Κανόνας Δημιουργός: professorark, Κωνσταντίνος Αρβανίτης Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Το ‘χει συνήθειο η σιωπή, να μου μιλά για σένα,
μες στα προσήλια ξέφωτα, που ‘ναι κιτρινισμένα,
απ' ανθεμίδες καναριές και θραψερά καρπόνια,
που παπαρούνες μούρτζινες ξενίζουν με συμπόνια.
Ζακόνι το ‘χει η σιωπή, να μου μιλά με στίχους,
πλεξιές, απ' της νεροσυρμής, τους σιγαλούς τους ήχους,
και να σε φέρνει στο μυαλό, όπως, με μιας, αφρίζει,
της ρίχτρας βιαστικό νερό, π’ απογκρεμιές αγγίζει.
Το ‘χει για χούι η σιωπή, να μου μιλά με ρίμες,
π’ αρπάζει απ' του ποταμού, τις άσβεστες τις μνήμες,
νωχελικά σαν σέρνεται, μες στα λιβαδοτόπια,
των ελατιών, αφήνοντας, χολάτα δασοτόπια.
Νιζάμι είναι της σιωπής, να μου μιλά με χρώμα,
παρμένο απ' τα λούλουδα, που νέμονται το χώμα,
και απ’ το κιάρο του νερού, που ‘ν’ κλαίουσας καθρέφτης,
σαν την ελάβωσε, θαρρείς, έρωτας καρδιοκλέφτης.
Είναι το μάθος της σιωπής, να μου μιλά κρυμμένη,
στων σφενταμιών το ρίζωμα, που φτέρη ξαποσταίνει,
και με τα ρίγη των κλαδιών, π’ αγέρι αναδεύει,
τις ώρες που φωτοσυρμή, τις κορμαριές χαϊδεύει.
Το ‘χει αντέτι η σιωπή, να μου μιλά σε μέρη,
π’ ανάμελα αργέβουνε, σε ήλιο σκορποχέρη,
κι αλλού, που γυροποταμιές, ασπρίζουν απ’ το χιόνι,
και που ριζοβουνιών λογγιές, προσμένουνε αηδόνι.
Ρουτίνα είναι της σιωπής, να μου μιλά για νάνους,
μ’ άσπρο σκουφί, και γίγαντες που θέλγουνε σαμάνους,
και να ζητά να βαφτιστώ, στης λήθης τ' αγιασμένα,
νερά, που καθαρίζουνε, μεράκια στοιχειωμένα.
Ρέγουλα είναι της σιωπής, να μου μιλά για ζούδια,
που διαγουμίζουν άπληστα της άνοιξης λουλούδια,
κι αδιαφορούν για χρώματα που τη ματιά πλανεύουν,
μον’ έχουν αίστησες κρυφές, και μον’ αυτές πιστεύουν.
Είναι ο τρόπος της σιωπής, να μου μιλά με νότες,
για τις φορές που έψαχνες, για της αγάπης ρότες,
κι αποσταμένη έγερνες, στα χόρτα το κεφάλι,
τις μαργαρίτες σφίγγοντας, με πάθος στην αγκάλη.
Το ‘χει για έθος η σιωπή, να μου μιλά για ώρες,
που με πλεξούδες κομπωτές, σε συντροφεύαν κόρες,
κι άλλες που με λυτά μαλλιά, απλοχερίζαν χάμω,
στεφανωμένες λούλουδα, από του Μάη το γάμο.
Χαβά της, το ‘χει η σιωπή, να μου μιλά για δείλια,
που δίνουνε χλιαρά φιλιά, με μαραμένα χείλια,
στην πλάση, μες στο λιόγερμα, και ρέγκια π’ αργοσβήνουν,
κι ελόγου μου, στην αίστηση της μοναξιάς, μ’ αφήνουν.
Κι εγώ το ‘χω κανόνα μου, να μην της απαντάω,
τι μόνο μέσα σε σιωπή, σε ξανασυναντάω…
Για τα που λέει για σένα, μ’ οσμές, θωριές, τριξίματα,
θαρρώ πως είναι περιττά, τ’ αλλαξομιλήματα… Δημοσίευση στο stixoi.info: 28-09-2020 | |