Στον Ίσκιο του Άθω Δημιουργός: Παραλής Αθανάσιος, Αθανάσιος Παραλής Αν θέλετε, συμβάλλετε και εσείς με διορθώσεις η προσθήκες που θα ήταν ωραίες να γραφτούν. Ευχαριστώ Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Εκείνο το πρωί ξύπνησα μόνος στο σπίτι με ένα κενό βάρους στο στήθος. Ένιψα το πρόσωπό μου στα παγωμένα νερά, προσπαθώντας να διώξω την υπνηλία και να ξεκαθαρίσω τις σκέψεις μου. Έβαλα ελληνικό καφέ να βράσει και το άρωμά του άρχισε να απλώνεται αργά στο δωμάτιο, μια μικρή παρηγοριά στη μοναξιά. Βγήκα στο μπαλκόνι και αναστέναξα. Η ομίχλη είχε σκεπάσει τα πάντα με ένα πέπλο από γκρι, μια υγρή αγκαλιά που μου έκοβε την ανάσα. Ήταν σαν να είχα βυθιστεί σε μια θάλασσα από αμφιβολίες. Διέκρινα κάποιες φιγούρες να κινούνται αργά στο βάθος, σαν φαντάσματα σε ένα όνειρο. Άραγε, ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι; Πού πήγαιναν; Και εγώ, πού πήγαινα; Είχα προορισμό;
Καθώς έπινα τον καφέ μου, κοίταξα χαμηλά, στις παλάμες μου. Οι φλέβες μου χάραζαν περίεργα σχέδια στο δέρμα, σαν χάρτες ενός άγνωστου τόπου. Ένιωθα χαμένος, σαν να είχα ξεχάσει τον προορισμό μου. Ήμουν ένα πλάσμα από συνήθειες, από υποχρεώσεις. Ξυπνούσα, έτρεχα, κοιμόμουν. Γυμναζόμουν, δούλευα, έβγαινα. Όλα αυτά για να αποδείξω τι; Για να αρέσω στους άλλους; Για να νιώσω σημαντικός; Αλλά ποιος ήμουν πραγματικά κάτω από όλες αυτές τις μάσκες; Απλά μια τυχαία στιγμή μπροστά σε μια αιωνιότητα.
Η ομίχλη ήταν σαν ένα πέπλο που κάλυπτε όχι μόνο την πόλη, αλλά και τη δική μου ψυχή. Ήμουν σαν ένα χαμένο πλοίο σε μια θάλασσα από αμφιβολίες, αναζητώντας έναν φάρο που θα με οδηγούσε σε ασφαλή λιμάνι. Ήθελα να φωνάξω, να βγω έξω και να αγκαλιάσω τον πρώτο άνθρωπο που θα συναντούσα. Αλλά οι λέξεις έφραζαν στο λαιμό μου. Φοβόμουν την απόρριψη, φοβόμουν να δείξω την ευάλωτη πλευρά μου. Ήμουν μόνος, αλλά φοβόμουν να το παραδεχτώ ακόμα και στον εαυτό μου.
Κοίταξα το τραπέζι της κουζίνας, εκεί που συνήθως συγκεντρωθήκαμε όλοι μαζί για το πρωινό. Τώρα, ήταν άδειο, σαν ένα μουσείο παλιών αναμνήσεων. Είχαν φύγει όλοι. Η γυναίκα μου στην εργασία της, τα παιδιά στο σχολείο και εγώ μάλλον πάλι μέσα γιατί αυτές της ημέρες ήμουν γρυπωμένος και το σώμα εξασθένησε πολύ από το κρύωμα. Ο καφές μου έβγαζε ατμό, αλλά δεν μπορούσε να ζεστάνει την ψυχή μου. Ένα φύλλο έπεσε από το γεράνι στο παράθυρο και σιγά-σιγά προχωρούσε προς τα κάτω, σαν να με προσκαλούσε να το ακολουθήσω σε ένα ταξίδι προς το άγνωστο.
Σηκώθηκα με μια αίσθηση βαριάς απογοήτευσης. Η καθημερινότητα με είχε πνίξει. Ένιωθα σαν ένα ρομπότ που ακολουθούσε τις ίδιες εντολές μέρα με τη μέρα. Ήξερα ότι έπρεπε να κάνω μια αλλαγή, να ξεφύγω από αυτή τη ρουτίνα που με είχε πνίξει. Το βουνό, με την αιώνια ησυχία του, μου φαινόταν ο ιδανικός προορισμός για να βρω ξανά τον εαυτό μου.
είναι μια καλή ευκαιρία για πνευματική ανανέωση. Το άγιον όρος.
