Το Φιλι

Δημιουργός: ΜΑΡΙΝΑ -ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Χωρίσανε τα χνώτα τους οι άνθρωποι
Φορέσαν προσωπίδες και πάψαν να γελούνε,
Οι ανάσες τους ερήμωσαν, μυρίσαν μοναξιά
Κι έναν πολυκαιρισμένο φόβο
Που έζεχνε σαν μούχλα πάνω στα κρυμμένα χείλη.

Σαν εκκλησάκια λησμονημένα
Χτίστηκαν πάνω στο ξερό βράχο οι αγκαλιές.
Μείνανε άδεια τα χέρια, άνευρα
Καθώς σάρκα πια δεν κρατούσαν.
Κι ούτε ήτανε γραφτό να συναντηθούν ξανά αναπνοές.
Τα σύμβολα ζωής γινήκανε θηράματα θανάτου.

Φοβήθηκα αφανισμούς και ζήσαμε τους τρόμους.
Εξοστρακίστηκα από τις μέρες και ήρθαμε σε μήνες ισχνούς,
Με πασαλειμμένα αίματα στα πρόσωπά τους
Τους βαφτίσαμε θανατοσπορείς
Και πέσαμε στα γόνατα εκλιπαρώντας.

Πήρα μια και δυο το βελόνι της μελάνης που κεντώ τους χρόνους
Το έμπηξα βαθιά στα σπλάχνα του καιρού
Αιμάτινη πορφύρα του πέρασα κλωστή
Και άρχισα αγάλι αγάλι να κεντώ
Να ξετυλίγω το αδράχτι του πιο θλιβερού παραμυθού:

Μια φορά και έναν καιρό
Σε ένα δάσος σκοτεινό
Που το φωτίζαν κεραυνοί
Και του γέρο κάστορα οι φανοί
Έπεσε από του ήλιου το παλάτι
Μια χρυσή ηλιαχτίδα η Μαλαμάτη
Για να σπείρει στον κόσμο το φιλί…

Κι ήρθε ένας θάνατος μαύρος
καβάλα σε όμορφο άτι
Πρίγκιπας συστήθηκε
Κ’ απαίτησε να πάρει με τη βία απ΄ την ανάσα το φιλί
Στο πύργο τον ψηλό ακόμη το κρατά φυλακισμένο
Και ποιος γενναίος θα τολμήσει
Να δώσει τη ζωή του για να ελευθερωθεί;

Έγκλειστοι στους πύργους, στο παλάτι
Έμειναν τώρα έρημοι και μόνοι
Βασιλείς και χωρικοί.
Το φιλί λησμονημένο δεν τους ενώνει
Κι η ανάσα διστάζει απ’ τα χείλη πια να βγει.

Μα ποιος έζησε καλά σε αυτήν την ιστορία;
Και ποιος καλύτερα τολμά τη ζωή μας να σκεφτεί;

Δημοσίευση στο stixoi.info: 30-12-2020