Γιαγιά ετών 35 Δημιουργός: CHЯISTOS P, soɯıpǝʇuǝd soʇsıɹɥɔ πεζά αυτοβιογραφικά κείμενα Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Αφηγήματα σε χρόνο παρελθόντα.
Γιαγιά ετών 35 - κάπου περί το 1981 - φαντάρος.
......
Κάποια στιγμή το Γ’ φυλάκιο δεν είχε απόκριση. Το φυλάκιο αυτό ήταν ένα από τα πιο απομακρυσμένα και δυσπρόσιτα. Το είπαμε στον λοχαγό κι αυτός αμέσως μας έδωσε εντολή να φύγουμε για επισκευή. Πήραμε τον εξοπλισμό εγώ και ο Κώστας από την Εύβοια.
Τον Κώστα δεν τον ήξερα και πάρα πολύ καλά, παρ ότι ανήκαμε στον ίδιο λόχο και στην ίδια ομάδα διαβιβαστών, γιατί τον έβλεπα πως ήταν κάπως αλητάκος. Σ΄ αυτήν την πεζοπορία όμως που είχαμε μέχρι να βρούμε την βλάβη, είχα την ευχέρεια να κάνουμε κάποιες κουβέντες μεταξύ μας. Μου είπε πως ήταν ο μηχανόβιος και το στοιχείο μια μηχανή εντούρο ή ψευδοεντούρο, μα αποκλειστικά housvarna.. Αυτή η μηχανή ήταν σχεδόν όλη τη ζωή του. Από την συμπεριφορά του και από τις παρέες που έλεγε πως έκανε, κατάλαβα πως ήταν και ολίγον τι κλεφτρόνι ή και πρεζάκι. Παρ όλα αυτά ήταν τόσο ειλικρινής μαζί μου και αυτό το πράγμα με αφόπλισε. Έπαψα πια να είμαι επιφυλακτικός μαζί του και άρχισα να πιστεύω πως ήταν ένα από τα καλύτερα παιδιά μέσα στον λόχο. Είπαμε πολλά και διάφορα και αποκτήθηκε μια αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ μας. Εκεί μου αποκάλυψε πως είχε κάνει και φυλακή.
Τα είχε φτιάξει με μια κοπέλα. Κάπου όμως ο πατέρας της δεν τον ήθελε. Τον είχε απειλήσει πολλές φορές να απομακρυνθεί από την κόρη του Όμως αυτός την ήθελε και την κρατούσε. Για να τον εκδικηθεί ο πατέρας της κοπέλας, πήγε με το αγροτικό του και χτύπησε την μηχανή του. Για έναν άνθρωπο σαν τον Κώστα όπου η ζωή του ήταν το μηχανάκι του, η κοπέλα του και ο εαυτός του, αυτό ήταν μία από τις μεγαλύτερες προσβολές, τον πείσμωσε ακόμα περισσότερο, και κόλλησε ακόμη πιο πολύ στην κοπέλα. Ο πατέρας εξοργίστηκε βέβαια. Από ό,τι είπε ο Κώστας, μια φορά συναντήθηκαν αυτός με τη μηχανή του και ο πεθερός του πεζός, τα πνεύματα άναψαν και ειπώθηκαν πολλά άσχημα λόγια και πολλές απειλές. Όρμησε καταπάνω με τη μηχανή του και τον έριξε καταγής. Ανέβαζε την πίσω ρόδα πάνω στο στήθος του, και μάρσαρε φουλ μέχρι που εξαφανίστηκε. Από ότι είπε, επίσης, ότι η ρόδα του «τρόχισε» το κορμί, που έκανε να φαίνονται τα κόκαλά του στήθους του.
Εγώ σοκαρίστηκα παρ΄ όλα αυτά τον έβλεπα σαν φίλο.
Αφήσαμε τις κολόνες χωρίς να διαπιστώσουμε κάποιο πρόβλημα και αρχίσαμε να ακολουθούμε το καλώδιο που ήταν πάνω στο έδαφος. Κάποια στιγμή σε μια πλαγιά που ήταν ξερική και άγονη, Χωρίς ούτε ένα δένδρο, Βλέπουμε το καλώδιο κομμένο και οι δύο κλώνοι μαζί. Συνήθως οι επισκευές που κάναμε ήταν στις συνδέσεις όπου τα καλώδια σκούριαζαν και έπρεπε να αντικαταστήσουμε κάποιο κομμάτι ή την μονωτική ταινία. Όμως εδώ το καλώδιο ήταν κομμένο λες και ήταν με πενσάκι. Παράξενο. Αρχίσαμε να συνδέουμε το καλώδιο, όταν βλέπουμε την φιγούρα μιας γυναίκας να έρχεται βιαστικά προς το μέρος μας.
-Αχ τι έπαθα, αχ τί έπαθα, άρχιζε να ωρύεται. Γυρίσαμε και δώσαμε όλη την προσοχή μας σε αυτήν -Τι έγινε, τη ρωτάμε, τι πρόβλημα έχεις ;
-Τι κακό που έπαθα... Κάτι τσίμπησε την προβατίνα που είχα. Και για να μην ψοφήσει την χτύπησα μία στο κεφάλι με το τσαπί για να βγει το αίμα. Πήγαμε και πραγματικά είδαμε την προβατίνα τανάσκελα. Μερικές δεκάδες έχει πιο πέρα ήταν θέμα καλυβάκι από πέτρα κα ξύλο. Πιάνουμε την προβατίνα από τα πόδια για να την πάμε προς τα εκεί. Η προβατίνα ήταν άκαμπτη. Αίμα εν τω μεταξύ δεν είχαμε δει πουθενά. -Πότε ψόφησε ; της λέμε. -Όχι, όχι... Τι λέτε εγώ την σκότωσα με το τσαπί. Και μάς έδειξε το τσαπί. Προφανώς με το ίδιο είχε κόψει και το καλώδιο για να μας ειδοποιήσει, εμάς, του έξω κόσμου.