Η μέρα έμοιαζε με όλες τις άλλες, μια ατέλειωτη σειρά από στιγμές που ξεθώριαζαν γρήγορα από τη μνήμη μου. Γύρισα σπίτι κουρασμένος, αλλά και με μια αίσθηση ανακούφισης. Βγήκα για μια βόλτα στις 9, αφήνοντας πίσω μου την φασαρία της ημέρας. Τα φώτα των αυτοκινήτων που με προσπερνούσαν σχημάτιζαν μια συνεχή ροή, σαν ένα ποτάμι φωτός που με παρασέρνει. Κάθε αυτοκίνητο ήταν μια υπενθύμιση ότι δεν ήμουν μόνος στον κόσμο. Ίσως, κάπου εκεί έξω, υπήρχε κάποιος που με περίμενε. Αλλά αυτή τη στιγμή, ήθελα απλά να χαθώ στο σκοτάδι και να σκεφτώ.
Έφτασα στο μικρό ξέφωτο, μια όαση φωτός και ήχου μέσα στο σκοτάδι του δάσους. Μια φωτιά τρεμόπαιζε, ζωγραφίζοντας με κόκκινες και πορτοκαλί πινελιές το σκηνικό. Γύρω από τη φωτιά, παρέες νέων είχαν στήσει κατασκήνωση. Οι κιθάρες έπαιζαν μελωδίες που με ταξίδευαν σε άλλες εποχές, ενώ οι φωνές τους, σαν αηδόνια της νύχτας, μελωδούσαν τα καλοκαιρινά «Σ’ αγαπώ». Η μυρωδιά της ψημένης πατάτας και του καμένου ξύλου γέμιζε τον αέρα, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα ζεστασιάς και οικειότητας. Ένιωθα μια πίκρα να με κατακλύζει, καθώς θυμήθηκα τα δικά μου νεανικά χρόνια.
Όμορφη στιγμή. Η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή, θέλοντας να φωνάξω το όνομά μου, αλλά ταυτόχρονα φοβόμουν την απόρριψη. Πόσο θα ήθελα να είμαι μέρος αυτής της όμορφης παρέας, έστω και για λίγο. Στράφηκα να φύγω, αλλά τα βήματά μου στάθηκαν. Ξαφνικά, άκουσα τη φωνή μου να με καλεί: "Θανάση, έλα στη παρέα μας." Το μυαλό μου πήγε ρυθμό. Πώς γνώριζαν το όνομά μου; Ήταν απλά μια φάρσα ή μια πραγματική πρόσκληση;
που με ήξεραν...
Τόση ώρα τους θαύμαζα από μακριά, χωρίς να καταλάβω ότι ήταν οι παλιοί μου φίλοι, οι σύντροφοι των παιδικών μου χρόνων. Μια αναπάντεχη συνάντηση που με γέμισε συγκίνηση. Καθόμουν παρατηρώντας, απορροφημένος από την ατμόσφαιρά τους. Τα βλέμματά τους έλαμπαν σαν αστέρια, ενώ οι φωνές τους υφαίναν ένα χαλί από γνώριμες μελωδίες. Η ψυχή μου λαχτάρησε να γίνει μέρος της παρέας τους, να τραγουδήσει μαζί τους, να γελάσει. Και ξαφνικά, σαν σε ένα όνειρο, άκουσα το όνομά μου. Η χαρά με πλημμύρισε. Εκείνο το βράδυ, κάτω από τον έναστρο ουρανό, βρήκα ξανά ένα κομμάτι από τον χαμένο μου εαυτό.
