Χιονάνθρωπος

Δημιουργός: constantinos

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μια νύχτα που χιόνιζε μια νύχτα του χειμώνα.
Που το σκοτάδι ήταν πηκτό το χιόνι ως το γόνα.
Ένα άνθρωπο αποφάσισες να φτιάξεις από χιόνι.
Ψηλόκορμο και δυνατό στου σπιτιού σου το μπαλκόνι.
Δυο αμύγδαλα του 'βαλες για τα δικά του μάτια.
Για να βλέπει τον όμορφο κόσμο μας που τον κάναμε κομμάτια.
Για αυτιά του άνοιξες δυο τρύπες στο κεφάλι.
Των ανθρώπων την σοφία να ακούει και να τον πιάνει η ζάλη.

Για μύτη του έβαλες ένα καρότο σαπισμένο.
Των ανθρώπων την ευωδιά να μυρίζεται το πνεύμα το πεθαμένο.
Για στόμα του έβαλες μια τσατσάρα πλατιά.
Για να μιλάει σαν ο άνθρωπος από πολύ παλιά.
Τότε όμως αποφάσισες να του βάλεις καρδιά ανθρώπου.
Για να γίνει κι αυτός πολίτης του μακα(β)ρίου αυτού τόπου.
Μα όταν πίσω επέστρεψες κρατώντας την καρδιά.
Είδες πως ο χιονάνθρωπος είχε φύγει μακριά.

Γιατί κι αυτός γνώριζε την μέγιστη αλήθεια.
Ότι άνθρωπος με καρδιά ανήκει στα παραμύθια.
Ο χιονάνθρωπος δεν ήθελε άνθρωπος να γίνει.
Να σαπίζει ολημερίς και σκυφτός να πίνει.
Ο χιονάνθρωπος δεν ήθελε να ζει μες την μιζέρια.
Για αυτό έφυγε μακριά για τα νεκρά αστέρια.
Στάθηκε ολόρθος την αυγή να λιώσει το κορμί του.
Και έλιωσε και έγινε νερό μες την πνικτή κραυγή του.




Δημοσίευση στο stixoi.info: 13-07-2004