Μου είπες απλά ότι δίψασες... κι εγώ Δημιουργός: φιδάκος, Γεώργιος Αρσενιου Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Μου είπες οτι δίψασες
πρότεινες να κεράσεις μπύρα
κι εγώ παιχνίδια με τίς λέξεις έκανα
φόρα ποιητική αμέσως πήρα.
Γέλασες καλόκαρδα
σαν ακούσες να σου λέω
ότι θα έκανα τα σύννεφα του ουρανού
βροχή την δίψα σου να χορτάσουν.
Δεν θέλω τόσο πολύ νέρο,
μου λες, για να ξεδιψάσω.
Θέλω όμως μια φθινοπωρινή βροχή
στον μουρμουρητό της να ξαποστάσω.
Αμέσως μεταμορφώθηκα
έγινα σατυρός των αρχαίων χρόνων.
Μπροστά στου Δία τα σκαλιά
τραγούδια λυπητερά γέμισα το ανάκτορο του.
Ο Δίας συγκινήθηκε πολύ
κι έκανε τα δάκρυα βροχή λυπητερή.
Κι ο Αίολος ασυγκίνητος δεν έμεινε
άφησε ελεύθερα τα μελτέμια.
Η Γαία συγκινήμενη κι αυτη
μου χάρισε μια λίμνη
για να γεμισει με του Διός τα δάκρυα
σαν φθινοπωρινή βροχή το κλάμα του θα γίνει
Οι νύφες του δάσους δάκρυσαν
και λύπη γέμισε τα φύλλα
που αμέσως μισοκιτρίνισαν
χάλι και μονοπάτι έφτιαξαν να βρείς εσύ τον δρόμο.
Αμέσως το τραγούδι άλλαξα
σφύριξα του έρωτα το κάλεσμα με το σουραύλι
και σε λίγο μαγεμένη πρόβαλες
σαν αγριμι χαρωπο, μικρο ζαρκάδι.
Τα μάτια σου ανοιγόκλεισες
προσπάθησες να ξυπνήσεις
μα η μουσικη μου ποίηση
εκανε την καρδια σου γλυκα να αναριγησει.
Και τότε ο Δίας άφησε
το κλάμα του να ξεσπάσει
η φθινοπωρινή βροχή μας σκέπασε
οι ανεμοι τα φύλλα στροβιλίσαν.
Χαρούμενη άρχισες να στριφογυρνάς
στης βροχης το πανηγύρι
Μέσα στην λιμνούλα βούτηξες
αφου η βροχη την γέμισε μαζί με των λουλουδιών την γύρη.
Οι νύφες κοντά σου ήρθανε και υφανανε φουστάνι
φτιαγμένο απο τα φύλλα που πεφταν
με άνθη στολισμενο
σε τυλιξαν μεσα σε αυτο και διπλα μου σε αφησαν.
Ξαπλώμενοι διπλα στο νερο
κάτω απο το φυλλώμα το πυκνο
τον ερωτα μου τον τρελό
στους στιχους μου περνουσα!
Δημοσίευση στο stixoi.info: 26-08-2006 |