Γυρνώντας στο σπίτι, άναψα το φως και κατευθύνθηκα στο γραφείο μου. Πήρα ένα μολύβι και ένα άδειο φύλλο χαρτί και άρχισα να γράφω. Οι λέξεις έρεαν από μέσα μου σαν μια πλημμύρα. Η απουσία σας ήταν σαν μια βαθιά πληγή στην καρδιά μου. Ο εγωισμός μας ήταν σαν ένα τείχος που μας χώρισε, η περηφάνια μας μας τύφλωσε. Αλλά σήμερα, σας είδα ξανά, αλλαγμένους, ώριμους. Να μας έχει ο Θεός καλά. Μετά από αυτές τις σκέψεις, ένιωσα μια γαλήνη που δεν είχα νιώσει εδώ και πολύ καιρό. Φόρεσα τις πιτζάμες μου και κοιμήθηκα, με ένα χαμόγελο στα χείλη. Ξύπνησα με το πρώτο φως της αυγής, το μυαλό μου ακόμα γεμάτο από τις χθεσινές εικόνες. Ο ήλιος, ντροπαλός ακόμα, έριξε τις πρώτες του χρυσές ακτίνες μέσα από το παράθυρο, βάφοντας τον τοίχο με απαλές αποχρώσεις του ροζ και του πορτοκαλί. Ένα δροσερό αεράκι χάιδευε το πρόσωπό μου, φέρνοντας μαζί του τη μυρωδιά της υγρασίας και της φύσης. Βγήκα στο μπαλκόνι και άφησα τον ήλιο να με αγκαλιάσει με τη ζεστή του αύρα. Έκλεισα τα μάτια και ένιωσα τη ζωή να κυλάει μέσα μου, δυνατή και ανανεωμένη. Ήταν σαν να είχα ξαναγεννηθεί. Η συνάντηση με τους παλιούς μου φίλους είχε αναζωπυρώσει μια φλόγα μέσα μου που νόμιζα πως είχε σβήσει. Η χαρά, η συγκίνηση και η αγάπη που ανταλλάξαμε χθες, με συντροφεύουν ακόμα. Με τα πολλά και με τα λίγα, σήμερα είναι ξεχωριστή ημέρα άλλωστε. Με μια πίκρα στην καρδιά, είπα στη γυναίκα μου ότι θα πάω στο όρος κάποιες μέρες και ότι το είχα ανάγκη. Κάθισα δίπλα της στον καναπέ, τα μάτια μας συναντήθηκαν και σε αυτά είδα μια ανείπωτη αγωνία. Η αγκαλιά μας ήταν σαν ένα λιμάνι που μας προστάτευε από τις καταιγίδες της ζωής. "Σε αγαπώ γλυκιά μου Ελένη," της ψέλλισα, αισθανόμενος τη δύναμη των συναισθημάτων μας να μας ενώνει.
Με τις κασέτες του π. Αθαν. Μυτιληναίου για συντροφιά, ξεκίνησα το ταξίδι μου προς την Ουρανούπολη. Ο λόγος του, σαν ένας φάρος που φωτίζει το δρόμο μου, με γέμιζε ελπίδα και πίστη. Ήξερα ότι το Άγιον Όρος με περίμενε σαν ένα καταφύγιο γαλήνης. Έκανα το σταυρό μου και με μια βαθιά ανάσα ξεκίνησα το ταξίδι μου. Ο δρόμος προς Θεσσαλονίκη έμοιαζε ατελείωτος, αλλά η σκέψη του προορισμού μου με έκανε να ανυπομονώ. Καθώς έφτανα όλο και πιο κοντά, η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά από συγκίνηση. Όταν τελικά έφτασα στην Ουρανούπολη, ένιωσα μια αίσθηση απεριόριστης ελευθερίας. Παρκάροντας το αυτοκίνητο, πήρα το έγγραφο προσκυνήματος και άρχισα να προχωρώ προς το λιμάνι. Κάθε ταξίδι στο Άγιον Όρος είναι μια μοναδική εμπειρία, αλλά αυτό το ταξίδι έμοιαζε πιο ξεχωριστό από ποτέ.
Μπήκα στο καράβι και κατευθύνθηκα προς τη Μονή Σίμωνος Πέτρας, αισθανόμενος μια βαθιά ηρεμία. Η μονή, που θεωρούσα σαν το δεύτερο σπίτι μου, με περίμενε υπομονετικά. Αφού έφτασα στον αρσανά, ξεκίνησα να ανεβαίνω το μονοπάτι που ανέβαινε σαν μια σκάλα προς τον ουρανό. Καθώς ανέβαινα, οι εικόνες από την προηγούμενη βραδιά με την παρέα επέστρεψαν ζωντανές στο μυαλό μου. Η χαρά και η αγάπη που είχαμε μοιραστεί με πλημμύριζαν και ένιωσα την ανάγκη να ευχαριστήσω τον Θεό για αυτή την ευλογία. Σταμάτησα για μια στιγμή, κοίταξα το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου και έκανα μια σιωπηλή προσευχή. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ευχαριστώ για όλες τις ευλογίες που μου δίνεις. Φύλαξε την οικογένειά μου και τους φίλους μου. Δώσε μου δύναμη να συνεχίσω το ταξίδι μου στη ζωή.» Η φύση, με τα χρώματα και τους ήχους της, με γέμιζε θαυμασμό και ευγνωμοσύνη.
