Ο κλαυσίγελος Δημιουργός: Λύχνος του Αλλαδίνου Μια ετεροχρονισμένη γραφή για την απλότητα της σουρεαλιστικής ποίησης, δοσμένη με τρόπο...που είναι για γέλια και για κλάμματα... Άντε και καλό μήνα σύντροφοι και συντρόφισσες. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Στη λήθη των αστέρων
Στα πλήθη των πιονιέρων
Στο άσμα των αγέρων
Βάζεις φωτιά ως Νέρων.
Τα σούργελα του ανέμου
Θωρείς ω θησαυρέ μου
Και ψάλεις «κάτσε Θεέ μου»
Και άκου τον αμανέ μου.
Μα ο αμανές υψώθηκε
Στου πέλαου την αύρα
Και πριν προλάβεις να τον δεις
Τον έφαγε μια σαύρα!
Ω σαύρα εσύ τρισάθλια
Την μοίρα μην θωπεύεις
Το ριζικό σου ήτανε
Να σέρνεις και να κλέβεις.
Στα τάρταρα θα κατεβώ
Να ψάξω για την αύρα
Στον Άδη στήσανε χορό
Κι όλα τα βάψαν μαύρα.
Τα μαύρα πρόβατα γοργά
Τρέχουν μέσ’ το μποστάνι
Τα κυνηγάει η εφταβυζού
Με ένα λαμέ φουστάνι.
Ένα φουστάνι που ‘τανε
Ωσάν τον Ψηλορείτη
Που ξεκινούσε απ’τα μαλλιά
Και τέλειωνε στη μύτη.
Μια μύτη που μυρίστηκε
Από μακριά το θύμα
Και ευθύς το κατασπάραξε
Και τέλειωσε το ποίημα!
Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-10-2006 |