Παραξενα φαινομενα Δημιουργός: Chimaira, Zina Αρχικα μου φαινοταν σαν σειρα των Adams familly... Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Κοιτας για αλλη μια φορα το ρολοι. Οι δεικτες φαινονται κολλημενοι και ας ξερεις οτι η μηχανη βρισκεται σε τελεια λειτουργεια. Επισης δεν μπορεις να κανεις κατι για αυτο. Μονο υπομονη. Πηγαινεις προς τον καθρεφτη. Μαυρα μακρια μαλλια, ισα με την μεση, ολολευκο δερμα, ωχρα χειλη, γαλαζια ματια σαν ζαφειρια. Η εκφραση σου κενη. Κανενα αισθημα δεν σε χαρακτηριζει. Η απολυτη ακινησια δεσμευει την αιωνιοτητα κανοντας σε ενα μερος της. Η τοση ηρεμια κατανταει τρομακτικη. Τα γαλαζια σου ζαφειρια συγκεντρωνονται στα χειλη. Δεν ειναι ουτε σαρκωδη ουτε προκλητικα, αλλα λεπτα και εχουν το σχημα μιας καλογραμμενης περισπωμενης. Το νεκρο τους χρωμα σε αφηνει παγερα αδιαφορη. Παρ'ολα αυτα περνας απο πανω μια στρωση κοκκινο κραγιον, πιο κοκκινο και απο το ιδιο σου το αιμα πανω σε λευκο μαρμαρο. Ειναι τοσο δυνατη η αντιθεση με το δερμα σου που μεχρι και οι κορες των ματιων σου διαστελλονται. Φτιαχνεις τον ψηλο γιακα του μαυρου φορεματος σου απο καθαρο βελουδο, ισιωνοντας την γαλαζια καμεο καρφιτσα την οποια σου ειχε χαρισει. Αλλα το γαλαζιο της ουδεμια σχεση εχει με το γαλαζιο των ματιων σου, που το πρωι οταν ανοιγουν μοιαζουν με δυο κομματια ξεχασμενου παραδεισου. Η ελαφρα ανασηκωμενη λεπτοκαμωμενη μυτη σου ειναισε πληρη αρμονια με το υπολοιπο προσωπο. Αθορυβα απομακρυνεσαι απο τον καθρεφτη και κατευθυνεσαι προς μια καρεκλα, του Λουι του... ουτε που θυμασαι, που πανω εχει σκηνες απο τον κηπο της Εδεμ. Εξω απο το δωματιο ακους τα βηματα καποιου μελους του προσωπικου, καποιας υπηρετριας η του οικονομου. Πιθανα τα βηματα της Βιβιαν, μιας νεας και πολλες φορες αθεραπευτα αμετροεπους υπηρετριας με χρυση καρδια, κοντοστεκονται μπροστα απο την δρυινη πορτα. Ομως η διαταγη ειναι διαταγη και θεωρησε σωστο να μην την παραβει, αν και ηξερε οτι ειναι ευπροσδεκτη. Σε λιγο τα βηματα εγιναν πιο αχνα και ο ηχος απομακρυνθηκε. Και παλι μονη. Βολευεσαι στο καθισμα και περιμενεις. Οπου να'ναι η αμαξα του θα ερθει. Τοτε θα κριθουν πολλα.
Ξανα τα δυο ζαφειρια αντικατοπτριζονται στο θολο τζαμι του ρολογιου. Σε λιγο θα ακουσεις οπλες στο πλακοστρωτο. Τελικα ο χρονος ειναι κατι το αμελητεο. Κατι το απιαστο. Και καθως τα αναλογιζεσαι αυτα, στο ανθος της ηλικιας σου, ακους αυτο που τοσην ωρα περιμενες. Η αμαξα μολις εχει φτασει. Μετα απο αυτο τα βηματα του, σταθερα και σιγουρα, κατευθυνονταν προς το σκοτεινο δωματιο της. Αλλα πισω απο αυτα ακους και αλλα. Πιο ζωηρα, ατακτα. Και μετα γελακια. Η εκφραση σου παραμενει η ιδια με εκεινην οταν κοιτουσες τα χειλη σου στον καθρεφτη, ενω συγκεντρωνεις την ματια σου, παγερη σαν διαμαντι, στο πομολο. Η πορταανοιξε και μπηκαν στο δωματιο. Δυο μορφες. Το σκοταδι τις εκρυβε αν και εσυ τους βλεπεις πιο καθαρα και απο γατα. Η μα μορφη ηταν εκεινος, τοσα χρονια το ξερεις. Η αλλη ομως ηταν μια γυναικεια, προκλητικα ντυμενη, με μαλλια στο χρωμα του σαπιου σταχιου, ανακατα, βαρυ αρωμα και εντονα χρωματα στο προσωπο. Αναβεις το φως διπλα σου. Εκεινος εντρομος γυριζει και σε κοιταει. Σιγουρα δεν περιμενε να σε βρει εκει αφου χθες μολις ειχε ερθει γραμμα απο το νοσοκομειο οτι δεν θα γυρνουσες σε συντομο χρονικο διαστημα. Αλλα μαλλον αυτο που τον τρομαζε πιο πολυ ηταν η ηρεμη απαθης σου εκφραση. Αυτα τα δυο ζαφειρια, τα αιματινα σου χειλη. Τοσο ωχρη ησουν που η γυναικα που μολις ειχε φερει στο δωματιο με το που την ειδε τσιριξε σαν να ειδε φαντασμα. Τιποτα απο αυτα δε σε κενει να αντιδρασεις. Μονο τον κοιτας, τιποτα παραπανω. Τοσα χαρουμενα χρονια, σου ειχε δωσει την εντυπωση οτι ηταν ευχαριστημενος μαζι σου. Νομιζες οτι υπηρχε καποιου ειδους σεβασμος, δεν μπορουσες να αντιληφθεις αυτην την απληστια. Τοτε καθως τα σκεφτεσαι ολα αυτα, εξαιτιας των φορτισμενων σου συναισθημτατων, εγινε κατι αναπαντεχο. Τα πραγματα μες το δωματιο αρχησαν να πεφτουν απο τα ραφια, οι κουρτινες ταραζονταν, η ντουλαπα ειχε ανοιξει πετωντας εξω ολα τα ρουχα, τα βιβλια σαν σφαιρες εφευγαν απο την βιβλιοθηκη, το κρεβατι σηκωθηκε μεχρι το ταβανι και απο την δυναμη της ορμης εσπασε, τα βαζα εγιναν θρυψαλλα, οι πορσελανες το ιδιο. Το κοκκινο κραγιον, που το ειχες ξεχασει ανοιχτο, αρχησε μονο του να γραφει πανω στο καθρεφτη "Ανιατη". Οι δυο εραστες ουρλιαζαν απο τον τρομο σαν γουρουνια στο σφαγειο, η πορτα ειχε μπλοκαρει.
Αργοτερα μαθαμε οτι οι δυο παρανομοι εραστες βρεθηκαν νεκροι απο τα χτυπηματα των αντικειμενων, εσυ εξαφανιστηκες και μερικοι γιατροι και παραψυχολογοι ερμηνευσαν το φαινομενο ως poltergeist. Δημοσίευση στο stixoi.info: 17-08-2006 | |