Έπειτα από ανάβαση 50 λεπτών, έφθασα στο πολυπόθητο μου προορισμό. Το κελί του πατέρα Ευδοκίμου ήταν μικρό και απλό, φωτισμένο από ένα μικρό κεράκι που έκαιγε αχνά. Οι τοίχοι ήταν γεμάτοι από εικόνες αγίων και βιβλία. Καθισμένος σε μια ξύλινη καρέκλα, αισθάνθηκα μια βαθιά ηρεμία. Ξαπόστασα και άφησα τα πόδια μου να ξεκουραστούν στο δροσερό μάρμαρο. Κεράστηκα ένα ούζο, νεράκι και λουκούμι και απόλαυσα την αγιασμένη γαλήνη του τόπου. Ξανά είδα επιτέλους τον πνευματικό μου πατέρα και έκλινα τη κεφαλή μου προς αυτόν με σεβασμό. Μιλήσαμε για ώρες, τα λόγια του ήταν σαν μια αγκαλιά που με γέμισε δύναμη. Μου μίλησε για την πίστη, για την ανάγκη να βρούμε τον Θεό μέσα μας και να ζήσουμε σύμφωνα με τα διδάγματά Του σε έναν κόσμο που συχνά ξεχνά τις αληθινές αξίες. Μου θύμισε τη σημασία της προσευχής, της μετάνοιας και της αγάπης προς τον πλησίον. "Η πίστη", μου είπε, "δεν είναι απλά μια πεποίθηση, αλλά ένας τρόπος ζωής. Είναι η δύναμη που μας σηκώνει όταν πέφτουμε και μας δίνει ελπίδα όταν όλα φαίνονται σκοτεινά." Στη συνέχεια, συζητήσαμε για την κατάσταση του κόσμου, για τον πόλεμο, την αδικία και την απώλεια των ανθρωπίνων αξιών. Αξιών που ο άνθρωπος έχει χάσει λόγω της απάθειας του. Ο πατήρ Ευδόκιμος μου τόνισε τη σημασία της προσωπικής καλλιέργειας ως ένα εργαλείο για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της εποχής μας. "Για να μπορέσουμε να αλλάξουμε τον κόσμο", μου είπε, "πρέπει πρώτα να αλλάξουμε τον εαυτό μας. Να καλλιεργήσουμε την υπομονή, την καλοσύνη και την ταπεινοφροσύνη." Ο πατήρ Ευδόκιμος με συμβούλευσε να προσέχω την ψυχή μου σαν κόρη οφθαλμού. "Ζούμε σε δύσκολους καιρούς, γιε μου," μου είπε. "Ντύσου το μανδύα της αγάπης και της πίστης και θα βρεις το φως που χρειάζεσαι." Κοίταξα τον σταυρό που κρεμόταν στον τοίχο, ένα σύμβολο ελπίδας και σωτηρίας. Αισθάνθηκα σαν να είχα επιστρέψει σπίτι.
Συζητώντας για την επιστροφή μου, αναφέρθηκα στην γυναίκα και τα παιδιά μου. «Πατέρα», του είπα, «σκέφτομαι συχνά πώς να τους μεταδώσω όσα μαθαίνω εδώ. Πώς να τους βοηθήσω να βρουν το δικό τους φως μέσα στο σκοτάδι;» Ο πατέρας Ευδόκιμος χαμογέλασε γαλήνια. «Με την πράξη, γιε μου. Με την αγάπη σου, με την υπομονή σου, με το παράδειγμά σου. Τα παιδιά μαθαίνουν περισσότερα από όσα λέμε, από όσα κάνουμε.»
Αφού έφτασα στο κελί μου, άφησα τα πράγματά μου και ξάπλωσα στο κρεβάτι. Ήταν ώρα για λίγη ξεκούραση πριν την αγρυπνία. Το κελί ήταν ένας μικρός, ήσυχος χώρος, φωτισμένος από μια μικρή λαμπάδα που έκαιγε αχνά στον τοίχο. Οι τοίχοι ήταν γεμάτοι με εικόνες αγίων και βιβλία, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα γαλήνης και κατάνυξης. Άναψα ένα κερί, το απαλό φως του έδινε μια αίσθηση ιερότητας στο χώρο. Πήρα το κομποσχοίνι στα χέρια μου και άρχισα να προσεύχομαι.
Ξεκίνησα με το "Πάτερ ημών", αισθανόμενος μια βαθιά σύνδεση με όλους τους πιστούς. Καθώς επαναλάμβανα τις λέξεις, σκέφτηκα τις προκλήσεις της ημέρας που πέρασε και τις ανησυχίες για το μέλλον. "Και μη μας εισάγεις εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού", επέμενα σε αυτή τη δέηση, ζητώντας από τον Θεό να με προστατεύσει από τον πειρασμό και το κακό.
