ποιήματα για τη Μάνα

Δημιουργός: **Ηώς**, Φωτεινή.Α.Κ

Χρόνια πολλά στη ΜΑΝΑ ht

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Στη μνήμη της Μάνας μου


Πολιτικές και κυβερνήσεις από τα χρόνια τα παλιά
και οι λαοί με πεποιθήσεις, μείναν πουλιά, χωρίς λαλιά
σε μια πατρίδα π' αργοσβήνει, σαν ξεπουλιέται στη σκουριά
του άδικου τα κώνια πίνει, ξενόφερτη κι η μπαμπεσιά


Τον πόνο η Μάνα έχει λιάσει, ορφάνια πείνα κι ερημιά
δίσεχτα χρόνια, φτωχικά, δε λέει η ψυχή της να γεράσει,
σαν όλα ετούτα, της θυμίζουν, πάλαι ποτέ την κατοχή
που για πεσκέσι μια οβίδα, σφύριξε δίπλα της, στ' αυτί


Μέσα στα χρόνια εβουβάθη, κορίτσι στα δεκαεφτά
κουσούρι έμελλε να μείνει, χρόνια μεστά και ἄγαστά
Μ' ένα κουράγιο στο μυαλό της, πισωγυρνάει και μετρά
πως η ζωή, τα όνειρά της, της έκλεβε τόσο σκληρά


-Η βαρυγκώμια δεν σου πάει, περήφανή μου ανασαιμιά
τίποτα πια δε σε λυγάει, μές τα βαθιά σου γηρατειά
Μάνα! πώς στέκεσαι ακόμα; σαν σε κοιτάζω, απορώ
κοντεύεις ίσαμε αιώνα, και το μυαλό σου φωτερό!


Μάνα μου...(σονέτο 1.)

Aρχαίος γόνος Μάνα μου, είσαι κι απαντοχή
κυοφορείς εκεί εννιά, μήνες της πανσελήνου
σοδειά η αγάπη σου, Μήτρα του επωδύνου
του Πόνου σου Κυβέλεια, είναι η απαρχή

***

Πως θεϊκό το γένος σου, αρχαϊκή μητέρα
δυαδική η ταύτιση, μάνα εσύ, Ζωής
αιώνια απέθαντη της χρονικής ροής
δοξαστική των ύμνων, αχολογεί η μέρα

***

Ορφάνεψες σε πέτρινα, χρόνια καθημαγμένα
ο θάνατος σημάδευε με δυο του σαϊτιές
χαράκωνε το σώμα σου μεσ'τη φτωχολογιά

***

μια δύναμη ασίγαστη χέρια μου δουλεμένα
για την ελπίδα έστεργες 'κείνες τις κολιγιές
μια μινιατούρα απέμεινες, τώρα στα γηρατειά

***

2η επιλογή

«μου γιγαντώνεις τα μπορώ με μια σου αγκαλιά
στα μάτια είσαι της ψυχής, δική μου ηλιαχτίδα
ω Μάνα καλομάνα μου, βράχος μου κι Ομορφιά»



σονέτο2.


Παράπεφτε μες τους καιρούς της Μάνας η ευχή
περίσσευε η έγνοια της σε πλάνα καταιγίδα
ξύλινη γλώσσα άφωνη, φάνταζε η Ελπίδα
ψευδαίσθηση την είπανε, του λάθους ανοχή

***

Παράταιροι υπάρχουμε, χωρίς τη συνοχή
ανθίζουνε οι 'μυγδαλιές, τ'ουρανού ασπίδα
μ'έναν Φλεβάρη βρόχινο επισφαλής δικλείδα
κλειστές στροφές προέκυψαν, ως άλλη εκδοχή

***

Σε μια στροφή μας ρίγησε αγέρι δροσερό
έφερνε τόσες ευωδιές, ρίμες αγαπημένες
αύρα π'απλώθηκε σιμά σκορπίστηκε μεμιάς

***

φίλησε μια στιγμή εκεί, το χώμα καρπερό
ξανάφερε τις άνοιξες οπού'ταν ξεχασμένες
για να ποτίσουν με φωτιά, τα λάθη μιας γενιάς




Μάνα Πατρίδα μου


-Πες μου ποια άφωνη κραυγή στενάζει στους αιώνες
ποιος τάχα θάνατος αργός μας γλύφει τις πληγές
παγώνουν τώρα τα κορμιά δικάζουν τους χειμώνες
κι ο Πειρασμός την Άνοιξη θύματα αναμετρά

***

Πατρίδα μου, σε σπείρανε με όρους και διχόνοια
φλέγεσαι μές τους κάμπους σου μαζεύοντας σοδειά
είναι ίδια τα χρόνια σου και στα μαλλιά σου χιόνια
να γίνεις ξένη και βορά, αλλόγλωσση, γριά

***

Εσύ τον ήλιο θ'απαντάς χειμώνες καλοκαίρια
με το τσεμπέρι στα μαλλιά σε ξέπλεκα νησιά
αυτόν τον ήλιο ξεπουλάν, γνωρίζοντας το Φως του
στα σπλάχνα σου δεν έθρεψες μπάσταρδα ορφανά...

