Κοκκινη πολη

Δημιουργός: MASTER

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ζω σα νεκρός σε μια λαίμαργη άπληστη χώρα
που σκοτώνει τα παιδιά της για να θάψει τους νεκρούς.
Δεν περίμενε κι άνοιξε το κουτί της η Πανδώρα
και ξεπήδησαν μπάτσοι που κυνηγούν αλλοδαπούς.

Της πόλης οι ψυχρές χωματερές- στο βάθος διυλιστήρια.
Κάνει κρύο βαρύ τα βράδια στα σοκάκια
σαν τους τοίχους που βλέπεις στα αναμορφωτήρια
και στα υπόγεια τα φριχτά που δέρνουνε παιδάκια.

Τόσα ταξίδια και δεν έμαθα ποτέ τον εαυτό μου,
της κόλασης άγγελοι μου κρύβανε το δρόμο.
Πέφτουν καυτές οι σάρκες απ’ την ψυχή και το μυαλό μου
κι απορώ πως με έρωτα νιώθω μαζί και τρόμο.

Μακριά ακούω μουσικές και για κραυγές μου μοιάζουν.
Γύρω μου γυναίκες που πόνο λένε τη μεγάλη ηδονή
και ποιητές λαμπροί που ήλιο και νησιά δοξάζουν,
μα της Σρεμπρένιτσα θυμάμαι ακόμα τη σφαγή.

Έτσι εγώ θα γίνω τροφή στα χέρια των αμάχων.
Μα εγώ θα γίνω νερό στις κούπες των λεπρών.
Όμως εγώ θα γίνω όπλο στα χέρια των θυμάτων.
Μα εγώ θα γίνω χαρτί στους στίχους των ποιητών.

Αύγουστος 2005, Αλιβέρι Ευβοίας.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 31-07-2006