Στη συνέχεια, στράφηκα στις ευχές της αγρυπνίας. "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλό", επαναλάμβανα, αισθανόμενος την ταπεινότητά μου και την ανάγκη μου για συγχώρεση. "Φώτισον τον νου μου, καθάρισον την καρδιά μου και ενίσχυσε την πίστη μου", προσευχόμουν, ζητώντας από τον Θεό να με φωτίσει και να με καθοδηγήσει.
Στο μυαλό μου ήρθε ένα απόσπασμα από το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο: "Εγώ είμαι το φως του κόσμου· όστις ακολουθήσει εμέ, δεν θέλει να περιπατήσει εν τω σκότει, αλλά θέλει έχει το φως της ζωής". Αυτό το απόσπασμα με γέμισε ελπίδα και με έκανε να νιώσω ότι δεν είμαι μόνος.
Σκέφτηκα με λαχτάρα την ώρα που θα ενώσω τη φωνή μου με τους άλλους μοναχούς στο ψαλτήρι. Η συλλογική προσευχή είναι μια εμπειρία που με συγκινεί βαθιά. Αισθάνομαι ότι η ενότητα των φωνών μας ανυψώνεται προς τον ουρανό, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα ιερότητας και κατάνυξης.
Η επανάληψη των προσευχών και η ενασχόλησή μου με τον λόγο του Θεού με γέμισε με μια βαθιά ηρεμία και με συνέδεσε με κάτι μεγαλύτερο από εμένα. Η αγρυπνία ήταν για μένα ένας ιερός χρόνος, μια ευκαιρία να αποσυνδεθώ από τον κόσμο και να επικεντρωθώ στην πνευματική μου ζωή. Ήταν σαν ένα ταξίδι προς τα μέσα, μια αναζήτηση του Θεού μέσα μου.
Η Θεία Λειτουργία ήταν μια κατανυκτική εμπειρία που με γέμισε δέος και θαυμασμό. Η λαμπρότητα της τελετής με έκανε να νιώσω πως ο Χριστός ήταν παρών ανάμεσά μας, έτοιμος να λυτρώσει τους αμαρτωλούς. Ιδιαίτερα με συγκίνησε το σημείο όπου ο ιερέας έψαλε το "Άξιον εστί". Η μελωδία και τα λόγια αυτής της προσευχής διείσδυσαν βαθιά στην ψυχή μου, προκαλώντας μου μια αίσθηση ειρήνης και ανακούφισης.
Μετά την αγρυπνία, ένιωθα το πνεύμα μου αναζωογονημένο, σαν να είχα πιει από μια πηγή ζωντανού νερού. Η χάρη του Θεού είναι τόσο μεγάλη που σε κάνει να ξεχνάς τον εαυτό σου και να ενώνεσαι μαζί Του. Καθ' όλη τη διάρκεια της προσευχής, ένιωθα μια βαθιά ευγνωμοσύνη για όλα όσα μου έχει χαρίσει ο Θεός. Ήταν σαν να μιλούσα με έναν αγαπημένο φίλο, εκφράζοντας τα συναισθήματά μου και τις ανησυχίες μου.
Η αγρυπνία είναι για μένα ένας πολύτιμος χρόνος αφιερωμένος αποκλειστικά στην προσευχή και τη μελέτη του λόγου του Θεού. Είναι μια ευκαιρία να αποσυνδεθώ από τις καθημερινές μου ασχολίες και να επικεντρωθώ στα πραγματικά σημαντικά πράγματα στη ζωή. Μέσα από την αγρυπνία, ενισχύω τη σχέση μου με τον Θεό και βρίσκω την εσωτερική γαλήνη που χρειάζομαι για να αντιμετωπίσω τις προκλήσεις της καθημερινότητας.
