Ο ήλιος της ζωής μας Δημιουργός: bobxaman, Μπάμπης Αμανατίδης Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Σκεφτόμαστε τον ήλιο της νιότης μας, τον ήλιο εκείνης της εποχής
που νομίζαμε πως ήταν αλλιώτικος και ότι έλαμπε καλύτερα
μας ζέσταινε πιο γλυκά, αλλά ήταν ο ίδιος ήλιος, αυτός που ζέσταινε
τις καρδιές μας, τις καρδιές των νέων αμέριμνων παιδιών.
Τώρα ζούμε με τον καύσωνα της εποχής, στον καύσωνα της ενηλικίωσης,
στον καύσωνα της έγνοιας, σκεφτόμαστε ονειροπόλα και δικαιολογούμε
κάθε τι παλιό καλό, ακόμη και τον ήλιο, με τίποτα άσχημο δεν τον συνδέουμε.
Μέσα μας ζει ο παλιός αγαπημένος ήλιος της μικρής πατρίδας
η λήθη δεν τολμά να τον αγγίξει. Κουράζουν το γερασμένο δέρμα
η αχτίνες του αλλά την ψυχή μας αφήνει ανέγγιχτη,
μοναδικός πόνος η δυστυχία των ανθρώπων.
Ήλιε εσύ που βλέπεις τα πάντα γιατί απέχεις από τις αδικίες
που γίνονται υπό το φως σου; Γιατί γίνεσαι συνεργός του κακού,
όταν τις νύχτες κρύβεσαι και βγαίνει αυτό σεργιάνι;
Ήλιε άδικε κριτή, της ημέρας αφορμή αφήνεις το αμυδρό φως
των άστρων και της σελήνης στη διάθεση της ανομίας του κακού.
Πέρασαν πολλές δεκαετίες για μας, αλλά για σένα Ήλιε μια στιγμή.
Πόσο διαφορετικά σε βλέπουμε από κείνο τον ήλιο τον παλιό!
Ήταν ομορφότερος παλιά, νομίζαμε μας ζέστανε όταν κρυώναμε
και κρυβόταν το καλοκαίρι, ήταν ο ήλιος της νιότης μας κι ήταν καλός.
Μας αγαπούσε νομίζαμε μας φρόντιζε κι όμως ήταν ο ίδιος Ήλιος,
Φαέθων και Απόλλων η ίδια πυρακτωμένη σφαίρα της ημέρας μας,
η σφαίρα που βρίσκεται στη σωστή θέση ή μάλλον που εμείς βρισκόμαστε
στη σωστή θέση σε σχέση μ' αυτόν, ούτε μακριά να μας παγώνει,
αλλά ούτε και κοντά να μας λιώνει . Οι Δημιουργοί μας, γνώριζαν
περισσότερα από ότι εμείς γνωρίζουμε και φανταζόμαστε.
Κι εσύ τυχερέ πλανήτη που οι αχάριστοι φιλοξενούμενοί σου
σε αποκαλούν Γη ,εσύ γαλάζιε πλανήτη πόσο τυχερός είσαι!
Πόσο ευνοημένος από τη συγκυρία να θερμαίνεσαι όσο πρέπει
να δροσίζεσαι τις νύχτες όσο πρέπει, να κάνεις τις περιστροφές σου
που σε ανανεώνουν, κι αν οι κάτοικοί σου ήταν προσεκτικότεροι
θα ήσουν ακόμη ποιο τυχερός πλανήτης γιατί θα ήσουν υγιής.
Αλλά μην είσαι αχάριστος είσαι το τυχερό παιδί του ζωοδότη ήλιου.
Είμαστε κι εμείς τυχεροί που βρισκόμαστε πάνω σου, είμαι κι εγώ
τυχερός που βρίσκομαι πάνω στη γαλάζια σφαίρα και φωτίζομαι
από τις αχτίνες του ήλιου, ευτυχώς που στα μέτρα μας είναι αθάνατος.
