Φωτεινοί Δημιουργός: professorark, Κωνσταντίνος Αρβανίτης Καλό απόγευμα σε όλες και σε όλους. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Κοιλάδες στενές, ισχνές και λεπτόγαιες, μας ανατρέφουν,
στα πόδια βουνών που κατοικούν οι θεοί που λατρεύουμε…
Στης πολύβουης της θάλασσας την όχθη αυτές μας ωθούν
και στην αλμύρα δίπλα την αφρισμένη ανδρωνόμαστε…
Στα νεώρια, σκληρά παιδευόμαστε και λαξεύουμε
το κυπαρίσσι και το σκληρό το κέδρο με επιμονή…
Κι αρματώνουμε γοργά του πόντου δεσμά τρίκωπα τρεχαντήρια,
που κατάπλωρα για φυλαχτό κουβαλούν δρυ της Δωδώνης…
Το κεχριμπάρι, στις όχθες της Βαλτικής, αναζητούμε
και τον άργυρο, στ’ άγρια μονοπάτια της Ιβηρικής…
Μες στην Κολχίδα, πέρα απ’ το Βόσπορο, για το σιτάρι,
με παραφορά, θαλασσοπνιγόμαστε, αιώνες πολλούς…
Το ξανθό λάδι της γης μας μοιράζουμε στη γη των Κελτών
και της Μεσσήνης το στενό διαβαίνουμε, με φορτία κρασί…
Τον κασσίτερο, απ’ τα νησιά της Θούλης, ανταλλάζουμε
με σύκα γλυκά και πήλινους αμφορείς λεπτεπίλεπτους…
Του Οδυσσέα παιδιά μας λογαριάζουν και της Καλυψούς
ή και μιας Κίρκης, ακόμα, γεννήματα ή μιας Μήδειας…
Και στων Σειρήνων, τα γλυκά ακούσματα υποκύπτουμε
και τις γυναίκες της Σιδώνας ποθούμε, ασυγκράτητα…
Μ’ αυτές σμίγουμε, σε σταθμούς κι εμπορεία της Εσπερίας,
κι ανατολικά, σαν πλέουμε κατά της Κύπρου τα μέρη.
Και ενέχυρα αφήνουμ’ απλόχερα, μες στην ανάγκη,
τα σώματά μας, που τα βρίσκουμε ξανά σ’ άλλα μπάρκα…
Οι Ετρούσκοι μας λένε πολύτροπους και μας φοβούνται.
και οι Φοίνικες, πώς τρέμουν τη φάρα μας, μες στα λιμάνια!
Στην Καρχηδόνα, οι σουφέτες, αφανισμό μας ετοιμάζουν,
καθώς βιγλίζουν, λάγνα, αχ, της Τρινάκριας τις πεδιάδες.
Και μες στα Σούσα, ο Μέγας Βασιλέας συνάζει στρατιές,
τι, δεν στέργουμε να την προσκυνήσουμε την αφεντιά του…
Την Ιωνία ξεσηκώνουμε, πάντα, και την Αίγυπτο,
και μισθοφόροι εκστρατεύουμε, εκεί, απ’ τους κάβους μας.
Η διχόνοια, - έθιμο των καπηλειών-, μας συντροφεύει
και στο ‘μόνοιασμα, μοναχά, ο κίνδυνος μας αναγκάζει.
Είν’ ο βίος μας μονόχνοτος και πολύ κακοτράχαλος.
που γαληνεύει στης Πηνελόπης, μόνο, μιαν ανάμνηση.
Μες στην πατρίδα, σοφοί και νομοθέτες, οι γέροντές μας,
μας παρομοιάζουν με βάτραχους δίποδους, που κοάζουμε,
με τη σελήνη, σε μιας λιμνοθάλασσας τις πυκνές λόχμες…
Μα σαν προκύψει, τον Ινδό προσπερνάμε, με τις φάλαγγες…
Τον έρωτά μας για την άγρια θάλασσα τον βάζει κάτω,
ένα μοναχά. Της λευτεριάς η δίψα, η ασίγαστη...
Ονόματα πολλά μας δίνουν, παράξενα, των ηρώων μας,
αλλά κι Έλληνες, κάποτες μας φωνάζουν, τ’ άλλα τα έθνη…
Που πάει να ‘πει, αυτοί που κατοικούν στο λιόχαρο βράχο,
ή ίσως-ίσως,εκείνοι που κοιτάζουν το φως, κατάματα,
και τα σκοτάδια ξορκίζουν, με το μάτι του Πολύφημου... Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-05-2023 | |