Μυγδαλιά Δημιουργός: professorark, Κωνσταντίνος Αρβανίτης Στη νύφη του Φλεβάρη... Καλή Κυριακή. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Αχ, μυγδαλιά μου πως βαστάς, μες στην ανεμοζάλη
και τα ροδόλευκα σ’ ανθιά, ανταίνουν στο μπουρίνι;
Η λεύκα η μπατάλισσα, χορεύει πεντοζάλη,
κι εσύ μου στέκεσαι εδώ, ντυμένη στο καντίνι...
Στου κλαδεφτή του μισερού, μες στο νυχιά, πως, τάχα,
έβγαλες μυριστούς ανθούς, σα δροσερή παρθένα;
Δεν είδες μέσα στο μπαξέ, γυμνά κλαριά μονάχα,
τ’ άλλα δεντριά να κουβαλάν, να στέκουν μουδιασμένα;
Μήπως και ξεγελάστηκες από την κυργιαρίνα,
που 'χει νιζάμι της, φωλιά να στήνει το Φλεβάρη,
κι απέ το μέλα να τρυγά, την καρπερή λατσίνα,
και μες στο αστραπόβροντο, ν' αρχίζει το τροπάρι;
Μην, χειμωνιάτης, σ' άρμοσε, ήλιος, εδώ, χατήρι,
σε μέλισσες καματερές, π' αφήκαν το κουβέλι,
χαλέβοντας τον κέραθο, να φέρουν στ' αργαστήρι,
τι βρίαξε κουφόπητες, και λαχταρά το μέλι;
Μην, να ξομπλιάσεις, θέλησες, τα φιόρα, που το θάρρος,
να μπιστευτούν, δεν έχουνε, των θεριακών σαγόνια,
και τις γδυμνές τις βατσινιές, οπού 'χουν γίνει βάρος,
στους φράχτες, σαν απλώνουν τους, αγκαθερά βραχιόνια;
Ήθελες, μήπως, λεμονιά κοντούλα, να προφτάσεις,
που 'ναι μέσα στην άνοιξη, νυφούλα στολισμένη;
Μη ζήλεψες τ’ αγιόκλημα, κι ήθελες να του μοιάσεις,
που 'χει αγκάλη σερπετή, κι απλώνει μυρωμένη;
Βιάστηκες, και η μοίρα σου, - μακάρι να ‘βγω ψεύτης -
θαρρώ πως θα ‘ναι δίπλα τους, με τ’ άνθη σου ριγμένα,
να στέκεις με παράπονο, λες κι επιδέξιος κλέφτης,
ξεγύμνωσε τα κάλλη σου, που σβήσαν γελασμένα.
Μα κι αν ο πικροκούντουρος και τ’ ανοιξιάτη δρίμες,
σε λυπηθούν και στέρξουνε, λούλουδα να κρατήσεις,
κι αυτά θεν’ να σ' αφήσουνε, με ωριοσύνης μνήμες,
σαν σε κλαριά σου τσαγαλά, την πίκρα θα ξενίσεις.
Τι είναι χάρης προφαντής, η μοίρα να ξεφτίζει,
γοργά, άμα τη μάχουνται καιροί φαρμακωμένοι,
κι όσ' από γάρμπος πρωτινό, γλύτωσε, το σφαλίζει,
σε πικροπύρουνο σκλιβό, με πείρα μπολιασμένη... Δημοσίευση στο stixoi.info: 14-02-2021 | |