Σκεφτήκατε ποτέ άνθρωποι αχάριστοι κάτοικοι της υπέροχης γαλάζιας σφαίρας
το γεγονός να ξυπνήσετε ένα πρωί χωρίς ήλιο; Θα μου πείτε και μια και δυο
και τρεις και δεκατρείς τίποτα δε θα γίνει ,έτσι νομίζετε γιατί δεν το αισθάνεστε,
πέντε ημέρες δεν θα αντέξετε χωρίς ήλιο, θα παγώσει το σώμα σας θα παγώσει
η φύση θα γίνει ο πλανήτης μια παγωμένη ατάκτως περιφερόμενη σφαίρα.
Δε φτάνει το φως των αστεριών, είναι πολύ μακριά να σας ζεστάνει, απλά
θα φαίνονται στο βραχύ χρονικό διάστημα που θα ζήσουμε, όμορφα κι έντονα
τη νύχτα γιατί μέρα δε θα υπάρχει θα γίνουμε νυκτόβια βραχύβια τέρατα
με μεγάλα κόκκινα μάτια, όσο θα καταφέρουμε να ζήσουμε.
Αυτά τα χιλιοτραγουδισμένα αστέρια δε δίνουν ζωή σε μας αλλά
στους δικούς τους κόσμους, ο ουράνιος θόλος είναι αχανής μακρινός,
τρομαχτικός, κρύος και σκοτεινός.
Εκείνος που άναψε τους λύχνους του κόσμου
δε φρόντισε το λάδι τους ας έλεγε ο μεγάλος ποιητής μας :
“Θεϊκοί πυρσοί ζεσταίνουν τις κρύες καρδιές των ανθρώπων”
Ο μοναδικός πυρσός που ζεσταίνει τις κρύες καρδιές μας
είναι ο ήλιος ο ζωοδότης ήλιος που δικαιολογημένα λάτρευαν οι αρχαίοι.
Αν θορυβηθήκατε από τη σκαιά προοπτική σας ζητώ συγνώμη,
αν λείψει ο ζωοδότης κάποιος ήλιος θα ξετρυπώσει από την ούγια
του αχανούς σύμπαντος, να ζεστάνει τις καρδιές μας.
Σαν ήμουν νέος φοβόμουν τους γέρους ακόμη και τους τριαντάρηδες
που φορούσαν τραγιάσκα, γέρους αποκαλούσα, τώρα, αποκαλώ γέρους
αυτούς που είναι μεγαλύτεροι από μένα όσα χρόνια κι αν έχω στην πλάτη μου.
Μου άρεσε πάντα η φύση η μυρουδιά της βρεγμένης γης του κομμένου χόρτου
στα λιβάδια τα άνθη της μυγδαλιάς, της ροδιάς και της νύμφης κερασιάς.
Μου άρεσε και το άρωμα του σαπουνιού στο σώμα των κοριτσιών,
οράματα συντροφικότητα αδελφοσύνη, άγουροι όμορφοι της νιότης έρωτες.
Γυρίζοντας νοερά πίσω, θυμάμαι το κρύο του χειμώνα χωρίς παλτό χωρίς ζεστασιά
και με ένα ήλιο πάντα κρυμμένο όταν φυσούσε ο παγωμένος ανηλεής βαρδάρης,
πίσω από σύννεφα και ψηλά βουνά σ' ανατολή και δύση.
Προδότης ήλιος, όταν τον χρειαζόμουν ποτέ δε με στάθηκε, αντίθετα τα καλοκαίρια
μας έψηνε ανάμεσα στις βαριές μεθυστικές μυρωδιές των ανθισμένων καπνών.
Η ζωή είναι μια ματαιότητα, αντιλαμβάνεσαι ότι ζεις μετά το ένα δέκατο πέμπτο
της ηλικίας, παιδεύεσαι και εκπαιδεύεσαι ακόμη τέσσερα δέκατα πέμπτα, ζεις
τα έξι δέκατα πέμπτα και τα υπόλοιπα τέσσερα δέκατα πέμπτα ζεις αναπολώντας.
Αλλά τι νόημα έχει, σ' ένα κόσμο άπειρο και τρομαχτικό σαν το κοιμώμενο οχτώ;
Θεσσαλονίκη 12 Φεβρουαρίου 2023 Δημοσίευση στο stixoi.info: 12-02-2023 | |