***

Είν' η κραυγή που έρχεται απ' τις αρχαίες πέτρες
που γίνηκαν αγάλματα και κλαίνε γοερά
τα μέλη τους κινήθηκαν! μα άδειες οι φαρέτρες
η Σκέψη σου η Αθάνατη τους έδωκε φτερά!

***

Είναι της γλώσσας η λαλιά και της Πυθίας ρήση
των Μυστηρίων η σκιά που μας ακολουθεί
διάσπαρτη μικρή γενιά που φόβισε τη Δύση
η Δωδωναία πλώρη σου τη Λευτεριά μηνά

***

««κι αν σήμερα εσύ μιλάς για την Πατρίδα,
για ήρωες που έβαψαν τα χώματα αυτά
σαρώνουν οι επιτήδειοι με μιάς σαν το χιονά
την ιστορία απ'αρχής, το Είμι και το Οίδα....»»





Μάνα Πατρίδα μου


Σε κούρσεψαν οι «άρχοντες» εν μέσω των αιώνων
λαλίστατοι εντόπι-οι ξένων επενδυτών
ακέφαλη παρίστασαι όλων των υπερμάχων
και ανεκλάλητη σκορπάς «ανέκδοτα» φιλιά....

***

είν' όλοι οι«κοσμοκριτές» της μαύρης συφοράς
που στο Μεσαίωνα γυρνούν γιατί εκεί ανήκουν
της Αναγέννησης στιγμές και δανεικές προσήκουν
απ'τα αρχαία σου γραπτά και τις περγαμηνές

***

Ποιές θεωρίες σ'έφτιαξαν αγαλματένια κόψη
μ'αφομοιώσεις έγινες Δημιουργός Λαλιάς
αυτοί που τώρα φτύνουνε την τωρινή σου όψη
είναι οι ίδιοι, εραστές φθήνειας και μάστιγας

***

Αυτοί που διατρανεύουνε το «δίκιο» μ' ένα πάθος
οι ίδιοι πνίγονται εσαεί μέσα στο συρφετό
κι αν φτωχικιά η μοίρα σου, ο Πλούτος στην καρδιά σου
θε να κριθεί από Θεούς, στον έβδομο Ουρανό....

***

Παιδιά που σε βυζάξανε ,σου στράγγιξαν τα στήθη
τα ιμάτιά σου ξεπουλούν με τόση μπαμπεσιά
παζάρια κάνουν και κονέ, τ' αρχαία σου τα ήθη
μα η Ανάσταση βαστά στου Μάη την εμπασιά...




ω! μάνα Ελλάδα μου!


Στη ράχη σου εφόρτωσε τα χρέη η Ευρώπη
αυτή η «έμορφη κυρά» π'απέδιωξεν ο Δίας
Εγνώριζε ο Αθάνατος κι η σχέση διεκόπη
σαν κραταιός στον Όλυμπο έζησε άνευ χρείας
δικαίως δεν εσήκωσε βρεγμένη μία κώπη
παρά την εγκατέλειψε μόνη άνευ προνοίας

***

Ουδέν σημαίνον γεγονός κι ο μύθος παραμύθι
τα Κάλλη της ω!συμφορά! Ρομαντική εν τέλει
το σημαινόμενο απλώς, κουκί χωρίς ρεβύθι
καρπούς απέδωσε, παιδιά, Μάνα που δεν τα θέλει
και τα παιδεύει μια ζωή τρόπο εκεί δε βρίθει
με το Μεσαίωνα αγκαλιά κοιμάται, δεν τη μέλλει

***

Μα ο τροχός είναι τροχός, π'ο Χρόνος τον κυλάει
έσεται ήμαρ και καιρός κι όλα στριφογυρίζουν
η Τύχη πάντα ευνοεί αυτόν που την πονάει
χάρες διάχυτες παντού στα μάτια της π'ορίζουν
χρυσόβολα τα δειλινά του Ήλιου που μεθάει
ω! Κλασσική μου Ομορφιά με Κάλλος σε γιομίζουν.


Φωτεινή Α.Κ

Δημοσίευση στο stixoi.info: 12-05-2019