Ένα κοτσυφάκι, μοναχό λυπημένο

Δημιουργός: ΑΜΑΡΥΛΙΣ

Καλημέρα φίλοι μου, είμαι λυπημένη και φαίνεται, να είστε όλοι καλά.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Τις ημέρες εκείνες σκοτείνιασε ο νους
γέμισε η θάλασσα μανιασμένα κύματα
ένα γκρι απλώθηκε στα περβόλια.
Δεν βγήκε ήλιος
δεν βγήκε εδώ και χίλια χρόνια
μια πάχνη σκέπασε τα σιτάρια μας
και κόπηκε η ζωή της μέλισσας.

Έγειραν τα στάχυα προσκύνησαν
σε μια σταγόνα φως
που είχε μείνει από παλιά
από πολύ παλιά.
Κι` οι κόκκινες παπαρούνες
έχασαν λες το φωτεινό τους φουστάνι.
Ένα κοτσυφάκι μοναχό, λυπημένο
έσερνε αργόσυρτο θλιβερό σκοπό.

Ξεράθηκαν οι μαργαρίτες
ο δυόσμος κι` ο βασιλικός.
Το γιασεμί στο πεζουλάκι
η κίτρινη μπουκαμβίλια
έγειρε κι` αυτή δίχως φως
δίχως ζωή.
Τα πουλιά δεν τραγουδούσαν πια
κι` είχε μια ησυχία θανάτου.

Τις ημέρες εκείνες
λίβας έκαψε τα σπαρτά μας
στέρεψαν τα ποτάμια
κι` οι γερανοί δεν πετούσαν πια
στα βράχια της Καππαδοκίας.
Χώμα και λάσπη
στις υγρές σπηλιές.
Κρύφτηκαν οι ατρόμητοι αετοί.
Τις ημέρες εκείνες
είχαμε μια ησυχία θανάτου.

Οι καμπάνες δεν χτυπούσαν πια
Χριστός δεν αναστήθηκε φέτος.
Δεν θα μάζεψουμε άσπρα κρίνα
δεν θα μαζέψουμε βιολέτες και δεντρολίβανο
δεν θα γιορτάσουμε την αγάπη.
Θλιμμένοι οδοιπόροι
θλιμμένοι εμείς, οδοιπόροι.
Της ζωής που άργησε λες
μια αιωνιότητα.

Αδαμοπούλου Γεωργία
20-4-2020

Δημοσίευση στο stixoi.info: 20-04-2020