Μετά από μια μακρά περίοδο αγρυπνίας, κάτσαμε σε ένα ξύλινο τραπέζι στο προαύλιο της Μονής, απολαμβάνοντας ένα φλιτζάνι ζεστό τσάι και μερικά φρούτα. Η ανατολή του ηλίου έλουζε τον χώρο με ένα απαλό φως, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα γαλήνης. Μετά το γεύμα, αφιέρωσα λίγο χρόνο στην προσευχή, στέκοντας μπροστά στην εικόνα της Παναγίας. Η καρδιά μου πλημμύριζε από ευγνωμοσύνη για αυτήν την ευκαιρία να αποσυνδεθώ από την καθημερινότητα και να έρθω πιο κοντά στον εαυτό μου και στον Θεό. Στη συνέχεια, ο ηγούμενος της Μονής μας συγκέντρωσε όλους στο καθολικό και με απλά λόγια, αλλά γεμάτα σοφία, μας μίλησε για την αξία της ταπεινότητας και της αγάπης προς τον πλησίον. Τα λόγια του με συγκίνησαν βαθιά και μου θύμισαν τη σημασία της συμπόνιας και της αλληλεγγύης. Ήταν σαν να μου άνοιξε μια νέα πόρτα στην κατανόηση του εαυτού μου και του κόσμου που με περιβάλλει. Αυτή η εκδρομή ήταν για μένα ένα ταξίδι αναζήτησης της εσωτερικής ειρήνης και βρήκα περισσότερα από όσα μπορούσα να φανταστώ. Έμαθα ότι η αληθινή ευτυχία δεν έγκειται στα υλικά αγαθά, αλλά στην πνευματική μας ανάπτυξη και στην καλλιέργεια των αρετών.
Καθώς αποχαιρετούσαμε το μοναστήρι, ένιωσα την ανάγκη να πάρω κάτι μικρό για τους αγαπημένους μου, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για αυτήν την εμπειρία. Στο αρχονταρίκι βρήκα μερικά τέλεια δωράκια.
Για τη μητέρα μου, ένα χειροποίητο σταυρουδάκι από ξύλο ελιάς, ένα σύμβολο της αιώνιας ζωής και της δύναμης που αντλούμε από τις ρίζες μας. Για τη σύντροφό μου, ένα κομποσχοίνι από πολύτιμους λίθους, ένα φυλαχτό για να την προστατεύει σε κάθε της βήμα. Για τον γιο μου, ένα βιβλίο με βίους αγίων για να ενισχύσει τη πίστη του και για την κόρη μου, μια εικόνα της Παναγίας, για να την καθοδηγεί πάντα. Κάθε δώρο ήταν μια έκφραση της αγάπης μου και της ευγνωμοσύνης μου για την παρουσία τους στη ζωή μου. Κρατώντας τα δώρα στα χέρια μου, σκεφτόμουν πόσο ευλογημένος ήμουν που είχα τόσους υπέροχους ανθρώπους στη ζωή μου. Ήθελα να τους δείξω πόσο τους αγαπώ και πόσο τους εκτιμώ. Φανταζόμουν τις αντιδράσεις τους όταν θα άνοιγαν τα δώρα. Η χαρά στα μάτια τους θα ήταν το καλύτερο αντάλλαγμα για όσα είχα κάνει.
Μάζεψα τα πράγματά μου και ξεκίνησα την πεζοπορία για το επόμενο μοναστήρι, τη Μονή Γρηγορίου, που βρισκόταν σε κοντινή απόσταση. Το μονοπάτι με οδηγούσε μέσα από ένα καταπράσινο δάσος, με τα πουλιά να κελαηδούν γλυκά. Αν και η ανάβαση ήταν λίγο κουραστική, η θέα που άνοιγε μπροστά μου κάθε φορά που έφτανα σε μια κορυφή με ανταμείβει. Στη διαδρομή συνάντησα μερικούς προσκυνητές και αφού ανταλλάξαμε χαιρετισμούς, συνέχισα το δρόμο μου, νιώθοντας μια αίσθηση ειρήνης, ηρεμίας και πληρότητας. Έφθασα και ξαπόστασα στη μονή. Άναψα ένα κεράκι, προσκύνησα τις εικόνες και καθώς τελείωσα, με φίλεψαν ένα φλιτζάνι ζεστό τσάι του βουνού και μερικά ξηρά σύκα. Μετά από λίγο, με περίμενε ο πατήρ Δημήτριος, ένας ιερομόναχος που υπηρετεί στην Αφρική. Καθισμένος δίπλα του, άκουγα με κομμένη την ανάσα τις ιστορίες του για τους Αφρικανούς χριστιανούς. Μου έλεγε για την απλότητα της πίστης τους, για τον τρόπο που ο Χριστός είχε κατακτήσει τις καρδιές τους. Μια ιστορία που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα ήταν αυτή...
