Η κλήση

Δημιουργός: AGGE, Άγγελος

Στα ίδια μέρη θα ξαναβρεθούμε, τα χέρια θα περάσουμε στους ώμους..

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μία κλήση που ποτέ δεν άκουσα,
ξέρεις δεν ήμουν σίγουρος ότι θα ακούσω τη φωνή σου..
Πολλά τηλέφωνα έγραφαν το όνομά σου πάνω τους,
μα άλλος ακούστηκε στην άλλη άκρη του νήματος..
Γι’ αυτό και σε έκλεισα..
Δεν ήμουν σίγουρος ότι θα ακούσω ξανά τη φωνή σου,
αυτό το γλυκό τόνο της χροιάς σου που με μαγεύει,
αυτή τη γλυκιά μελωδία που μου έχει λείψει,
να ακούσω ξανά το χαμόγελό σου να κάνει κύκλους γύρω από το σώμα σου..
Μου έχεις λείψει..

Κανένα άγγιγμα δε μπορεί να αντικαταστήσει το δικό σου,
αυτά τα ακροδάχτυλα που μπλέκονταν με τα δικά μου,
σε δυο καρέκλες ένα σώμα,
μέσα στο βράδυ,
το απαλό αεράκι του κήπου να κάνει τις ψυχές μας ανάστα ο Κύριος.
Ακόμα και τα βλέμματα δεν είναι ίδια..
Ποτέ δε θα είναι..
Ακόμα και στα μάτια του άλλου βλέπω τα μάτια σου,
σκλαβώνομαι και ψιθυρίζω δειλά το όνομά σου,
κάτι από το τρίτο γράμμα στην αλφάβητο,
κάπου μπλεγμένος ανάμεσα σε 24 άλλα γράμματα να ξεχωρίζω το δικό σου..
Στο ένα, προς ένα,
σκόρπιοι χοροί στη μέση της πόλης,
αναμνήσεις που καίνε απ’ άκρη σ’ άκρη τους..

Ποτέ δε θα φύγεις..
Ποτέ δε θα φύγω..
Πώς μπορείς να ξεχάσεις άλλωστε κάποιον που σου έδωσε τόσα πολλά να θυμάσαι;
Μία καρδιά ζωγραφισμένη περιμένει να ‘ρθεις να τη σβήσεις,
να δώσεις τέλος,
ή να σχεδιάσεις το βέλος που πάντα θέλαμε να μπει,
τη φωτιά εκείνη με αποχρώσεις χαλαζία και λάπις λάζουλι..
Για τα δικά σου τα μάτια,
στα δικά μου τα μάτια,
θα στέκομαι πάντα στην πόρτα μου να περιμένω να μπεις,
με μια αγκαλιά να τα ξεχάσουμε όλα,
με ένα φιλί σα πρώτα να ηρεμήσει το είναι μας,
με ένα βλέμμα να πούμε όσα δεν είπαμε ποτέ..

Ποτέ δε θα φύγεις..
Αναπάντητες κλήσεις που έκλεισαν μόνες τους,
στο χάος του μυαλού μου να φτιάχνονται λέξεις,
διάλογοι που δε θα κάνουμε ποτέ,
με ένα «σ’ αγαπάω, μου λείπεις» να κλείνουν πάντα,
και ένα «έρχομαι να σε βρω» να χορεύει δειλά ανάμεσα σε κάθε πρόταση..
Κι ένοιωσα ξέρεις το ίδιο καρδιοχτύπι σα πρώτα,
τη στιγμή εκείνη που σου σήκωσα το τηλέφωνο για πρώτη φορά..
Κι αν ξαναπάρεις πάλι θα κλείσει,
πάλι θα φτιάξω διαλόγους στο κεφάλι μου,
δειλά να φτιάχνω αναμνήσεις που δεν υπάρχουν..
Και ποιος ξέρει τί θα μου έλεγες;
Ποτέ δε θα μάθω..
Ίσως από ένα άγνωστο νούμερο μια μέρα,
κάποια στιγμή,
στη μέση του χρόνου,
να μοιραστούμε ξανά δυο κουβέντες,
αυτό το "σ' αγαπώ" που πήρες πίσω πανηγυρικά,
αυτό το "μου λείπεις" που σου λείπει και μου έλειψε..

Ποτέ δε θα φύγω..
Με έναν αδέξιο τρόπο να ονειρεύομαι ακόμα την παρουσία σου,
στην αύρα σου να μπλέκω τα χέρια μου,
στην άκρη του μυαλού μου να υπάρχει ακόμα αυτό το «εμείς» και το «ίσως»,
για ένα κόσμο που ονειρευτήκαμε μαζί,
για όλες αυτές τις υποσχέσεις που μόνη σου έκαψες..
Κι εγώ, να κάθομαι να μαζεύω τις στάχτες μας κόκκο-κόκκο..

Ποτέ δε θα φύγω..
Θα περιμένω να έρθεις,
όλα τα πρέπει μαζί να τ’ αλλάξουμε,
στη χορωδία της ζωής μας να γίνουμε οι στίχοι που εμείς θα γράψουμε,
ένας τόνος σιωπής από την πιο ρομαντική νότα,
στο ΣΟΛ της καρδιά μας,
και στο ΛΑ που ξεχάσαμε,
να γίνουμε σε ένα πιάνο μια συμφωνία φτιαγμένη από εμάς για εμάς..

Στις μέρες που πέρασαν,
ακόμα σα ν’ ακούω να μου χτυπάς το κουδούνι,
τα βήματά σου να σε φέρνουν ως την πόρτα μου
να εκμηδενίζουμε μαζί όλα τα κενά και τους χρόνους..
Στα ίδια μέρη θα ξαναβρεθούμε..
Τα χέρια θα περάσουμε στους ώμους..

https://postimg.cc/LY4stp8N

Δημοσίευση στο stixoi.info: 25-07-2024