο πολεμο πολεμησε κι αυτος, στον ιδιο κι εγω.
Ενας ειναι ο πολεμος ρε μανα. Ενας!!"
Δημοσίευση στο stixoi.info: 25-07-2006 | |