Θερινό τρίγωνο Δημιουργός: professorark, Κωνσταντίνος Αρβανίτης Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Στην αμμουδιά, τη μούρμουρη, σαν βρούμ’ αραξοβόλι,
και σαν καλοσυνέψουμε παραφοράς αγρίμια,
πιάσε ν’ αναμετρήσουμε, των κόσμων μας, ασκήμια
που τήνε θρέφει άπαστρη, μακρόκαιρη, ασβόλη.
Σ’ αυτό, θα ‘ναι συχέριο μας, και τ’ ουρανού το δώμα,
π’ απανωστέκει λαρωτό, σ' αμόλεφτη διαφάνεια.
Στη θερινή λειψαγεργιά, σε σύνυχτα σεργιάνια,
τους λογισμούς μας προσκαλεί, τ’ απέριορου το διώμα.
Ψηλά, για κοίτα, σα χυθεί αστροφεγγιάς το γάλα,
και το πυκνό το σύφωτο που μοιάζει με πλημμύρα.
Με τη ματιά σου, ρούφηξε τ' Ωρίωνα τη σπείρα,
που ‘χει στους κόρφους, κοσμικά, για μας τους δυο, σινιάλα.
Εκεί, στα βάθη τ’ ουρανού, θα δεις τα δυο αστέρια,
που προσπαθούνε, τ' άμοιρα, ξανά να ενωθούνε.
Το ριζικό, τους έγραψε, γλυκά ν’ αγαπηθούνε,
κι ανάρια ν’ ανταμώνουνε, μόνο τα καλοκαίρια.
Το ‘να τη λύρα κυβερνά, τ’ άλλο αητού κεφάλι.
Το πρώτο είναι της πλέκτριας, το δεύτερο βουκόλου,
που τους ξεχώρισε, σκληρά, η σκοτεινή του θόλου,
η ποταμιά, και το γραφτό, τους στέρησε αγκάλη.
Στο θερινό στερέωμα και στ’ ουρανού τ’ αφάλι,
να φέξει, πάλι, καρτερούν λαμπρή ουρά του κύκνου,
και στο κενό, που ‘ν’ αφορμή, του χωριστού τους ύπνου,
οι κίσσες γέφυρα, στρωτή, να χτίσουνε αγάλι.
Για δες, λοιπόν, το τρίγωνο, και πες μ’ αν σου θυμίζει,
κάτι από τ’ αδιέξοδα, που δέρνουν τις ζωές μας.
Εγώ το βρίσκω ταιριαστό, με μετρητές βραδιές μας,
που γροίκησε το σύγιαλο, και πήρε να σκληρίζει…
Τι τα νερά που το φιλούν, δεν το αντέχουν άλλο,
τις δίσταξές μας να μετρούν, και βγάζουνε ραχμάδα,
αγκομαχώντας, κάτωθε απ' τη χυτή λαμπράδα…
Σ’ άκληρα τυφλοκάντουνα, δεν κάνουν πια ρεγάλο… Δημοσίευση στο stixoi.info: 10-10-2020 | |