Η ιστορία του Ντάνιελ, του πρώην ανθρωποφάγου που μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό. Τον είχε ρωτήσει κάποιος, πώς πίστευε σε αυτές τις σαχλαμάρες και του απαντά ο Daniel: Αν δεν με είχε ελευθερώσει ο Χριστός από αυτή την άγνοια, θα σε είχα φάει. Τέτοια πίστη, μου έλεγε, δεν συναντάς εύκολα ούτε εδώ. «Η αγάπη του Θεού είναι τόσο δυνατή», επαναλάμβανε, και τα λόγια του έβρισκαν ανταπόκριση στην καρδιά μου. Κι ενώ μιλούσαμε, ένιωθα σαν να μιλάει ο ίδιος ο Χριστός μέσα από τα χείλη του. Αργότερα, καθώς αποχαιρετιόμασταν, ο πατήρ Δημήτριος μου έδωσε ένα μικρό σταυρουδάκι και με ευλόγησε. Καθώς έφυγε, έμεινα να κοιτώ το απέραντο γαλάζιο του Αθώ, νιώθοντας μια βαθιά ειρήνη και ευγνωμοσύνη. Ήταν μια στιγμή που θα θυμάμαι για πάντα.
Αν και η παραμονή μου στον Άθωνα ήταν σύντομη, οι εμπειρίες που έζησα και οι άνθρωποι που συνάντησα με γέμισαν με πνευματική δύναμη και μου έδωσαν το κουράγιο να αντιμετωπίσω τις προκλήσεις της καθημερινότητας.Κάθε επιστροφή από τον Άθω είναι μια μικρή αγωνία. Η Χάρις του Χριστού που βίωσα με κάνει να συνειδητοποιώ πόσο σύντομη είναι η ζωή και πόσο σημαντική είναι η στιγμή της μετάνοιας. Με τα δώρα τυλιγμένα στα χέρια, περπατούσα προς το καράβι, νιώθοντας μια βαθιά εσωτερική γαλήνη. Κάθε αντικείμενο ήταν ένα μικρό κομμάτι του Αγίου Όρους, ένα φυλαχτό για την ψυχή μου.
Αυτά τα μικρά δώρα ήταν περισσότερα από απλά αντικείμενα. Ήταν φτιαγμένα με αγάπη και ευγνωμοσύνη, και κουβαλούσαν μέσα τους ένα κομμάτι από το Άγιον Όρος. Ήθελα να μοιραστώ αυτή την ευλογία με τους ανθρώπους που αγαπώ, να τους υπενθυμίσω τη σημασία της πίστης και της οικογένειας.
Ήθελα να μοιραστώ αυτή την ευλογία με τους ανθρώπους που αγαπώ, να τους υπενθυμίσω τη σημασία της πίστης και της οικογένειας, και να τους φέρω πιο κοντά στο φως του Χριστού. Τα δώρα που είχα αγοράσει για τους αγαπημένους μου ήταν ένα μικρό δείγμα της ευγνωμοσύνης που ένιωθα. Κατέβηκα από το μοναστήρι στον αρσανά και από εκεί επιβιβάστηκα στο καραβάκι με προορισμό την Ουρανούπολη. Με μια βαθιά αίσθηση ευγνωμοσύνης στην καρδιά, αποχαιρέτησα το Άγιον Όρος.
Βάλαμε μπρος το αυτοκίνητο, με την κασέτα του πατρός Αθανασίου να με συντροφεύει στο ταξίδι της επιστροφής. Τα λόγια του για την αγάπη του Θεού και τη σημασία της συγχώρεσης με συγκίνησαν βαθιά. Στις πολλές στάσεις που έκανα, απολάμβανα κάθε στιγμή αυτής της ευλογημένης εμπειρίας. Η φύση γύρω μου, με τα ζωντανά χρώματα και τους ήχους, μου υπενθύμιζε την ομορφιά της δημιουργίας του Θεού. Ο ήλιος έλαμπε με μια ιδιαίτερη λάμψη, σαν να ήθελε να με αγγίξει με τη θεϊκή του παρουσία. Ήταν μια εμπειρία που με καθήλωσε από την αρχή μέχρι το τέλος και με γέμισε με ελπίδα και δύναμη για να αντιμετωπίσω τις προκλήσεις της καθημερινότητας.
Μόλις έφτασα σπίτι, δεν μπορούσα να περιμένω να μοιραστώ αυτή την εμπειρία με την οικογένειά μου. Τηλεφώνησα στη γυναίκα μου και στα παιδιά μου, ζωγραφίζοντας με τα λόγια μου τις εικόνες που είχα στο μυαλό μου από το Άγιον Όρος. Τους μίλησα για την ησυχία των μοναστηριών, για τη μαγεία της φύσης, για τη δύναμη της προσευχής. Ήξεραν ότι τους είχα μια μεγάλη έκπληξη και ανυπομονούσα να τη δω στα μάτια τους. Είχα αγοράσει για τον καθένα ένα μικρό δώρο, ένα κομμάτι του Αγίου Όρους που θα τους θύμιζε πάντα αυτό το ταξίδι.
