Το λάθος Δημιουργός: professorark, Κωνσταντίνος Αρβανίτης Καλό κυριακάτικο απόγευμα σε όλες και σε όλους Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Μπλάβο, πρησμένο, θερινό φεγγάρι, ένα λάθος,
που 'κάτεχέ το, μια ξωθιά, τι θήτεψε στο πάθος,
και παίρνοντας, στα χέρια της, μιας αλαμπής βελούδα,
κλινάρι έστρωσε, για δυο, σ' αχνένια μιαν αμμούδα.
Μου ‘πιασε χέρι, τρυφερά, μ' οδήγησε να γείρω,
κι αναμεσίς μας, μ' έβαλε, φωτιά να παρενείρω.
Μον' ένα βλέμμα, κει, από τ' αστραφτερά της μάτια,
έστειλε πάθη, να γενούν, που ήξερα, κομμάτια…
Κι εγώ ζητούσα, το χρυσό, το ξόμπλι, να κρατήσει,
που 'χε τριγύρω στο λαιμό, να ‘ρθει να το βλογήσει,
η αχτιδιά της γέμωσης, μήπως το μετουσιώσει,
σε σταβρουδάκι, αρκετό, να μας εξιλεώσει…
Μες στων θινών τη θάλασσα, σκαριά παρασυρμένα,
μ' αγκοίλια, απ' του έρωτα τους ρούνους, σκαλισμένα,
για φλάγκαρο λαργάραμε, κάποιου αρχαίου μάγου,
που παραξύμιαστο, πνοή, κράτιε, θεριού παμφάγου…
Ξώπετσα φεγγαρόλουστα, στα μύχια τους, αχ, σμίγος,
σιάξαν με λάθος θερινό και με ορμών το σφρίγος.
Χορός στήθηκε ξέφρενος, μ' αγγίσματα, με γέλια,
για δίκια κλήρα, μόλο που, δείξαμε μιαν αμέλεια...
Της άψης αναστεναγμοί, το χορτασμό του πάθους,
γυρέψανε, αδιάφοροι για κόστος τέτοιου λάθους…
Και, τα, πολύ, που στίμαρα, βρήκαν τη συντριμμή τους
της αμαρτίας, σερπετό, νοσφίστηκε τιμή τους…
Ο παλεμός των δυο κορμιών, αναίμακτο μαξούλι,
της ηδονής μας φίλεψε, και κόκκινο ζιμπούλι
μόν' άνοιξε το άνθος του, σε δαγκωμένα χείλια,
για μια θωριά, γεμόφεγγου, ανάβοντας τη ζήλια.
Στον τόπο που εμέλεψε, η μποσικιά της σάρκας,
γίναν τα δυο μας τα "εγώ", φορτί κουριόζας βάρκας,
που, στου "εμείς" τη θάλασσα, τη ρούφηξε αχώνι,
και καραντί της άρπαξε, μπούσουλα και τιμόνι.
Έτσι, αβυσσωθήκαμε, στις σέρτικες, στις λάβρες,
τραγάνες, ‘κει που φτάνουνε αιστήσεων ανάβρες,
που σε νερά τους σέρνουνε, κάποιας γιορτής μεράκια,
πριν γείρουν, με μια χορτασιά, σε γνώριμα οργυάκια…
Κι όταν, τέλος, νικήθηκε, σφοδρή επιθυμία,
κι οι αίστησες χορτάσανε, και βρήκαν ηρεμία,
μπάλσαμο αναζήτησα, στην άρμη του πελάγου,
μήπως και λιώσει μέσα μου, το διάνιωμα του πάγου...
Φως τρυφερό της φεγγαριάς, κείνο το λάθος μοιάζει,
με όνειρο γλυκόπικρο, που μες στο νου στασιάζει.
Σαν τιμονέβει-μου βραδιά, νιώθω πως στην αμμούδα,
κείνη, αν γείρω, θα 'βρω-τα, ξέφτια απ' τα βελούδα... Δημοσίευση στο stixoi.info: 05-12-2021 | |