Συμπεράναμε λοιπόν τα εξής : Τη γιαγιά που έμενε μόνη της στο καλύβι, είδε την προβατίνα να ψοφάει από κάποιον άγνωστο λόγο. Μόνη της και στην απόγνωση που ήταν έκοψε το καλώδιο γνωρίζοντας ότι κάποιος θα έλθει να το επισκευάσει, όπως και έγινε.. Ταυτόχρονα για μην χαθεί το "ζωντανό", έδωσε και μιά τσαπιά στο κεφάλι του άτυχου ζώου ώστε να φύγει το αίμα (που δεν είδαμε).
Πήγαμε την προβατίνα μέχρι το γιατάκι της, την αφήσαμε και σηκωθήκαμε να φύγουμε. -Καθίστε, καθίστε ! Άρχισε να φωνάζει η γιαγιά. Πω πω τί ζημιά έπαθα. Τόσο κρέας χαμένο θα με σκοτώσει ο γιος μου.
-Τι να σε κάνουμε εμείς βρε θεία, της λέμε
-Να, λέει, να το γδάρουμε και να το κομματιάζουμε το ...ζωντανό (!)
-Δεν ξέρουμε από αυτά !
-Εύκολο είναι, θα σας πω εγώ, και μας έφερε ένα μαχαίρι.
Δεν είχα σφάξει ποτέ, δεν είχα γδάρει ποτέ, δεν ήξερα πως φτιάχνεται ένα σφαχτό. Κρεμάσαμε την προβατίνα με ένα σκουριασμένο σύρμα από ένα καλαμωτό στέγαστρο που είχε έξω το γιατάκι . Πάω να βάλω το μαχαίρι να σχίσω από τον λαιμό το στήθος την κοιλιά μέχρι κάτω η λεκάνη.
-Μη έτσι, μου φωνάζει, μή !!. Το δέρμα να το κάνουμε ασκί για τα τουλούμια.
-Και πως θα γίνει ;
-Να το φουσκώσουμε πρώτα
Σπάζω ένα καλάμι από την καλαμωτή του στεγάστρου, κάνω μια εκτομή στο πόδι της προβατίνας, το βάζω και φυσάω.
Απέναντί μου είναι ο Κώστας που κρατάει την προβατίνα κόντρα να μην αιωρείται καθώς εγώ φυσάω.
Φυσούσαμε και μετά βλέποντας ο ένας τον άλλο, ξεσπούσαμε σε γέλια, και ο αέρας ξαναεπέστρεφε στα πνευμόνια μας !
Κουτσά στραβά μέσα στην τυφλαμάρα μας την γδάραμε την προβατίνα. Το τομάρι βέβαια αντί για τουλούμι είχε γίνει σαν δικτυωτή κάλτσα ! Τέλος πάντων, η κυρία μας ευχαρίστησε Και μέσα από τη συζήτηση που είχαμε πιάσει, μας είπε ότι είναι 35 χρόνων μόλις, και πως είχε και εγγόνια. Εμείς όμως έτσι όπως την βλέπαμε, με τα χάλια που είχε, δεν την κάναμε κάτω από πενήντα πέντε χρονών. Μας είπε πως είχε παντρευτεί στα δεκαέξι και πως τώρα ζει μόνη της χήρας η ζωντοχήρα δεν θυμάμαι...
-Πάρτε, πάρτε ένα κομμάτι να το φάτε, μας είπε όταν σηκωθήκαμε για να φύγουμε. επ’ ουδενί βέβαια δεν θα τρώγαμε κρέας από μια ψόφια προβατίνα. Αλλά, αυτή επέμεινε και μας το έδωσε με το ζόρι.
-Να ξαναρθείτε, να ξαναρθείτε, μας είπε φεύγοντας γιατί κι εγώ εδώ μόνη μου είμαι.
Το κρέας βέβαια δεν το φάγαμε παρά όταν φτάσαμε στο στρατόπεδο το δώσαμε στον μάγειρα να το κάνει αυτός ότι θέλει αρκεί να μην δώσει σε μας να φάμε.
Καιρό μετά, ο Κώστας μου αποκάλυψε, πως εκμεταλλευόμενος την κουβέντα της κυρίας ότι ζει μόνη της, πήγε προς τα κει επανειλημμένα. Το τηλεφωνικό καλώδιο το είχε κόψει με τσαπί η κυρία, και με το ίδιο τσαπί χτύπησε και την προβατίνα στο κεφάλι. Αμφιβάλαμε όμως αν τελικά ήταν άρρωστη η προβατίνα. Γιατί η κυρία ήθελε όλα τα καλά του φαντάρου και τα βρήκε, το ίδιο βέβαια καλά περνούσε κι ο Κώστας που ξεχαρμάνιαζε μαζί της όποτε το είχε ανάγκη.
(C.P. 5/2017) Δημοσίευση στο stixoi.info: 24-05-2019 | |