Η αγάπη μου δε σβήνει Δημιουργός: daponte, Σταύρος ο μεγάλος έρωτας του Μανώλη Χιώτη με τη Μαίρη Λίντα Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info [I]( από συνεντεύξεις της Μαίρης Λίντα) [/I]
[B].........Ευτυχώς είχα τη μεγάλη τύχη, γιατί θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, να συναντήσω τον Χιώτη...
...¨Ήμουν έντεκα ετών. Εκείνη την εποχή ο καλύτερος επιχειρηματίας ήταν ο Κόκκαλης. Είχε το Πίγκαλς. Στην Πατησίων, κάτω από το Ροζικλέρ. Όλη η αριστοκρατία της Αθήνας ερχόταν εκεί. Πήγα να κάνω πρόβα με την ορχήστρα και το μαέστρο. Μαέστρος ήταν ο Χιώτης........Εκεί που καθόμουν λοιπόν βλέπω και μπαίνει ένας άντρας με μια ρεπούμπλικα μπεζ, ένα παλτό καμηλό...Ένας θεός ήταν,... Πράσινα μάτια, με κύκλους γκρί. Ήταν σαν να τα έβαφε τα μάτια του. Τον ερωτεύτηκα μόλις τον είδα. Με ξανθό μουστάκι. Τρελάθηκα. Γνωριστήκαμε και άρχισα να λέω τα τραγούδια του........Κάναμε ωραίο ζευγάρι. Ο Χιώτης από τότε μου έλεγε: «Όταν μου φτάσεις μέχρι τον ώμο, θα σε παντρευτώ».
............δεν ήταν τότε παντρεμένος. Παντρεύτηκε αργότερα τη Ζωή Νάχη. Και έκαναν και δυο παιδιά. Υπέφερα πολύ επειδή ήμουν ερωτευμένη μαζί του. Στη συνέχεια γίναμε φίλες, ήμασταν σαν οικογένεια όταν παντρεύτηκα το Χιώτη. Ήταν και ο Χιώτης ερωτευμένος μαζί μου, αλλά ήμουνα πολύ μικρή.
Μπαίνουμε σπίτι και λέει στον πατέρα μου «Κυρ Αλέκο από σήμερα θα σε λέω πατέρα. Εγώ θα παντρευτώ τη Μαίρη». Αυτό ήτανε. Ξεκάθαρα πράγματα. Εγώ ήμουνα ακόμα ανήλικη. Να μην τα πολυλογώ πήραμε ειδική άδεια και παντρευτήκαμε.......................... Μεγάλος έρωτας. Ο πρώτος μου έρωτας.
Μια φορά πλακώθηκε στο ξύλο ο Χιώτης θυμάμαι, στο "Μουσείο". Και ποιον έδειρε; Τον αδερφό του (Κωνσταντίνου)Καραμανλή, το Γραμμένο. Του έσπασε το δεξί του χέρι και τρέχαμε στο πρώτων Βοηθειών. Επειδή με πείραξε :“Κοίτα η Λίντα τι όµορφη που είναι. Τι πλατούλα είναι αυτή!” Ζήλευε ο Χιώτης. Πότε πήδηξε, πότε του όρµηξε, πότε του έσπασε το χέρι, το λέγε η καρδούλα του, ήταν νταής». Και έζησα μεγάλο έρωτα. Με ερωτεύτηκε πολύ.
Χωρίσαμε όταν ήμασταν στην Αμερική. Γιατί χωρίσαμε; Γιατί τα χρόνια περνούν και γινόμαστε διαφορετικοί, υπήρχε κούραση, γκρίνιες, καβγάδες, ο Χιώτης ήταν ευέξαπτος, σατράπης – είναι το μόνο που μπορώ να του προσάψω. Κάποια στιγμή ένιωσα ότι έπρεπε κι εγώ να μιλήσω σ’ αυτή τη σχέση. Βέβαια, δεν θα είχαμε χωρίσει, αν δεν υπήρχαν οι τρίτοι και αν εγώ δεν είχα τραβήξει το σχοινί. Από το μόνο που είχα πληγωθεί ήταν από τον τρόπο του, από τίποτε άλλο.
Τότε είχαν πει πολλά, αλλά δεν ήταν αλήθεια, είχαν ειπωθεί πολλά ψέματα. Η αφορμή για να χωρίσουμε ήταν ένα βραχιόλι που μου είχε χαρίσει ο ίδιος. Κάθε φορά που καβγαδίζαμε, μου έλεγε: “Φέρε πίσω το βραχιόλι, δεν το είχα αγοράσει για σένα, αλλά για την κόρη μου”.
Αυτό μου κακοφαινόταν. Δεν ήταν βέβαια το βραχιόλι, αλλά ο τρόπος. Κάποια στιγμή, λοιπόν, του είπα ότι την επόμενη φορά που θα ζητήσει να του δώσω το βραχιόλι, μαζί μ’ αυτό θα του δώσω και το διαζύγιο. Έτσι κι έγινε. Ένα πείσμα, ένας εγωισμός μας χώρισε. Εκείνος δεν ήθελε να χωρίσουμε, όταν έφυγα από κοντά του, εκείνος έκλαιγε, όταν όμως με βρήκε, του είπα: “Τελειώσαμε, τώρα πια είναι αργά”.[/B]
[I]Ο Μανώλης Χιώτης, ο αναμορφωτής του μπουζουκιού και του λαϊκού τραγουδιού, γεννήθηκε και πέθανε την ίδια ημερομηνία: 21 Μαρτίου.
Το πολύ έντονο ταμπεραμέντο του το κληρονόμησε από τον πατέρα του , Διαμαντή Χιώτη, ο οποίος ήταν Πειραιώτης μάγκας, εκτελεί περιστασιακά χρέη μπράβου και διατηρεί καφενείο στο Πολύγωνο του Ναυπλίου. Ζήλευε τη γυναίκα του Μαρία, και μπλεκόταν συχνά σε καυγάδες. Σε έναν από αυτούς, όταν του επιτέθηκαν με σουγιάδες, ευρισκόμενος σε άμυνα πυροβόλησε και σκότωσε έναν από τους επιτιθέμενους. ¨Άγνωστο αν του επιβλήθηκε ποινή.
Λίγα χρόνια μετά , από έναν τσαμπουκά στην πόρτα της οικογενειακής ταβέρνας όπου ο βαρύς κι ασήκωτος Διαμαντής χαστούκισε έναν Μανιάτη χασισέμπορο ονόματι Φώτη Μουρκάκο, ο οποίος το κράτησε μανιάτικο: Η προσβολή ξεπλύθηκε με αίμα. Λίγες μέρες μετά ο Μουρκάκος θα πάρει ικανοποίηση ξεκάνοντας με μπαμπεσιά τον πατέρα του Μανώλη.Ο Χιώτης ήταν τότε 18 ετών. [/I] Δημοσίευση στο stixoi.info: 21-03-2021 | |