Καθώς έκλεισα το τηλέφωνο, κάθησα να φάω την απλή κοτόσουπα που είχε φτιάξει η μαμά μου. Ήταν σαν να την έτρωγα για πρώτη φορά, τόσο νόστιμη μου φάνηκε. Ήταν απόγευμα και ξάπλωσα στον καναπέ, ακούγοντας ήρεμη μουσική και κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο, θυμούμενος τις στιγμές μου στο Άγιον Όρος. Το βραδάκι ήρθαν η γυναίκα και τα παιδιά μου από την δουλειά και το φροντιστήριο και βγήκαμε μια βόλτα στη θάλασσα, ακριβώς στο σημείο όπου είχαμε συναντήσει την παρέα μας την τελευταία φορά. Αυτή τη φορά, όμως, ήμασταν εμείς που τους έλειπαν, και μοιράστηκα μαζί τους τις εμπειρίες μου από αυτό το ξεχωριστό ταξίδι. Πήγα να δω τους φίλους μου με μεγάλη χαρά. Ήταν μια βραδιά γεμάτη τραγούδια, γέλια και ιστορίες. Μίλησα μαζί τους για την αλλαγή που είχα βιώσει στη ζωή μου και τους εξήγησα πώς η πίστη μου στον Θεό με είχε βοηθήσει να βρω εσωτερική γαλήνη. Ήθελα να μοιραστώ μαζί τους την εμπειρία μου στο Άγιον Όρος και να τους δείξω ότι η πίστη και η επιστήμη δεν είναι απαραίτητα αντίθετες. «Ο Χριστός μας είπε: “Μακάριοι είναι αυτοί που δε θα με δουν, κι όμως θα πιστέψουν”.» Αυτά τα λόγια με ενέπνευσαν να μιλήσω για την σημασία της εμπιστοσύνης στον Θεό, ακόμα και όταν δεν μπορούμε να εξηγήσουμε τα πάντα με τη λογική μας. Οι πατέρες της Εκκλησίας μας δίδαξαν να εμπιστευόμαστε τον Θεό σε κάθε μας βήμα. Είμαι πεπεισμένος ότι ο Θεός μας καθαρίζει από την αμαρτία και μας βοηθά να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι. Το να ακολουθείς τον Χριστό δεν σημαίνει να είσαι πίσω από την εποχή σου, αλλά να είσαι αληθινά προοδευτικός. Όλοι οι άγιοι ήταν πρωτοπόροι στην αγάπη και την αφοσίωση στον Θεό.
Ξέρω ότι μπορεί να ακούγεται περίεργο για κάποιους, αλλά η αλήθεια είναι ότι η αγάπη του Θεού μπορεί να αλλάξει τη ζωή μας. Είναι σαν ένα πολύτιμο δώρο που είναι σημαντικό να μοιραστούμε με τους άλλους.
Καθώς τελείωσα τα λόγια τούτα, αισθάνθηκα την παρουσία του Αγίου Πνεύματος να μας γεμίζει με αγάπη και ειρήνη, όπως μας υπόσχεται ο Λόγος του Θεού.
ξεκίνησα να προσεύχομαι με δάκρυα χαράς που κυλούσαν στα πρόσωπά μας. Το φώς από τη φωτιά τρεμόλουζε απαλά, φωτίζοντας τα συγκινημένα μας πρόσωπα, ενώ οι ψαλμοί ανέβαιναν στον ουρανό. Αγκαλιαστήκαμε σφιχτά, ζητώντας ο ένας από τον άλλον συγχώρεση για τα λάθη μας και απελευθερώνοντας το βάρος του εγωισμού. Αισθανθήκαμε την παρουσία του Αγίου Πνεύματος να μας γεμίζει με αγάπη και ειρήνη, ενώνοντάς μας σε μια αδελφική αγκαλιά. Ας είναι δοξασμένο το όνομα Του. Τα δάκρυα κυλούσαν ανεξέλεγκτα καθώς οι καρδιές μας πλημμύριζαν από ευγνωμοσύνη. Σε εκείνη τη στιγμή, αισθανθήκαμε ενωμένοι σαν ένα σώμα, εκφράζοντας την αγάπη και την αφοσίωσή μας στον Δημιουργό μας. Η αγκαλιά μας ήταν μια υπόσχεση για μια νέα αρχή, μια απελευθέρωση από το βάρος των παρελθοντικών λαθών. Ας είναι δοξασμένο το όνομα Του. Δημοσίευση στο stixoi.info: 22-04-2021 | |