Αγάπη Δημιουργός: ΑΝΤΗΣ Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Για να σκεπάσει τη φλόγα της νιότης μου παντοτινά
Για να σκεπάσει εκείνες τις χρυσές μου ελπίδες
Εκείνο το φέγγος που συντριβάνιζε απ’τα μάτια που δεν είδες
Όσο κι αν ήθελα δεν θα μπορούσα να χαθώ σιωπηλά
Κι αν ήθελα να μήν έχω μνήμη μήτε φωνή
Κι αν ήθελα να γίνω ένα γερόντιο που κουράστηκε πιά
Που δεν τολμά να κοιτάξει πίσω,δεν θέλει να πάει μπροστά
Δεν θα μ’άφηνε τούτη η αγάπη μήτε στιγμή
Και πως να μη σε σκέφτομαι κάθε στιγμή
Να μην ξανατραγουδήσω ένα τραγούδι που ανεβαίνει
Τραγούδι που ποτέ δεν πεθαίνει
Πως να μην τραγουδήσω ένα τραγούδι τώρα
Τραγούδι για το γεφύρι που δένει δυό ζωές
Μιάς νιότης σαν τη δική σου που δεν σβήνει ποτές
Πως να μην τραγουδήσω τούτη την ώρα
Μα εγώ δεν ξέρω,αλήθεια δεν ξέρω
Τραγούδι εδώ να σου φέρω
Εδώ να υψώσω φωνή τρελλή
Δεν είναι η καρδιά μου καθόλου βιολί
Πόχει ολομέθυστο το δοξάρι
Και παίζει τόπι με το φεγγάρι
Ως να το φέρει κι ως να το πάρει
Κι ως να το ρίξει σκαλί-σκαλί
Πάνω στη γή μας τη χαμηλή
Θέλω πιο ανάλαφρα τα δαχτύλια
Και πιο περίσσια την μαστοριά
Τρελλό ενα χρώμα που να ξέρει να σμίγει
Ερώτων αίμα με ερώτων ρίγη
Κάθε φιλί με μιά γλυκιά μαχαιριά
Μα εμέ τα χέρια μου είναι βαριά
Κι η τέχνη μου είναι μικρή και λίγη
Εγω δεν έχω παρά το φτωχό μου τραγούδι
Εγώ ξέρω μόνο να λέω σε καθε καντούνι
Πως ο κόσμος είναι μύρια τριαντάφυλλα αναστημένα
Σ’ένα μόνο κλωνάρι πιασμένα
Εγώ ξέρω να λέω πως η ώρα ετούτη του τόπου μου
Είναι η ώρα του κόσμου μου
Τι να γυρεύω τάχα,μονάχα να σπουδάξω
Πως σμιλεύουν τον στίχο τον γερό και τον άξο
Γυρνάω αγρίμι στου ωραίου την αρμονία
Σαν άπλαστο ένα γνέφος γκριζωπό
Ανάμεσα στου κόσμου τα θεία,τ’άπονα θηρία
Ψάχνω τάβρετο τυφλά για να βρώ
Τον άνθρωπο που αδύνατος αντρειεύεται
Τους θεούς του έρωτα για ν'αναγαλλιάζει
Ελπίζει κι ονειρεύεται
H ζωή δεν είναι μιά κυρία στολισμένη
Τώρα το ξέρω και ξέρω οτι δεν έφταιξε μόνο η ζωή
Σε τί φταίξαμε εμείς με τις αδεξιοσύνες μας
Σε τι φταίξαν οι φίλοι οταν ήταν απο κείνους τους λογάδες
Με τη μικρή καρδιά
Σε τι φταίξαν οι εχθροί εκείνοι της ζωής οι σκοτωτές
Των ανθρώπων οι ποδοπατητές
Αυτός ο ποταμός που πιλαλούσε μπροστά
Και βρήκε βράχο
Και μείς εγίναμε τα φευγαλέα κύματα
Που ορμούν να τον γκρεμίσουν
Κι ώρα την ώρα τον γκρεμμίζουνε
Κι ωρα την ώρα χάνονται τα κύματα
Κι ώρα την ώρα ξαναγεννιούνται
Ξαναγεννιόμαστε,ξαναχανόμαστε
Γεννιόμαστε τρανότεροι ξανά
Και ξέρουμε πως θα ευτυχήσουμε
Αφού εκείνη ώρα την ώρα ευτυχεί
Και ξέρουμε πως τίποτα δε χάθηκε
Κι όλα έχουνε για πάντα κερδηθεί
Για αυτό τώρα μπορουμε
Να τραγουδήσουμε τραγούδι της χαράς
Τραγούδι που ποτέ δεν το ξεχάσαμε :
Άσπρο θάναι το σπίτι μας και θάχει
Λουλούδια στα παράθυρα πολλά
Κάθε στιγμή δεν θάναι πλέον μια μάχη
Η ζωή κάθε στιγμή δεν θα χαλά
Αγάπη,αγάπη παλιό ιερό πιοτό
Νεχτάρι άδολο και πλούσιο μαντικό
Σε νιώθω τώρα μπρος στα χείλη μου ολόαγνη να πνές
Να σκάβεις πλατιά την ηδονή στων ορίων μου τις γραμμές
Σαν άγριος ποταμός
Σαν ήλιος ταξιδιάρης ,σαν σεισμός
Σε κατέχω τώρα ολόγυμνη ψυχή
Πλάση του αντρός απ’την αρχή
Σεκατέχω μες στη δίνη των καυμών μου
Μες στο θάμπος των φρενών μου
Ξεχειλίζει το βαθύ σου γέλιο σαν κρεμμαστή πηγή
Και μιά αίωνια λαχτάρα
Αυτούσια των αισθήσεων η πεντάδα
Ξανοίγει για να σε δεχτεί
Αγάπη ,αγάπη πίνω στερνός το αδρό πιοτό σου
Την ώρα που γαλανίζει ο ουρανός σου
Δεν είσαι ένας σταθμός ,είσαι η ζωή κι θάνατός μου
Δημοσίευση στο stixoi.info: 17-11-2019 | |