Ανεμοσκόρπιστο (ε) Δημιουργός: anthrakoryxos Τον αγέρα ν΄ ανταμώνεις/ τον αγέρα που μιλά/ όταν μαυροβαλαντώνεις/ να σου γλυκοτραγουδά Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info [I][color=black][font=georgia]
Σε βλέπω ολόχλωρο κλαρί, Βαρδάρη πως φωνάζεις
Ψύχρα όπου ΄ν΄ τα μάτια σου και ξερικό το δάκρυ
Στου Λίβα το αντάμωμα πικρή χολή που στάζεις
Τις μαργαρίτες που μαδάς, στου Αξιού την άκρη
Πρόσωπο αντρίκειο, ολόλευκο, τον ποταμό αγκαλιάζει
Αντρειεύει τις ανύπαντρες και καίει τις χαρομάνες
Προάγγελος στην Άνοιξη έρωτες και μπολιάζει
Τραγούδι και χορεύουνε μελαχρινές καμπάνες
Τρέχουν ανθρώποι να κρυφτούν, στ΄ αγριοπέρασμά σου
Εκλέβεις τα καπέλα τους στη Σαλονίκη αφάνα
Μ' αναλαφρό έχεις πάτημα, μικρά τα βήματά σου
Στο παραθύρι μιας Κυράς, χρυσομαλλούσα Άννα
''Ώρα καλή'' της λες, ''κυρά κι αρχόντισσα θλιμμένη
Ήρθα του Μάρτη σάλπισμα , τ΄ Απρίλη μεσημέρι
Κι έχω, να ειδές, στον κόρφο μου, βαλαντοστολισμένη
Τ’ αγαπημένου σου λαλιά, απο τα πέρα μέρη''
Ένα πουλάκι πέταξε, ένα γαλαζοπούλι
Κι εμύρισεν η κάμαρη, ασφόνδυλο και κρίνο
Και το πουλάκι μίλησε, έρμο γαλαζοπούλι
''Φιλί σου φέρνω απο μακριά, πικρό φιλί σου δίνω''
''Της μανιασμένης θάλασσας, αλάτι περασμένο
Της μαύρης γης τη σκοτεινιά και του λωτού τ’ ανθάκι
Που ΄τανε χρόνια δώδεκα, στον Άδη ξεχασμένο
Πριν πέσει στις φτερούγες μου, το άμοιρο πουλάκi''
Είπε κι εγλυκοφίλησε, βαλαντοστολισμένη
Απά στα δυό τα μάτια της, απά στα δυό της χείλια
Και γαλαζοφτερούγισε και μακριά πηγαίνει
Χίλια τα φτερουγίσματα και δάκρυα άλλα χίλια
Μ΄ ανάλαφρο το πάτημα, μικρά τα βήματά σου
Κινάς κι εσύ αγέρα μου, ακοίμητε Βαρδάρη
Ραγίσανε τα μάτια σου και μαύρισ’ η θωριά σου
Μείνηκε στο παράθυρο να κλαίει, άδειο κουφάρι
Τι πόνο την εκέρασες την αρχοντοκυρά σου..
[/color][/font][/I]
Δημοσίευση στο stixoi.info: 28-03-2020 | |